Μην κοιτάζεις τον δρόμο. Ακολούθησέ τον.
Αλλά πώς να τον ακολουθήσω και μέχρι πού;
Να τον ακολουθήσω σαν αυτούς που έρχονται από την πόλη ή πάνε σε αυτήν, σαν αυτούς που φεύγουν ή αυτούς που επιστρέφουν, σαν αυτούς που έρχονται να αγοράσουν και να πουλήσουν, σαν αυτούς που έρχονται να δουν και να ακούσουν ή σαν αυτούς που φεύγουν κουρασμένοι από όσα είδαν και άκουσαν;
Σαν ποιους από όλους αυτούς;
Ή σαν τι κοινό σε όλους αυτούς;
Ή με ποιον άλλον τρόπο διαφορετικό από όλων αυτών;
Όπως και να ήταν, δεν μπορούσα παρά να φύγω.
Όποιο κι αν ήταν το νόημα και η φύση της αγωνίας μου, η ανακούφισή της -και όχι το φάρμακό της, αυτό το ήξερα καλά- ήταν να φύγω, να ακολουθήσω εκείνο το δρόμο μέχρις εκεί που ήθελε το Πεπρωμένο.
Γιατί, για ποιο σκοπό, αναζητώντας τι;
Δεν ήξερα τίποτα περισσότερο από ό,τι ήξερα και για το νήμα και για τη φύση της αγωνίας μου.
Από το βίβλίο “Ο ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ”, του Φερνάντο Πεσσόα, εκδόσεις Νεφέλη
Επιλογή αποσπάσματος: Βίλυ Αργυρούδη