Να το ζήσω; από την Ιωάννα Γκανέτσα

Να το ζήσω; από την Ιωάννα Γκανέτσα

Όταν ο δισταγμός ρωτά…

«Καλησπέρα… με όλο το θάρρος και διαβάζοντας όλα αυτά που γράφεις, θα μπορούσα να σου ζητήσω μια συμβουλή; Νομίζω πως έχεις έναν τρόπο να αφουγκράζεσαι τους άλλους…», μου γράφει η Δ. κάπου τα μεσάνυχτα λίγες μέρες πριν.

Δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος αναγνώστης ή αναγνώστρια επικοινωνεί μαζί μου. Οι λέξεις έχουν πολλές φορές τη μαγική ιδιότητα να προκαλούν έντονα συναισθήματα και να νιώθει εκείνος που τις διαβάζει πως κάπου υπάρχει μια ψυχή που ίσως καταλαβαίνει αυτό που θέλει να βγάλει από μέσα του.

«Καλησπέρα», απαντώ, «δεν είμαι ειδική αλλά μπορώ να σε ακούσω, αν θέλεις».

Είμαι σίγουρη πως κανένας από όσους κατά καιρούς μου γράφουν δεν το κάνει γιατί θέλει πράγματι μια συμβουλή. Νομίζω πως μια φωτογραφία στην άλλη άκρη του ίνμποξ δεν μπορεί να πείσει οποιονδήποτε για οτιδήποτε, αν ο ίδιος δεν είναι έτοιμος να το πιστέψει.

Αυτό σημαίνει πως δεν χρειάζεται να συμβουλέψω (πως θα μπορούσα άλλωστε όταν δεν έχω όλα τα κομμάτια του πάζλ αλλά όσα επιλέγει σε λίγες γραμμές να μου γράψει). Χρειάζεται απλά να «ακούσω» όσα έχει να πει.

Όσο εκείνος ή εκείνη σκέφτεται ποιες πληροφορίες θέλει να μου δώσει, συνειδητοποιεί παράλληλα τι είναι σημαντικό και τι όχι σε αυτό που μου περιγράφει.

«Εδώ και λίγο καιρό», συνεχίζει η Δ. «μου αρέσει πολύ ένας άνθρωπος, (γενικά είμαι επιλεκτική και δεν συμβιβάζομαι με κάτι που δεν με γεμίζει), αυτός όμως ο άνθρωπος με εμπνέει, με κάνει να χαμογελώ…»

Σ’ αυτές τις τρεις πρώτες σειρές βρίσκεται όλη η ουσία. Πρώτον, την εμπνέει και την κάνει να χαμογελά. Πόσο πιθανό είναι, αν διαβάζοντας όσα έχει να μου πει θεωρήσω πως δεν είναι καλό ή σωστό να συνεχίσει μαζί του, ν’ ακούσει αυτό που θα προτείνω; Αφού την κάνει να χαμογελά και την εμπνέει!

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι «βιάζεται» να μου ξεκαθαρίσει πως είναι επιλεκτική και δεν συμβιβάζεται γενικότερα. Ο σκοπός της αναφοράς μιας τέτοιας πληροφορίας, ακόμη κι όταν γίνεται ασυνείδητα, είναι να μην την κρίνω επειδή αυτή τη φορά ίσως παρεκκλίνει των αρχών της για χάρη του έρωτα.

Τελειώνοντας την περιγραφή του προβληματισμού της αναφέρει πως είναι δεκαοκτώ χρονών (ευτυχώς για εμένα είναι κι εκείνος μικρός διαφορετικά θα ήταν κατάσταση ειδικού χειρισμού) οπότε προκύπτει το τρίτο συμπέρασμα πως ναι μεν είναι λογικό να μην συμβιβάζεται, μιας και η ηλικία το δικαιολογεί πλήρως αλλά είναι αφύσικο να γνωρίζει σε βάθος την έννοια την επιλεκτικότητας. Είναι πιθανότερο να έχει απλά αναπαράγει ακούσια την καραμέλα «εγώ δεν συμβιβάζομαι, μωρό μου» που αναμασιέται σε πάσα μορφή και πάσα διατύπωση.

Σε αυτό το σημείο ανοίγω παρένθεση και δηλώνω πως με κουράζει η τόση δήθεν ανεξαρτησία της εποχής. Ο έρωτας είναι γεννημένος για να προκαλεί εξάρτηση.

«Να το ζήσω;», με ρωτά και συνειδητοποιώ ακόμη μια φορά πως τελικά ο δισταγμός και ο φόβος μήπως πληγωθείς από τον έρωτα δεν γνωρίζει ηλικία.

«Ν’ ακούσεις το ένστικτο, δεν κάνει ποτέ λάθος», της απαντώ. «Να το ζήσεις αν εκείνο σου το λέει και να αφεθείς. Μην ξεκινάς με μη και όχι. Ξεκίνα και όπου βγάλει, αν βγάλει. Κι όποτε δεν σου αρέσει ή ξενερώσεις, σταμάτα. Τόσο απλά. Η ζωή είναι απλή, δεν χρειάζεται να σκεφτόμαστε πολύ σύνθετα».

«Φοβάμαι μη δεθώ μαζί του».

«Αν είναι να δεθείς, θα γίνει ούτως ή άλλως. Δεν είναι στο χέρι σου, είναι στο χέρι του έρωτα. Εσύ χρειάζεται να βιώνεις πολύ, όχι να σκέφτεσαι και να αναλύεις πολύ. Είσαι μόνο 18!»

«Έχεις δίκιο. Σε ευχαριστώ, πραγματικά! Πιστεύεις ότι το ένστικτο είναι αλάνθαστο;»
«Ω, ναι. Ακόμη κι όταν προσποιούμαστε ότι δεν είναι».

«Θα το ακολουθήσω».
«Το ένστικτο, όχι την καρδιά. Εκείνη μπορεί να κάνει λάθος».

« Ποια είναι η διάφορα;»

(σε αυτό το σημείο βάζω τα γέλια και αναφωνώ «Θεέ μου, είναι όντως 18!»)

«Η καρδιά, ακούει το συναίσθημα και το συναίσθημα δεν είναι πάντα καλός κριτής, γέρνει υπέρ του έρωτα ακόμη κι όταν είναι λάθος. Το ένστικτο είναι ακέραιο, αδέκαστο, δεν μπλέκεται συναισθηματικά, σου δείχνει την αλήθεια».

«Δεν ξέρω πως ξεχωρίζεις το ένστικτο από την καρδιά. Το μόνο που ξέρω είναι ότι πατά τις ευαίσθητες χορδές μου και αυτό με συγκινεί απίστευτα».
«Αυτό είναι καρδιά και ένα πρώτο δείγμα του έρωτα».

«Ξέρω πως ό,τι και να κάνω θα φάω τα μούτρα μου! Αν δεν το ζήσω, θα με φάει μέσα μου. Αν το ζήσω, θα κλαίω. Είμαι ρομαντική, πανάθεμα με!»
«Δοκίμασε αλλά με ρέγουλα, μην πέσεις στα βαθιά με την πρώτη. Είσαι μωρό και δεν ξέρεις καλό κολύμπι στα νερά του έρωτα».

«Σε ευχαριστώ πραγματικά, μάλλον κάποιον να με προτρέψει ήθελα, την ήξερα την απάντηση μέσα μου».
«Αυτό είναι ένστικτό», της γράφω και πριν την καληνυχτίσω, την ενημερώνω πως θα κάνω μέρος της συνομιλίας μας κείμενο. Δεν την νοιάζει να μάθει λεπτομέρειες. Μόνο οι απαντήσεις που πήρε την ενδιαφέρουν.

Δεν ξέρω τι θ’ απογίνει ο έρωτας της Δ. Ποτέ κανείς από όσους μου έχουν εκμυστηρευτεί σκέψεις ή συναισθήματα τους δεν έχει επικοινωνήσει δεύτερη φορά. Ούτε ρωτώ ποτέ να μάθω. Σαν να μην έλαβε ποτέ χώρα η συζήτηση. Σαν να μην ειπώθηκε ποτέ τίποτα.

Άλλωστε, στην τελική, δεν είμαι παρά μια διέξοδος της εσωτερικής φωνής.

Τον εαυτό τους ακούν όσοι μου τα λένε, όχι εμένα…

Κείμενο:Ιωάννα Γκανέτσα

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close