My Old Lady, κριτική ταινίας

My Old Lady, κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Israel Horovitz

Ηθοποιοί: Maggie Smith, Kevin Kline, Kristin Scott Thomas, Dominique Pinon, Stéphane Freiss, Noémie Lvovsky, Stéphane De Groodt

Κριτική: Χριστίνα Ιωαννίδου, Movie Heat

Ένα αργό και κουραστικό δράμα, διασκευασμένο για την οθόνη από τον ίδιο τον συγγραφέα του ομώνυμου θεατρικού έργου, Israel Horovitz, με τρεις εξαιρετικούς πρωταγωνιστές που κάνουν ό,τι μπορούν για να σηκώσουν στις πλάτες τους τα τετριμμένα και προβλέψιμα συναισθηματικά βάρη των χαρακτήρων.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Ο Mathias Gold (Kevin Kline) είναι ένας καταθλιπτικός, άφραγκος Νεουορκέζος που κληρονομεί ένα διαμέρισμα στο Παρίσι, το οποίο όμως πηγαίνει πακέτο με την ηλικιωμένη πρώην ιδιοκτήτρια (Maggie Smith) και την μεσήλικη κόρη της (Kristin Scott-Thomas). Ο Mathias δεν μπορεί να τις διώξει ή να πουλήσει το διαμέρισμα λόγω μιας συμφωνίας που έχει κάνει ο πατέρας του, τουλάχιστον μέχρι η γηραιά κυρία να αποβιώσει”.

Το σενάριο κυλάει αργά και βασανιστικά, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με ατελείωτες συζητήσεις των χαρακτήρων οι οποίες ούτε προσθέτουν κάτι ουσιαστικό στο χτίσιμό τους ούτε έχουν κάποιο ενδιαφέρον σκηνοθετικά. Από τη μέση της ταινίας και μετά, όπου ξεδιπλώνονται όλα τα mummy issues, (major) daddy issues και γενικά όλων σχεδόν των ειδών τα issues που μπορείτε να φανταστείτε να κουβαλάει ψυχή ζώσα, το εξαιρετικό αυτό cast τα βγάζει εις πέρας με την δραματική εξιστόρηση των βασάνων τους, βάζοντας τεστάκι στον θεατή «Ποιος είναι ο πιο χτυπημένος από τη μοίρα?»

Για να μην είμαι τελείως άδικη όμως, σοβαρά τώρα, παρόλο που και τους τρεις βασικούς πρωταγωνιστές τους έχουμε δει και σε καλύτερες φάσεις (τι να πω για την θεά Maggie ως Countess of Grantham στο “Downton Abbey”?), καταφέρνουν να αποδώσουν με ικανοποιητικό βάθος την θλίψη και την αυτολύπηση που νιώθουν οι χαρακτήρες τους, ενώ οι σκηνές που τους τοποθετούν όλους μαζί ή σε ζεύγη, επιδεικνύουν την πολύ καλή χημεία που μοιράζονται υποκριτικά.

Δεν ξέρω το αποτέλεσμα που μπορεί να είχε η συγκεκριμένη ιστορία στο σανίδι, αλλά η μεταφορά στη μεγάλη οθόνη φαίνεται μεγάαααλη, τελείως φλατ από κινηματογραφικής απόψεως και αρκετά βαρετή. Θα έλεγα ο συγγραφέας, σεναριογράφος και σκηνοθέτης κύριος Horovitz να μείνει σε αυτά που ξέρει και να αφήσει κατά μέρος την πολύ δύσκολη δουλειά της κινηματογραφικής διασκευής.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 1.5/5

Για το Movie Heat,
Χριστίνα Ιωαννίδου

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Kριτική: Παρασκευή Γιουβανάκη, Βαθμολογία 1.5/5

Για την παρθενική του σκηνοθετική απόπειρα, ο φημισμένος θεατρικός συγγραφέας Ισραέλ Χόροβιτς, επιλέγει το δικό του θεατρικό έργο
«Ένα Σπίτι στο Παρίσι». Δραμεντί, που βασίζει την ιστορία της στο «viager», μια γαλλική νομοθεσία κατά την οποία ένα ακίνητο αλλάζει ιδιοκτησία μόνο μετά το θάνατο του ενοίκου του. Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε τον Mathias (Kevin Kline), ένας αποτυχημένος και άφραγκος Νεοϋορκέζος, που του χαμογελά η τύχη όταν κληρονομεί ένα διαμέρισμα στο Παρίσι από τον αποξενωμένο πατέρα του. Σύντομα όμως ανακαλύπτει ότι το διαμέρισμα είναι κατειλημμένο από τη Mathilde (Maggie Smith), μια εκλεπτυσμένη ηλικιωμένη κυρία, και την υπερπροστατευτική της κόρη (Kristin Scott Thomas). Έτσι το σπίτι θα του ανήκει ολοκληρωτικά μόνο μετά το θάνατο της ενοίκου…
Στο ξεκίνημά της η ιστορία φαίνεται γλυκιά, σαν μια τυπική γαλλική ρομαντική κομεντί. Ο looser που ενώ τα έχει χάσει όλα ξαφνικά του χαμογελά η τύχη και αποφασίζει να κάνει μια καινούρια αρχή. Τότε πέφτει πάνω στην κακιά και πονηρή “πεθερά” που τυχαίνει να της γυαλίζει το μοναδικό χρυσό ρολόι του νεοφερμένου και έτσι το ρολόι κατάσχεται. Ο Kevin Kline με “ζευγάρι” την πάντα συμπαθητική Maggie Smith δημιουργούν όμορφη χημεία μεταξύ τους ως ένας looser Αμερικανός και μια στρυφνή- καθώς πρέπει Βρετανίδα, αντίστοιχα. Ο πρώτος όμως φαίνεται να βαριέται που και που..
Όλα δείχνουν να ισορροπούν πάνω στο σχοινί του χιούμορ κάτι που κρατά σε ευχάριστη θέση τον θεατή (ο Mathias πουλάει κρυφά ότι παλιό αντικείμενο περνά από το χέρι του, ενώ υιοθετεί δική του προφορά σε επίθετα και ονόματα της γαλλικής γλώσσας ). Ωσπου κάπου στα μισά της δεύτερης πράξης, το χιουμοριστικό ύφος αλλάζει ραγδαία και μετατρέπεται σε καθαρά δραματικό ως και αποπνικτικό στοιχείο σαπουνόπερας. Φαντάσματα του παρελθόντος έρχονται να στοιχειώσουν το ήρεμο παρόν. Πολύ πιθανόν αυτή η απότομη αλλαγή να λειτουργήσει αρνητικά στα μάτια του θεατή. Αρνητικά σημειώνει και το σενάριο μέσω της ακατάπαυστης φλυαρίας των μονολόγων και των αναμενόμενων εξελίξεων που παρουσιάζει. Με τούτα και με κείνα το “My old lady” κουράζει και δυστυχώς κάπου το έχουμε ξαναδεί.
Παρασκευή Γιουβανάκη

Η σελίδα μας στο facebook:https://www.facebook.com/pages/Film-Critiques/1487390718194091

Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Διαβάστε επίσης

Close