Fury, κριτική ταινίας

Fury, κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: David Ayer

Ηθοποιοί: Brad Pitt, Logan Lerman, Shia LaBeouf, Jon Bernthal, Michael Peña, Jason Isaacs, Scott Eastwood, Xavier Samuel, Alicia von Rittberg, Anamaria Marinca, Brad William Henke, Kevin Vance

Κριτική: Άγγελος Νομικός, Movie Heat

Ένα βρώμικο, βίαιο, μακριά (ως επί το πλείστον) από αμερικανικά κλισέ και ταυτόχρονα άκρως ρεαλιστικό πολεμικό δράμα, το “Fury” δεν κυνηγά να γίνει «Στρατιώτης Ράιαν» στη θέση του «Στρατιώτη Ράιαν». Και πολύ καλά κάνει. Αντιθέτως, αφήνει το δικό του στίγμα στην κινηματογραφική λίστα με τις (όχι και πολλές εδώ που τα λέμε) πραγματικά πετυχημένες ταινίες για το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Τον Απρίλιο του 1945 κι ενώ οι σύμμαχοι προελαύνουν στη Γερμανία, ο νεκρός πυροβολητής ενός αμερικανικού τανκ αντικαθίσταται από έναν άκαπνο νεαρό γραφιά (Logan Lerman), ο οποίος θα βιώσει τη φρίκη του πολέμου με τον πιο άμεσο τρόπο.”

To “Fury” είναι από εκείνες τις ταινίες που τραβούν το βλέμμα σου στην οθόνη από το πρώτο έως και το τελευταίο λεπτό. Ένα έργο που απαιτεί την απόλυτη και πλήρη προσοχή σου. Εδώ που τα λέμε, δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς. Ο David Ayer (σεναριογράφος των “Τhe Fast and the Furious” (2001), “Training Day” (2001) και “S.W.A.T.” (2003) και σκηνοθέτης των “Street Kings” (2008), “End of Watch” (2012) και του πρόσφατου “Sabotage”) κάνει το δύσκολο σκηνοθετικά άλμα από την αστυνομική στην πολεμική περιπέτεια με πολύ μεγάλη επιτυχία. Ευρηματικά, αργά πλάνα και γρήγορη, κοφτή δράση, ισορροπούν απόλυτα σε ένα πολεμικό δράμα που αναμφίβολα θα σοκάρει, αν όχι όλους, οπωσδήποτε τους περισσότερους θεατές.

Μπροστά από την κάμερα τώρα, ο Ayer έχει συγκεντρώσει ένα εκπληκτικό cast, με πρώτο και καλύτερο τον Brad Pitt. Αν εξαιρέσουμε ότι το πρόσωπο του 50χρονου star έχει φουσκώσει από τα πολλά botox περισσότερο και από στήθος πορνοσταρ (προσπαθώντας, όπως σύσσωμο το Hollywood, να νικήσει τη μάχη με το χρόνο), o Βrad δίνει μια πολύ, πολύ δυνατή ερμηνεία στο ρόλο του Don “Wardaddy” Collier. Όπως και ο Jeremy Renner στο “Kill the Messenger”, έτσι και ο Pitt, τον βλέπω να χάνει στο τσακ το εισιτήριο για την υποψήφια 5αδα που θα παλέψει για το Χρυσό Αγαλματίδιο Α’ Ανδρικού Ρόλου.

Ας μην ξεχνάμε όμως και τους συμπρωταγωνιστές του: ένας Logan Lerman που ωριμάζει σιγά – σιγά σαν ηθοποιός, οι Jon Bernthal & Michael Peña στις δυνατότερες στιγμές τους μέχρι σήμερα στη μεγάλη οθόνη, ο σταθερά καλός Jason Isaacs, ενώ θα ήταν αμαρτία μεγάλη να μην παραδεχτούμε πως ο Shia LaBeouf, παρά τα άπειρα μπουκέτα που αξίζει να φάει για αυτά τα γνωστά που έκανε μέσα στη χρονιά 2013 – 2014 (για να μην πάω πιο πίσω), είναι πραγματικά εκπληκτικός, σε ένα ρόλο που εύκολα δοκιμάζει τις αντοχές του ηθοποιού.

Το φινάλε μόνο υποπέφτει στα «εύκολα μελοδραματικά κλισέ» (ελάτε, εδώ ο ίδιος ο Spielberg δεν κατάφερε να το γλιτώσει με το εκπληκτικό “Saving Private Ryan”), αλλά πραγματικά, πώς αλλιώς περιμένατε να τελειώσει μια ταινία αυτού του είδους?

Πηγαίντε στο “Fury”. Δεν έχει σημασία αν δε σας αρέσουν τα πολεμικά δράματα, ή αν ο/η σύντροφός σας γκρινιάζει πως «Αχ, στο χω πει αγάπη μου… Δεν μπορώ τα αίματα!». Τον Tarantino μια χαρά τον βλέπουμε (και πολύ καλά κάνουμε!). Ας δούμε και κάτι αρκετά πιο σοβαρό.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3.5/5

Για το Movie Heat,
Άγγελος Νομικός

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Kριτική: Ιλόνα Αγγελίδου, Film Critiques

Υπόθεση : Απρίλιος, 1945. Οι Σύμμαχοι σχεδιάζουν την τελευταία αντεπίθεση στην Ευρώπη. Ο σκληροτράχηλος λοχίας Don “Wardaddy” Collier (Brad Pitt) ηγείται μιας εξαιρετικά επικίνδυνης αποστολής σε εχθρικό έδαφος, έχοντας στη διάθεσή του μόνο ένα τανκ κι ένα τετραμελές πλήρωμα. Στην θέση του νεκρού πλέον πυροβολητή του τανκ έρχεται ένας άπειρος νεαρός γραφέας. Η ολιγομελής ομάδα, με ελάχιστα όπλα, αλλά βασικότερο τον ηρωισμό ,οδεύει ολοταχώς προς την πρωτεύουσα του Τρίτου Ράιχ.
Tο “Fury” σε σενάριο και σκηνοθεσία του David Ayer , είναι μια πολεμική ταινία , η οποία με γλαφυρό τρόπο μας μεταδίδει την αίσθηση κτηνωδίας που επικρατεί στο μέτωπο του πολέμου.
Το σενάριο λαμβάνει χώρα στις εκπνοές του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Πέντε Αμερικανοί στρατιώτες με μοναδικό όπλο ένα τανκ, “θερίζουν” τους δρόμους της Ναζιστικής Γερμανίας. Όλοι τους βετεράνοι του πολέμου, έχουν ουσιαστικά αποκτήσει ανοσία όσον αφορά την βαρβαρότητα του πολέμου. Ξέρουν πως είναι ζήτημα ζωής και θανάτου, είτε θα σκοτώσουν είτε θα σκοτωθούν. Μετά τον θάνατο του οπλίτη τους, ένας νεαρός γραφέας ονόματι Norman (Logan Lerman) θα πάρει την θέση του και υπό την ηγεσία του πολέμαρχου λοχία Collier θα δοθούν αποκλειστικά σε έναν σκοπό ,να πολεμήσουν μέχρι τέλους.
Το παράδοξο του σεναρίου είναι το εξής: το πενταμελές πλήρωμα δεν έχει κάποιον συγκεκριμένο σκοπό, ούτε δέχεται διαταγές από ανωτέρους, απλά ανοίγει τον δρόμο για τα υπόλοιπα στρατεύματα του Αμερικανικού στρατού στις ήδη ισοπεδωμένες Γερμανικές πόλεις. Ο σκηνοθέτης θέλησε να επικεντρωθεί στο πλήρωμα του τανκ με την ονομασία “Fury”. Οι βετεράνοι στρατιώτες που φέρουν βαθιές ψυχικές και όχι μόνο σωματικές ουλές, βρίσκουν καταφύγιο μέσα στο τανκ, το οποίο όμως μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνει και ο τάφος τους. Μέσα στο τανκ επικρατεί μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα δράματος. Και ο μόνος τρόπος να μην χάσουν το μυαλό τους οι στρατιώτες είναι να δουλέψουν μαζί όχι μόνο σαν ομάδα αλλά και σαν οικογένεια. Ο ρόλος του λοχία Collier είναι ακριβώς αυτός, να εμψυχώνει, να βοηθάει, ενίοτε να βρίζει αλλά πάνω από όλα να κρατήσει ζωντανούς τους στρατιώτες του.
Ο Norman έρχεται ως ένα αθώο,άπειρο όσον αφορά τον πόλεμο παιδί -και κατά κάποιον τρόπο αντιπαραβάλει και τα συναισθήματα που δημιουργούνται στο κοινό- για να γίνει μέχρι το τέλος της ταινίας σκληροτράχιλος και μυημενός όσον αφορά τον εφιάλτη του πολέμου.
Ο Ayer καταφέρνει να αποδώσει πρωτοτυπία σε μια κατά τα άλλα συνηθισμένη σκηνή. Όταν, ο λοχίας Collier και ο Norman μπαίνουν σε ένα σπίτι και βρίσκουν δυο Γερμανίδες φοβισμένες γυναίκες, η στάση τους απέναντι τους είναι πολύ διαφορετική από αυτήν που είχανε στο πεδίου μάχης, και απέναντι στους Γερμανούς στρατιώτες.
Η σκηνή παρουσιάζει μια ατμόσφαιρα αμηχανίας από πλευράς στρατιωτών, οι οποίοι έχουν μπει τόσο μέσα στον ρόλο της”μηχανής πολέμου” που τους είναι αρκετά δύσκολο να ηρεμήσουν και να ζήσουν μια πιο νορμάλ στιγμή. Η ιδιαιτερότητα της σκηνής αυξάνεται καθώς έρχονται και τα υπόλοιπα τρία μέλη του πληρώματος,μεθυσμένα -και εδώ φαίνεται η διαφορά στην συμπεριφορά απένταντι στις γυναίκες (άμαχο πληθυσμό). Η σκηνή αυτή δίνει μια συναισθηματική ένταση αλλά είναι πιο χαλαρή από άποψη ρυθμού.
Η τρίτη πράξη της ταινίας αποτελείται από μια εξαιρετικά καλοφτιαγμένη από κάθε άποψη σκηνή δράσης. Το τανκ “Fury” έχει κολλήσει σε ένα σημείο και οι εχθροί πλησιάζουν. Εδώ ο λοχίας Collier ενώ νωρίτερα είχε δείξει ένα κυνικό, αιμοδυψές και όχι τόσο συμπαθητικό προφίλ, ηρωoποιείται σε τεράστιο βαθμό. Και ο Norman επιλέγει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να πολεμίσει χωρίς να σκεφτεί το αποτέλεσμα και το ενδεχόμενο ότι στο πεδίο μάχης αν χάσεις είσαι νεκρός.
Το σενάριο του Ayer, δεν επικεντρώνεται σε καμία περίπτωση στην πλοκή, η οποία είναι υπερβολικά στάσιμη, αλλά στους χαρακτήρες στο πως αυτοί αλληλεπιδρούν και αντιμετωπίζουν την συνθήκη στην οποία είναι αναγκασμένοι να επιβιώσουν.Η δράση είναι ένα τεράστιο κομμάτι του σεναρίου και αποδεδειγμένα το ατού του σκηνοθέτη.
Η φωτογραφία με τα σκούρα καφέ και γκρίζα χρώματα σε όλες σχεδόν τις αποχρώσεις τους σε συνδυασμό με την λευκή σκόνη από τις ανατινάξεις συνθέτει ένα γόνιμο έδαφος για την σκηνοθεσία και την δημιουργία ακριβώς του συναισθήματος του αναπόφευκτου στους θεατές.
Από υποκριτικής άποψης, εδώ βρίσκουμε ένα πολλά υποσχόμενο cast. Με πρώτο τον Brad Pitt στον ρόλο του λοχία Don Collier, να μας γοητεύει για μια ακόμη φορά με την υπέροχη ερμηνεία του. Ο Logan Lerman, φαίνεται πολλά υποσχόμενος στον ρόλο του Norman , και δίνει μια πολύ παράπανω από απλά ικανοποιητική ερμηνεία. Ειδικά η σκηνή στο τέλος και το βλέμμα του λένε πολλά. ( Αντίπαλο δέος για τον επίσης ανερχόμενο Jack O’ Connel (Starred up, ’71) θα τον χαρακτήριζα.) Ο Shia LaBeouf εδώ σε έναν μικρό αλλά χαριτωμένο ρόλο ,που δυστυχώς δεν τον πολuπαρατηρούμε γιατί η προσοχή στρέφεται κυρίως στους Brad Pitt και Logan Lerman.
Μια ταινία που δεν έχει κάποιο τρομερό story να αφηγηθεί, αλλά επικεντρώνεται στην απόδοση της φρίκης του πολέμου με όπλο την δράση και την ανάλυση των πέντε κεντρικών χαρακτήρων (άσχετα που μας μένουν μόνο 2 από τους 5 χαρακτήρες στο μυαλό τελικά) και καταφέρνει να μας κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι τέλους.
Ιλόνα Αγγελίδου,
Film Critiques
Βαθμολογία : 3/5

http://film-c.blogspot.gr/

H σελίδα μας στο facebook:https://www.facebook.com/pages/Film-Critiques/1487390718194091

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close