Σκηνοθεσία: Christopher Nolan
Ηθοποιοί: Matthew McConaughey, Anne Hathaway, Jessica Chastain, Casey Affleck, Mackenzie Foy, Timothée Chalamet, David Gyasi, Wes Bentley, Matt Damon, Bill Irwin, Josh Stewart, Topher Grace, David Oyelowo, John Lithgow, Ellen Burstyn, Michael Caine
Κριτική: Άγγελος Νομικός, Movie Heat
Είναι το “Interstellar” το αντίστοιχο “2001: A Space Odyssey” του 21ου αιώνα? Είναι το αριστούργημα που τόσο κόπο έκανε το (ευφυέστατο!) marketing team της Warner Bros. και της Paramount να μας πείσει πως είναι? Δεν το νομίζω… Είναι όμως ένα άκρως προσωπικό, (υπερ)φιλόδοξο, αλλά και οπτικοακουστικά επικό κινηματογραφικό έργο ενός από τους (μετρημένους στα δάχτυλα) πραγματικά ταλαντούχους σκηνοθέτες που εργάζονται αυτή στη στιγμή στο Hollywood, και το οποίο έχει κάτι να μας πει, κάτι να μας δώσει? Η απάντηση εδώ είναι σαφέστατα «Ναι». Ο Christopher Nolan θέλει κάτι να μας πει.
Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Καθώς μια ολοένα κι εντονότερη ξηρασία απλώνεται σε όλη τη Γη, το μέλλον της ανθρωπότητας μοιάζει ζοφερό. Τελευταία της ελπίδα ένα ταξίδι σε τρεις πιθανούς κατοικήσιμους πλανήτες ενός μακρινού γαλαξία. Οι τολμηροί αστροναύτες της αποστολής όμως (Anne Hathaway, Wes Bentley, David Gyasi) ανάμεσά τους και ο χήρος πατέρας (Matthew McConaughey) δύο μικρών παιδιών (Mackenzie Foy & Timothée Chalamet), δεν ξέρουν αν και πότε θα επιστρέψουν.”
Αν το καλοσκεφτούμε, το “Interstellar” δεν είναι κάτι πραγματικά πρωτότυπο. Είναι ένας ισορροπημένος συνδυασμός του περσινού “Gravity” του Cuarón (κυκλοφόρησε μάλιστα ακριβώς ένα χρόνο πριν, στις 7 Νοεμβρίου 2013), και του “Inception” (2010), σκηνοθετημένο και αυτό από τον Nolan, με σαφέστατες επιρροές από το “Close Encounters of the Third Kind” (1977) του Spielberg καθώς και το “The Abyss” (1989) του Cameron. Πετάξτε στο μίξερ και το “Contact” (1997) του Zemeckis (όπου παραδόξως έπαιζε και εκεί ο McConaughey) και voilà: Ιδού το “Interstellar”!
Ακόμα και έτσι όμως, η σκηνοθεσία του Nolan είναι, όπως πάντα, εξαιρετική, ενώ το οπτικοακουστικό κομμάτι τίποτα λιγότερο από εξαίσιο. Η φωτογραφία του κυρίου Hoyte van Hoytema (ο σταθερός συνεργάτης του Nolan, Wally Pfister, την έκανε για να σκηνοθετήσει το μετριότατο “Transcendence” που είδαμε τον Απρίλιο) σου κόβει την ανάσα, μιλάμε για πλάνα επιπέδου Gravity και ένα κλικ πιο πάνω, καθώς εδώ δε μένουμε μόνο στο «μαύρο» του διαστήματος, αλλά πατάμε και σε άλλους πλανήτες. Τα τοπία εκπληκτικά (πρέπει οπωσδήποτε να πάω Ισλανδία πριν πεθάνω), ενώ για το soundtrack του Hans Zimmer τι να πούμε? Ο άνθρωπος είναι από άλλο πλανήτη. Το μελαγχολικό μοτίβο που ακούμε καθόλη τη διάρκεια της ταινίας είναι πραγματικά αριστουργηματικό.
Θα σταθώ και στις ερμηνείες του cast και δη σε αυτή του McConaughey, του μοναδικού ίσως ηθοποιού που έκανε στροφή 180 μοιρών την περίοδο 2011 – 2012 και από χαζοκωμωδιούλες και περιπετειούλες το γύρισε σε ανεξάρτητα δράματα, αλλά και μεγάλα blockbusters όπως αυτή η ταινία. Δίνει τον καλύτερό του εαυτό ερμηνεύοντας τον πρωταγωνιστή Cooper και προσθέτει άλλη μια δυνατή ερμηνεία στο ανανεωμένο ριζικά βιογραφικό του. Δίπλα του, ένα πραγματικά τεράστιο cast δίνει τις δικές του αξιοσημείωτες ερμηνείες.
Και φτάνουμε στο μελανό σημείο της ταινίας, που δεν είναι άλλο από το σενάριο. Αφενός αξίζει να σημειωθεί πως η ταινία είναι έως ένα πολύ μεγάλο βαθμό επιστημονικά ακριβής. Ο θεωρητικός φυσικός Kip Thorne ήταν γενικός consultant της ταινίας, από το design και το pre-production έως τα γυρίσματα και τα visual effects, ενώ ο αδερφός του σκηνοθέτη και σεναριογράφος της ταινίας, Jonathan Nolan, σπούδασε αρκετά από τα κεφάλαια της Σχετικότητας στο California Institute of Technology, γράφοντας παράλληλα το σενάριο της ταινίας. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Thorne: « Ό,τι δείτε στην οθόνη σας είναι βασισμένο στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Einstein ».
Αφετέρου όμως, το σενάριο του “Interstellar” αντιμετωπίζει το εξής πρόβλημα: Αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος του στις ανθρώπινες σχέσεις, κάτι που, αν και είναι είμαι σίγουρος πως γράφτηκε με τις καλύτερες προθέσεις στο μυαλό, μπολιάζεται δυστυχώς με άπειρα μελοδραματικά κλισέ, προσπαθώντας να κρυφτεί κάτω από την πραγματικά εξαιρετική σκηνοθεσία του Nolan. Κάποιες φορές το καταφέρνει, κάποιες άλλες όχι. Αλλά αυτά τα 169 λεπτά (τα οποία δεν είναι τόσο κουραστικά όσο ακούγονται) δε θα έπρεπε για κανένα λόγο να φτιάχνουν εν τέλει ένα τόσο απλό μήνυμα όσο το: «Η αγάπη είναι η κινητήριος δύναμη του Σύμπαντος». Όταν λοιπόν βγαίνουν οι κριτικοί και δηλώνουν: «Καλό το “Interstellar”, αλλά ο Nolan δεν είναι Kubrick», έχουν αναμφισβήτητα δίκιο.
Ακόμα και έτσι όμως, δε χωρά αμφιβολία πως το “Interstellar” είναι μια ταινία που πρέπει να ειδωθεί στη σκοτεινή κινηματογραφική αίθουσα και δη σε μια τεράστια οθόνη, και όχι στην τηλεόραση ή στο PC σας, όταν με το καλό βγει σε Blu-Ray/DVD. Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού η τεχνολογία IMAX κάνει θραύση, εμείς δυστυχώς εδώ δεν έχουμε τέτοιες πολυτέλειες (εκτός από το Πλανητάριο νομίζω). Προσωπικά, θα δω την ταινία και δεύτερη φορά, παρά τα πολλά και τρανταχτά μειονεκτήματά του, το “Interstellar” δεν είναι μια ταινία που θα ξεχαστεί και, αν μη τι άλλο, ο Christopher Nolan είναι μάστορας όταν θέλει να δίνει τροφή για σκέψη στο πεινασμένο κινηματογραφικό κοινό.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3.5/5
Για το Movie Heat,
Άγγελος Νομικός
Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat
Κριτική: Ιλόνα Αγγελίδου, Film Critiques
Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr