Προσδοκίες και αναστεναγμοί

Προσδοκίες και αναστεναγμοί

Γιατί: «Τι θα απομείνει από τόσες προσδοκίες, τόσους αναστεναγμούς; Ένα όνομα και δυο χρονολογίες χαραγμένες στην πέτρα, που ο καιρός θα τις σβήσει σιγά-σιγά»

Γίνεται να σου λείπει κάτι που δεν είχες ποτέ;

Πόση επιθυμία μπορεί να γεννά η προσδοκία;
Πόση απόσταση υπάρχει από το «έχω φανταστεί» στο «έχω νιώσει»;
Ποιο είναι τελικά ποιο δυνατό;

Μη βιαστείς να απαντήσεις, το δεύτερο. Η επιθυμία όπως ίσως γνωρίζεις, είναι συναίσθημα.
Θέλεις κάτι και ή το έχεις ή όχι. Είτε μπορείς να το αποκτήσεις, είτε όχι.

Η προσδοκία αντίθετα, είναι σκέψη.
Ένα σύνολο από φανταστικά σενάρια που πλάθει το μυαλό και συνήθως απέχουν κατά πολύ από την πραγματικότητα.

Η επιθυμία και η προσδοκία είναι αλληλένδετες, δεν υπάρχει η μία χωρίς την άλλη.
Και οι δύο μαζί προσπαθούν να ελέγξουν τη ζωή σου.
Η διαφορά τους έγκειται στο πώς αναπτύσσεις την πρόθεση σου.

Και εξηγώ.
Οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν, για παράδειγμα, ένα δυνατό έρωτα στη ζωή τους.
Δεν είναι αυτοσκοπός, δεν είναι μονόδρομος, είναι μια επιθυμία της καρδιάς, μια ανάγκη για συναίσθημα στη ζωή τους.

Για πάρα πολλούς όμως -γυναίκες ως επί το πλείστον- δυστυχώς ο έρωτας αποτελεί αναγκαιότητα για να αποκτήσει νόημα η ζωή τους.
Όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα.
Είναι η νευρωτική εκείνη προσδοκία, να σε συνεπάρει η ένταση της επαφής.

Μοιάζει πολύ ελκυστική η αίσθηση της έξαψης που ονειρεύονται, τη στιγμή που ο τυφώνας έρωτας θα τους παρασύρει σε άγνωστα συναισθηματικά μονοπάτια.
Πλάθουν σενάρια στο μυαλό τους για το πώς θα έπρεπε να είναι ένα δυνατός έρωτας, πώς θα έπρεπε να φέρεται, να μιλά, να κινείται, να διεκδικεί και αρχίζουν να έχουν απαιτήσεις και προσδοκίες, που καμία σχέση δεν μπορούν να έχουν με την πραγματικότητα.

Γιατί άλλο η ζωή στα βιβλία και τις ταινίες κι άλλο στην πραγματικότητα.

Προσδοκούν πολλοί, λοιπόν, την επαφή άνευ ορίων, συναισθηματικών ή σαρκικών.
Όταν όμως έρθει η στιγμή, αυτοί οι ίδιοι συνήθως δεν είναι έτοιμοι για μια αυθεντική συνάντηση χωρίς αυταπάτες και προσδοκίες. Θέλουν τη σιγουριά αυτού που έχουν πλάσει στο μυαλό τους, γιατί διαισθάνονται ότι διαφορετικά ρισκάρουν να πονέσουν Αποτέλεσμα; Τρομάζουν και υπαναχωρούν.

Το να παραδοθείς ολοκληρωτικά και να ενωθείς με τον άλλο, προκαλεί τόσο φόβο, ώστε τελικά προτιμούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους από την οδυνηρή περίπτωση να πληγωθούν και αποφασίζουν να δικαιολογήσουν τη συμπεριφορά τους με κλισέ εκφράσεις όπως «Δεν ήταν αυτό που περίμενα» ή «Δεν ήταν αντάξιο των προσδοκιών μου».

Όμως, οι μεγάλες προσδοκίες είναι καταδικασμένες να μην εκπληρωθούν, ακριβώς επειδή είναι μεγάλες.
Στο βάρος της σκέψης ότι η προσδοκία είναι πέρα από κάθε φαντασία, άρα θα παραμείνει απραγματοποίητη, πολλοί είναι αυτοί που απογοητεύονται οικτρά και υπάρχουν κι αυτοί που καταρρέουν ψυχολογικά.
Δεν συνειδητοποιούν ότι κάτι θα γίνει ή δεν θα γίνει, όταν έρθει η στιγμή.

Η προσμονή της στιγμής όμως, δεν πρέπει να συγχέεται με την προσδοκία του τρόπου που θα εξελιχθεί η στιγμή.
Οι προσδοκίες είναι μέρος της ταυτότητας μας, της προσωπικότητας μας.

Δεν είναι εύκολο να απαγκιστρωθείς, να αποχωριστείς αυτό το κομμάτι σου και να παρασυρθείς χωρίς φρένο.
Έχεις συνηθίσει τόσο σε αυτά που πλάθει το μυαλό σου, στις επιθυμίες και τα θέλω που γεννά και αρνείσαι να τα εγκαταλείψεις.
Έτσι καταλήγεις αιχμάλωτος του Εγώ σου.

Μήπως, όμως, είναι καιρός να συνειδητοποιήσεις πως χρειάζεται καμιά φορά ή και πολλές φορές, να ριχτείς στην εμπειρία χωρίς να περιορίζεσαι από τις εξαρτήσεις σου και τις προσδοκίες σου;
Σε αυτό το σημείο θα καταρρίψω κι έναν ακόμη μύθο σου.
Αυτόν του έρωτα και της πεποίθησης ότι είναι καθαρό ένστικτο.

Είναι αλήθεια;
Γιατί νομίζω πως κανείς δεν αγαπά χωρίς λογική.
Τη λογική πως κάποιος καλύπτει κάποιες ανάγκες μας, εκπληρώνει κάποιες προσδοκίες μας.
Πόσο υποκριτικό είναι από μέρους σου αυτό το «άνευ όρων» όταν εσύ ο ίδιος βάζεις, ασυναίσθητα ή όχι, τους δικούς σου όρους μέσα από τις προσδοκίες σου σε κάθε συνάντηση με τον έρωτα;

Σκέψου το λιγάκι, ξύπνα, χαλάρωσε κι απόλαυσε τα πράγματα όπως έρχονται.
Γιατί: «Τι θα απομείνει από τόσες προσδοκίες, τόσους αναστεναγμούς; Ένα όνομα και δυο χρονολογίες χαραγμένες στην πέτρα, που ο καιρός θα τις σβήσει σιγά-σιγά».
(Τ. Λειβαδίτης).

Πηγή: eyedoll.gr, κείμενο: Ιωάννα Γκανέτσα

Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr/

Διαβάστε επίσης

Close