Artist: Formento & Formento

Η συναισθηματική σπατάλη των λεξεων

«Ευχαριστώ» πέταξε αδιάφορα χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει τον πελάτη κι έχωσε το φιλοδώρημα βιαστικά στο ανοιχτό, μαύρο τσαντάκι που είχε περασμένο στη μέση της.

Ήταν στο τέλος της βάρδιας και τα πόδια της πονούσαν αφόρητα, επειδή η συνάδελφος της έπρεπε την τελευταία στιγμή να λείψει και σερβίριζε μόνη της όλο το μαγαζί, ολόκληρη τη νύχτα.
Ένιωθε τους μυς της να καίνε, το μυαλό της να υπερχειλίζει από τον όγκο πληροφοριών που είχε συγκρατήσει κατά τη διάρκεια της βραδιάς και τα χέρια της να αρνούνται να σηκώσουν το δίσκο χωρίς να απαιτούν από τον εγκέφαλο δεύτερη προσπάθεια εντολής.

Ευχόταν να μπορούσε άμεσα να διακτινιστεί και να βρεθεί φρεσκοπλυμένη, αραγμένη στην πολυθρόνα του σπιτιού της, με μια λεκάνη αλατόνερο στα πόδια, απαλλαγμένη από τη βρώμα, τον ιδρώτα και τη μπόχα του τσιγάρου που σχεδόν πότιζαν το δέρμα της.

«Δεσποινίς» ακούστηκε η φωνή του πελάτη που μόλις είχε ευχαριστήσει, να της κόβει την φόρα της φυγής.
«Παρακαλώ» απάντησε αδιάφορα, ενώ έκανε μεταβολή. Βρέθηκε να αντικρίζει δυο γερασμένα μάτια στο χρώμα του ουρανού όταν έχει κέφια και ξανοίγεται για να περάσουν οι ακτίνες του ήλιου πιο γρήγορα από μέσα του.
«Όλο το βράδυ εξυπηρετήσατε εμένα και τους υπόλοιπους πελάτες άψογα μεν, άψυχα δε. Μπορεί να είναι μια πράγματι εξαντλητική μέρα για εσάς, μπορεί να έχετε τις μαύρες σας, τις σκοτούρες σας, τα προβλήματά σας και να μην έχετε την διάθεση να ευχαριστήσετε οποιονδήποτε για οτιδήποτε, ούτε ακόμη αυτόν που σας άφησε μια λίρα για φιλοδώρημα…» της είπε καλοσυνάτα, κάνοντας μια παύση ώστε να της δώσει το χρόνο να ελέγξει το τσαντάκι της για να βεβαιωθεί πως της έλεγε την αλήθεια.
Κοίταζε σαστισμένη, χωρίς να αρθρώνει την παραμικρή υποψία ήχου, μια εκείνον και μια το ανοιχτό τσαντάκι με τα κέρματα. Έβλεπε πράγματι κάτι χρυσό να ξεχωρίζει ανάμεσα στα δεκάδες ξεθωριασμένα θαμπά μέταλλα.

Εκείνος ξαναπήρε το λόγο και συνέχισε: «Μη σας περνά βεβαίως από το μυαλό πως επιθυμώ να είστε απαραίτητα ευγνώμων που υπήρξα γενναιόδωρος. Άλλωστε ήταν πρωτίστως δική μου επιλογή να είμαι. Αν όμως παρ’ ελπίδα θέλατε ειλικρινώς να με ευχαριστήσετε, έχω να σας πω πως οι λέξεις σας ακούστηκαν περισσότερο σαν καταναγκαστικό έργο ή έστω ανεπιτυχής προβαρισμένη προσπάθεια κακού ηθοποιού παρά “ευχαριστώ”, έστω και για λόγους ευγενείας. Ούτε εσείς, λοιπόν, εννοούσατε το “ευχαριστώ” σας, ούτε εγώ το έλαβα ως “ευχαριστώ”.

Δεν είναι κρίμα ακόμη και τα απλά πράγματα που λέμε καθημερινά να μην τα εννοούμε;
Εν ολίγοις, αυτό που νιώθω την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σας, μιας και είστε νεότερη και ίσως προλαβαίνετε να αλλάξετε τη δική σας νοοτροπία αλλά και των γύρω σας, είναι μόνο μια συμβουλή:
«Να μην ξοδεύετε τα “ευχαριστώ” σας σε λέξεις, σε πράξεις να τα ξοδεύετε. Αυτές από μόνες τους -ακόμη και στην πιο απλή τους μορφή- τα λένε όλα.»

Συνέχισε να τον κοιτάζει, ενώ εκείνος είχε ήδη σηκωθεί και απομακρυνόταν από το τραπέζι. Γύρισε λίγο πριν ανοίξει την πόρτα και την καληνύχτισε κάνοντας ταυτόχρονα μια μικρή υπόκλιση.
Σίγουρα ήξερε να εννοεί και να δείχνει με πράξεις όσα έλεγε, σκέφτηκε.

Ξαφνικά ένιωσε τα γρανάζια του μυαλού της να γυρίζουν αντίστροφα και να προβάλουν εικόνες από όλες εκείνες τις φορές που ευχαριστούσε τους άλλους, συνήθως άγνωστους, για ασήμαντα πράγματα και ανέβαλε τις φορές που έπρεπε πράγματι να το κάνει, συνήθως επηρεασμένη από εγωισμό ή τους γρήγορους ρυθμούς της καθημερινότητας.
Πόσο λάθος λογική ήταν αυτή; Πόσα ευχαριστώ είχε ξεστομίσει, μπερδεμένα σε λέξεις χωρίς ουσία, χωρίς νόημα, χωρίς πραγματικό συναίσθημα; Είχε τόσο κουραστεί η γλώσσα από το σάλιο που κατανάλωνε στα ανάξια λόγια που όταν χρειαζόταν να πει αλήθειες δίσταζε.

Είχε ξοδέψει άπειρα ανούσια “ευχαριστώ”, “σ’ αγαπώ”, “θα τα πούμε”, “θα βρεθούμε”, “θα σε πάρω τηλέφωνο”.
Εκείνη που πάντα ζητούσε ειλικρίνεια και αλήθεια από τους άλλους, είχε η ίδια υπάρξει θύμα των λέξεων που ξεστομίζονται για να γεμίσουν τις σιωπές και δεν συνοδεύονται από τα συναισθήματα που τους αξίζουν. Όλα τα μπερδεμένα κουβάρια της ζωής της έμοιαζαν πιο απλά και ξεκάθαρα από ποτέ.

Ξόδευε συναισθηματικές αξίες σε φθηνά πράγματα.
Άφησε το δίσκο και έτρεξε προς την εξώπορτα. Είδε τον ηλικιωμένο, από μηχανής θεό της, έτοιμο να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο.
«Περιμένετε μισό λεπτό!» φώναξε και έτρεξε να τον προλάβει. Την κοίταξε χωρίς να μιλήσει, δίνοντας της το χρόνο να ξελαχανιάσει και να ξεστομίσει αυτό που τα μάτια της είχαν ήδη πει.
«Ευχαριστώ» είπε και η καρδιά της βγήκε μπροστά να κάνει παρέα στις λέξεις και να δώσει ώθηση στα χέρια να υψωθούν και να τον πάρουν μια αγκαλιά.

Ήταν το πιο ειλικρινές, λυτρωτικό και αβίαστο “ευχαριστώ” που είχε βγει από μέσα της εδώ και καιρό. Το μόνο που χρειάστηκε ήταν να συνειδητοποιήσει πως ό,τι επιλέγουμε να ξοδέψουμε, είτε είναι χρόνος, χρήμα, λέξεις, πράξεις ή συναίσθημα, χρειάζεται απλώς να αξίζει τον κόπο.

Κείμενο: Ιωάννα Γκανέτσα (Ioanna Gkanetsa)

Thessaloniki Arts and Culture

 

 

Διαβάστε επίσης

Close