Φωτογραφία, από την ομότιτλη ταινία με την Αλίκη Βουγιουκλάκη

Μαρία Πενταγιώτισσα: μια γυναίκα σε λάθος τόπο και χρόνο

Σε λάθος τόπο και σε λάθος χρόνο  γεννήθηκε και έζησε η πανέμορφη, σύμφωνα με τον θρύλο, Μαρία Δασκαλοπούλου (1821- 1885).  

 

Το  κίνημα για τη γυναικεία απελευθέρωση δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί, χρειάστηκε να περάσει μισός αιώνας ακόμη, και οι Πενταγιοί, τόπος καταγωγής της, ένα χωριό της ορεινής Δωρίδος, δεν ήταν ακριβώς Παρίσι ούτε κάν Αθήνα από άποψη κοινωνικής ζωής!

Για τη ζωή της Μαρίας της Πενταγιώτισσας, θρυλούνται πολλά, άλλωστε είναι πασίγνωστο το δημοτικό τραγούδι « Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά και στο Χρισσό  κριάρια και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παλληκάρια…». Ο κύριος Φ.Βρέττας μας δίνει μια εκδοχή της.

Η Μαρία ή Μαρίτσα Πενταγιώτισσα ήταν μια κοπέλα (θρυλική για την ομορφιά αλλά και για ένα πολύκροτο ερωτικό της σκάνδαλο) που έζησε την εποχή της βασιλείας του Όθωνα στην ορεινή Φωκίδα. Το προσωνύμιο Πενταγιώτισσα το όφειλε στον τόπο καταγωγής της, το χωριό Πενταγιού. Η ιστορία της αποτέλεσε στα νεότερα χρόνια πηγή έμπνευσης θεατρικών έργων, κινηματογραφικών ταινιών και τραγουδιών.

Η Μαρία Πενταγιώτισσα φέρεται να γεννήθηκε το 1821. Από τα νεανικά της χρόνια διασώθηκαν μόνο διάφορες παραδόσεις και θρύλοι. Ο πατέρας της λέγεται πως ήταν γραμματοδιδάσκαλος, εξ ού και ο χαρακτηρισμός της «μωρή δασκαλοπούλα» στο γνωστό τραγούδι «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά». Υπήρξε ιδιαίτερα όμορφη κοπέλα, δυναμική και χειραφετημένη για τα δεδομένα της εποχής της.

Αυτό που άφησε την ιστορία της ζωής της στην παράδοση είναι το ότι υπήρξε ηρωίδα ενός ερωτικού σκανδάλου που κατέληξε στη δολοφονία του αδελφού της. Μια συνισταμένη διάφορων εκδοχών αναφορικά με τη ζωή της διαλαμβάνει τα ακόλουθα περιστατικά που χρονολογικά τοποθετούνται στην περίοδο της βασιλείας του Όθωνα:

Σε μια επίσκεψη του βασιλιά Όθωνα και της βασίλισσας Αμαλίας στην Άμφισσα (τα Σάλωνα), πήγαν αντιπροσωπείες από όλα τα χωριά της Φωκίδας για να πάρουν μέρος στους εορτασμούς της υποδοχής του βασιλικού ζεύγους. Πήγαν κι από την Πενταγιού. Στην αντιπροσωπεία των Πενταγιωτών συμμετείχε και η Μαρία.

Λέγεται μάλιστα ότι, κατά την παρουσίαση των αντιπροσωπειών, η βασίλισσα Αμαλία εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά της Μαρίας και εκδήλωσε πρόθεση να την καλέσει στο παλάτι και να την εντάξει στην ακολουθία της. Στα πλαίσια των εορτασμών στα Σάλωνα για την υποδοχή του βασιλικού ζεύγους, οι διάφορες αντιπροσωπείες επιδόθηκαν σε γλέντια, με ρουμελιώτικο φαγοπότι και χορούς.

Η Πενταγιώτικη αντιπροσωπεία είχε στήσει τη διασκέδαση στο χωριό Χρισσό, λίγο πιο έξω από τα Σάλωνα, κοντά στους Δελφούς. Εκεί, καθώς έμπαινε στο χορό η Μαρία, μπήκε κοντά της, πιάνοντας της το χέρι, και ένας συγχωριανός της νέος, ο Δημήτρης Τουρκάκης. Στο χωριό είχε κυκλοφορήσει η φήμη ότι οι δυο νέοι είχαν κρυφό ερωτικό δεσμό.

Μόλις είδε το χειροκράτημα αυτό στον χορό ο αδερφός της Μαρίας, Γιάννης, όρμησε έξαλλος και έσυρε, μπροστά σε όλους τους συγχωριανούς, τη Μαρία έξω από το χορό. Αυτή το θεώρησε μεγάλη προσβολή και επιστρέφοντας στην Πενταγιού, σε συνάντησή της με τον Τουρκάκη, οργισμένη του είπε να μην τον ξαναδεί μπροστά της, γιατί ήταν δειλός και δεν είχε το θάρρος να την υπερασπιστεί ζητώντας την από τον αδερφό της σε γάμο.

Ο Τουρκάκης, κατά την παράδοση πάντα, για να αποδείξει πως δεν ήταν δειλός, έστησε νύχτα καρτέρι στον αδερφό της Μαρίας και τον σκότωσε. Στη συνέχεια μετέφερε το πτώμα στο Ξεροβούνι που υψώνεται πάνω από το χωριό και το έριξε στον «κάρκανο», ένα βαθύ βάραθρο στην κορφή του βουνού και κατόπιν, νύχτα ακόμα, γύρισε στο χωριό, στον κήπο έξω από το σπίτι της Μαρίας, και της έκαμε σινιάλο να κατέβει.

Μόλις συναντήθηκαν, της έδειξε την αρματωσιά του αδερφού της, της είπε ότι δεν είναι δειλός και της ανάγγειλε θριαμβευτικά το «κατόρθωμά» του. Εκείνη αποτροπιασμένη έβγαλε μια κραυγή πόνου «αδερφέ μου, σε σκότωσα!». Σε δυο τρεις μέρες, βοσκοί Πενταγιώτες, στο βουνό, οδηγημένοι κι από τα σκυλιά τους, βρήκαν και ανέσυραν το πτώμα από το βάραθρο κι όπως ήταν επόμενο έφτασε στην Πενταγιού η χωροφυλακή για ανακρίσεις.

Ο Τουρκάκης μετά τη συνάντησή του στον κήπο της Μαρίας εξαφανίστηκε. Τελικά οδηγήθηκε στις αρχές με την κατηγορία του φόνου. Το σημαντικό για το θέμα μας είναι το γεγονός ότι κατηγορήθηκε και η Μαρία για ηθική αυτουργία.

Η κατηγορία στηρίχτηκε στη μαρτυρία της αδερφής της, η οποία κατέθεσε για την κραυγή της Μαρίας «αδερφέ μου σε σκότωσα» εκείνη τη νύχτα της συνάντησης της με τον Τουρκάκη στον κήπο. Η αδερφή της Μαρίας, κατά την παράδοση, ήταν μάλλον άσχημη και ζήλευε τη Μαρία για την ομορφιά της.

Συνελήφθη λοιπόν και η Μαρία, καταδικάστηκε και κλείστηκε στις φυλακές Λαμίας. Ύστερα από λίγα χρόνια στη φυλακή, πριν εκτίσει ακόμα την ποινή της, σύμφωνα με την παράδοση πάντα, πλάνεψε με τα θέλγητρά της τον δεσμοφύλακα κι εκείνος την διευκόλυνε ώστε να δραπετεύσει.

Περπατώντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Πενταγιού την ημέρα της Λαμπρής και βρήκε τους συγχωριανούς της να χορεύουν στην πλατεία του χωριού. Άκουσε και το τραγούδι το αφιερωμένο στην προσωπική της τραγωδία: «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά και στο Χρισσό κριάρια και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παλληκάρια…»

Οι Πενταγιώτες, μόλις την είδαν ανήμερα του Πάσχα στην πλατεία, ταράχτηκαν. Οι περισσότεροι την αντίκρισαν με ανάμικτα συναισθήματα. Μερικοί επιτιμητικά και η κόρη του πάρεδρου του χωριού, η οποία από τα παιδικά τους ακόμα χρόνια φθονούσε τη Μαρία για τα κάλλη της, που η ίδια δεν είχε, της φέρθηκε έκδηλα εχθρικά.

Η Μαρία, μπροστά σε αυτή την υποδοχή, προχώρησε στο κέντρο της ομήγυρης και θαρραλέα, όμως και με παράπονο, φώναξε: «τί σας έκαμα, ωρέ Πενταγιώτες, και με κατατρέχετε;». Αναταραχή και σούσουρο ήταν η απάντηση.

Απογοητευμένη η Μαρία και φοβούμενη ότι θα κατάφθανε η χωροφυλακή να τη συλλάβει και να την οδηγήσει πίσω στη φυλακή, εγκατέλειψε το χωριό και τράπηκε προς τα βουνά της περιοχής όπου περιφερόταν μια μικρή ομάδα «ληστών», φυγόδικων δηλαδή, εναντίον των οποίων εκκρεμούσαν εντάλματα σύλληψης για σοβαρά μάλλον αδικήματα (γι” αυτό και αποκαλούνταν «ντελματζήδες»).

Η Μαρία κατέφυγε στον επικεφαλής της ομάδας, στον καπετάνιο και εκείνοι τη δέχτηκαν και την ενέταξαν στη δύναμη της ομάδας. Δεν έμεινε πολύν καιρό εκεί. Ο παπάς της Πενταγιούς ανέβηκε μια μέρα στο βουνό και τη συνάντησε. Της μίλησε με συμπάθεια και με θερμά λόγια της έπλεξε το εγκώμιο, πόσο καλή κοπέλα ήταν πριν από την περιπέτεια της. Τη συγκίνησε και την έπεισε να γυρίσει μαζί του στο χωριό.

Κατάφεραν ακόμα να αμνηστευθεί κι έτσι τέλειωσαν πιο τα βάσανα της. Αργότερα παντρεύτηκε στο πλαϊνό μεγαλοχώρι, το Παλαιοκάτουνο (Κροκύλειο), τον χήρο Κωνσταντίνο Αρμάο που είχε από τον προηγούμενο γάμο του τέσσερα παιδιά. Η Μαρία τα ανάθρεψε, τα μόρφωσε και τους έδωσε σωστές αρχές. Πέθανε τιμημένη το 1885, σε ηλικία 64 ετών.

 

Πηγή: peopleandideas.gr

Thessaloniki Arts and Culture 

 

 

Διαβάστε επίσης

Close