Ο κόσμος δεν θα ήταν ποτέ αρκετός χωρίς το φιλί της

Ο κόσμος δεν θα ήταν ποτέ αρκετός χωρίς το φιλί της

Τη γνώρισα έφηβη, στο μεταίχμιο της αλλαγής της από κορίτσι σε γυναίκα.

Κάθε φορά που συναντιόμασταν, τα μαλλιά της με μεθούσαν με γάλα καρύδας και το κορμί της έδινε στο άρωμα φράουλας που τύλιγε τον λαιμό της τη γλυκιά συνοδεία της σαντιγί κάνοντας τη δοκιμή του σίγουρη απόλαυση.

Την πρώτη φορά που μου χαμογέλασε, ο κόσμος μου, τουλάχιστον αυτός που μέχρι τότε είχα μάθει μέσα από τα επιφανειακά ερωτικά πάρε-δώσε, γέμισε αμφιβολίες.

Ένιωθα πως ό,τι ήξερα για τα συναισθήματα πριν βρεθεί εκείνη στο δρόμο μου ήταν φτωχά υποκατάστατα της έντονης επιθυμίας και της απόλυτης αφοσίωσης σ’ ένα μόνο πρόσωπο.

Η παρουσία της κολύμπησε βαθιά μέσα μου και έβγαλε στην επιφάνεια τους θησαυρούς της άδολης αγάπης. Δήλωσα υποτέλεια στη μικρή εκείνη θεά που είχε έρθει, όπως αργότερα κατάλαβα, για να χαρίσει στον έως τότε ανώνυμο έρωτα μου τ’ όνομα της.

Έχουν περάσει σχεδόν δύο δεκαετίες από το πρώτο μας φιλί κι όμως στη μνήμη μου δεν υπάρχει τίποτε πιο αιώνιο από εκείνη την αίσθηση. Τότε που όλες οι ηδονές ταυτόχρονα υποτάχτηκαν στο στόμα της. Τότε που αναψοκοκκινισμένη από την αφέλεια του έρωτα μού πρόσφερε δυο χείλη τρεμάμενα. Σφράγισα πάνω τους όση σιγουριά μου είχε απομείνει απλά για να βεβαιώσω τα έξω μου γι’ αυτό που τα μέσα μου ήδη γνώριζαν.

Ο κόσμος δεν θα ήταν ποτέ αρκετός χωρίς το φιλί της.

Μέθυσα από έρωτα, τ’ ομολογώ. Άφησα τον εαυτό μου ν’ αγαπήσει τη νεανική σπίθα της. Μαζί της ένιωσα ξανά την τρέλα της νιότης, μιας νιότης που είχα σπαταλήσει σε ανούσιες προορισμούς ψάχνοντας για νησιά όπου δεν κατοικούσαν δυνατά συναισθήματα.

Αρνήθηκα τις ανέσεις της ηλικίας μου ώστε να κάνω χώρο για τις δυσκολίες της δικής της. Παραδόθηκα στο παραμύθι του ιππότη που συναντά τη δική του πριγκίπισσα.

Της χάρισα τα σκήπτρα της καρδιάς μου και όρμησα χωρίς πανοπλία. Βούτηξα στο κενό χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Ήξερα πως η παρουσία της περιέβαλε τη ζωή μου με όση σιγουριά χρειαζόμουν.

Παρόλη την επιπολαιότητα που κατά κύριο λόγο χαρακτήριζε την ηλικία της, εκείνη φερόταν στον έρωτα με την ωριμότητα που του άρμοζε. Μου έδινε όλα όσα θα μπορούσαν να γεμίσουν τις μέρες μου με επιθυμίες και τις νύχτες μου με όνειρα.

Λάτρεψα τον αυθορμητισμό της, την όρεξη για ζωή, το πάθος, την ειλικρίνεια στο βλέμμα της, την αλήθεια στο χαμόγελο της. Ήταν βέβαιο.

Είχα γεννηθεί για να την αγαπήσω.

Κι αν είναι κάτι που με τρομάζει τόσα χρόνια μετά και παρόλη την απόσταση που μας χωρίζει δεν είναι αν μ’ έχει ξεχάσει. Ξέρω πως με κουβαλά μέσα της, όπως και εγώ εκείνη. Ούτε πως ίσως έχει σταματήσει να μ’ αγαπά. Νιώθω την αύρα της σε κάθε φύσημα του αγέρα και βλέπω τη μορφή της σε κάθε αστέρι που φωτίζει τις νύχτες μου.

Με κρατά καλά φυλαγμένο στο κομμάτι εκείνο της καρδιάς της που βασιλεύει η πρώτη και παντοτινή αγάπη της. Ούτε η σκέψη πως κάποια στιγμή θα πεθάνω με φοβίζει.

Αυτό που με τρομάζει είναι πως όταν πεθάνω, θα χαθεί μαζί με εμένα και η αγάπη μου για εκείνη. Γιατί εκείνη είναι μια γυναίκα που της αξίζει να την αγαπούν αιώνια. Όπως αιώνιο είναι το αποτύπωμα που αφήνει σε όσους δίνεται.

Και το μόνο που θέλω να ζητήσω από τον θεό λίγο πριν τον συναντήσω είναι να με αφήσει να σταθώ απέναντι της μια τελευταία φορά. Μόνο για να της πω:

«Δικός σου για πάντα. Σ’ αγαπώ»

Κείμενο: Ιωάννα Γκανέτσα

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close