Artist: Alexander Deineka

Τα ταξίδια που δεν έκανα, από τον Νίκο Δήμου

Από μικρό παιδί, τον Ιούλιο Βερν τον είχα μάθει απ’ έξω. Και μάλιστα στις εκδόσεις Ιωάννου Ν. Σιδέρη (δεκαετίας του 20), στην απόλυτη καθαρεύουσα (την οποία μιμήθηκε ο Εμπειρίκος).

Κάποια στιγμή, στο Ναυτικό, βρεθήκαμε τρεις που είχαμε την ίδια λόξα, ιδρύσαμε (για μερικές ημέρες) τον «Σύλλογο Ελλήνων Βερνιστών» και απαγγέλαμε από στήθους ολόκληρα χωρία των κείμενων.

Π. χ.: «Τη 2 Φεβρουαρίου 1873, ο μυοπάρων (γολετόβρικον) Πίλγριμ ευρίσκετο υπό την 43 57΄ μοίραν νοτίου πλάτους και 165 19΄δυτικού μήκους του μεσημβρινού της Γρηνβίχης». Είναι η αρχή του μυθιστορήματος «Ο Δεκαπενταετής Πλοίαρχος» ο οποίος απεικονίζεται στο αρχικό μας χαρακτικό. (Με αυτόν ταυτιζόμουν απόλυτα).

Γιατί τα γράφω αυτά; Για τον Βερν και την επίδρασή του, έχω γράψει αλλού, διεξοδικά. Η σειρά των βιβλίων του έφερε τον γενικό τίτλο «Τα φανταστικά ταξίδια» (Les voyages extraordinaires). Και ακριβώς για τέτοια ταξίδια θα μιλήσουμε τώρα.

Από τον πρώτο γάμο του πατέρα μου, είχα μία αδελφή 14 χρόνια μεγαλύτερή μου. (Δεν υπάρχει πια). Γύρω στο 1947 (εγώ δώδεκα χρονών) ξεκίνησε μία «επιχείρηση συνοικέσιο». Ήταν ήδη 26 ετών και με την δρακόντεια ηθική του πατέρα μου που την κρατούσε κλειδωμένη, δεν υπήρχε περίπτωση να συναντήσει ποτέ τον μέλλοντα. Άρα, συνοικέσιο.

Από τους υποψήφιους που παρέλασαν θυμάμαι μόνον δύο. Ο ένας ήταν αξιωματικός του (τότε) Βασιλικού Ναυτικού και φορούσε μεγάλη στολή. Την θαύμασα.

Ο δεύτερος μας ήρθε κρατώντας ένα τσαμπί …μπανάνες. Μην γελάσετε. Ήταν η πρώτη φορά που βλέπαμε (όλοι) μπανάνες – και κάναμε πολλά χρόνια να τις ξαναδούμε.

Αυτός ήταν τέλειος για …μένα. Ομογενής από την Ταγκανίκα, κάτοικος του Νταρ ες Σαλάμ, πάμπλουτος, με απέραντες φυτείες στο εσωτερικό της χώρας. Για δύο τρεις μήνες (όσο κράτησαν οι διαπραγματεύσεις, που τελικά απέτυχαν) εγώ ζούσα στην Αφρική. Καβάλα σε μεγάλο άλογο, με την καραμπίνα στην πλάτη (με είχε διαβεβαιώσει πως υπήρχαν πολλά λιοντάρια και τίγρεις) διέσχιζα τις φυτείες και επέβλεπα τους μαύρους καλλιεργητές.

Το δεύτερο φανταστικό μου ταξίδι έγινε στην αρχή της δεκαετίας του 60. Επιστρέφοντας από την Γερμανία έζησα την πιο δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Ο πατέρας μου είχε φύγει από το σπίτι, εγώ υπηρετούσα στο Ναυτικό. Δεν υπήρχαν χρήματα, η μητέρα πουλούσε χαλιά, σερβίτσια, έπιπλα, κοσμήματα, για να μας θρέψει. Έκανα ό,τι δουλειά έβρισκα: μεταφράσεις, μαθήματα αγγλικών, γαλλικών, γερμανικών…

Στο Μόναχο είχα γνωρίσει ένα φοιτητή Νεοζηλανδό με τον οποίο είχαμε κοινά ενδιαφέροντα – κυρίως την ποίηση.

Αλληλογραφούσαμε και αφού έφυγα. Κάποια στιγμή του έγραψα για τις δυσκολίες που πέρναγα – και με κάλεσε να πάω εκεί. Φαίνεται ότι είχε οικονομική άνεση και μεγάλο σπίτι, όπου θα μπορούσα να μείνω όσο θέλω. Και θα ήταν εύκολο να μου βρει μία καλή δουλειά, ώστε να μεταναστεύσω για πάντα.

Παράλληλα μου έστελνε καρτ ποστάλ με φωτογραφίες υπέροχων τοπίων. Τα βράδια, κυρίως όταν κοιμόμουνα νηστικός, έκανα το φανταστικό μου ταξίδι. Για περίπου ένα χρόνο, μέχρι που βρήκα δουλειά στην διαφήμιση, ζούσα περισσότερο εκεί παρά εδώ.

Προχθές συνάντησα ένα γείτονα ο οποίος μόλις είχε γυρίσει από ταξίδι στη Νέα Ζηλανδία. Άρχισε να μου περιγράφει τις ομορφιές της, οπότε τον ξάφνιασα λέγοντάς του πως τις γνωρίζω. Έχω πάει κι εγώ εκεί!

Ξάφνιασα και τον εαυτό μου, όταν με άκουσα να το λέω. Αλλά μήπως δεν είχα πάει; Μήπως δεν είχα ζήσει εκεί με την φαντασία μου, πολλούς μήνες; Μήπως δεν είχα μάθει απ’ έξω τα τοπία, μελετώντας φωτογραφίες;

Ναι και στην Τανγκανίκα και στην Νέα Ζηλανδία έχω ταξιδέψει, όπως και ο Ιούλιος Βερν στο φεγγάρι. Στο κάτω κάτω, τι άλλο είμαστε εμείς οι συγγραφείς, όταν αφηγούμαστε: παραμυθάδες και επαγγελματίες ψεύτες!

 

By Nikos Dimou
Πηγή: doncat.blogspot.gr

Thessaloniki Arts and Culture 

 

 

Διαβάστε επίσης

Close