The Riot Club (Posh), κριτική ταινίας

The Riot Club (Posh), κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Lone Scherfig

Ηθοποιοί: Sam Claflin, Max Irons, Douglas Booth, Holliday Grainger, Freddie Fox, Natalie Dormer, Jessica Brown Findlay, Sam Reid, Ben Schnetzer, Matthew Beard, Tom Hollander

Κριτική: Χριστίνα Ιωαννίδου, Movie Heat

Η Δανέζα δημιουργός του “An Education”, Lone Scherfig, κάθεται και πάλι στη σκηνοθετική καρέκλα, μεταφέροντας αυτή τη φορά με μεγάλη μαεστρία το θεατρικό έργο “Posh” της Laura Wade (η οποία ανέλαβε και την διασκευή για την μεγάλη οθόνη) συνοδευόμενη από ένα εξαιρετικό cast νεαρών, ανερχόμενων ηθοποιών.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Με την αρχή του νέου εξαμήνου στο θρυλικό πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, η μυστική «Λέσχη της Κομψής Αλητείας» (ή πιο σωστά στα αγγλικά “Riot Club”) βγαίνει προς αναζήτηση δύο νέων μελών. Το απόλυτο πιστεύω της λέσχης; Διασκέδαση χωρίς όρια. Οι δυο νεαροί πρωτοετείς Alistair (Sam Claflin) και Miles (Max Irons) θα γίνουν αυτά τα νέα μέλη και θα ανακαλύψουν τα όρια του χαρακτήρα και της ηθικής τους.”

Το σενάριο εξαιρετικά ενδιαφέρον με καλοφτιαγμένους, πολυδιάστατους χαρακτήρες, τις σωστές αναλογίες πρόζας – δράσης, τα εκάστοτε καυστικά αλλά “to the point” πολιτικά σχόλια που αφορούν την αιώνια μάχη αριστοκρατίας – εργατικής τάξης (ειδικά στην Αγγλία), και τις διαρκείς εναλλαγές προβλεπόμενου – απρόβλεπτου twist στο φινάλε.

Η σκηνοθεσία επηρεασμένη ελαφρώς στο χρώμα, το φως και την ατμόσφαιρα από την χώρα καταγωγής της σκηνοθέτιδος, προσφέρει πολύ όμορφα πλάνα που κορυφώνονται σε ένταση με μεγάλη μαεστρία στην σκηνή του δείπνου μαζί με το σενάριο και την υποκριτική των ηθοποιών. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι τόσο θεατρικός ο τρόπος που η Scherfig χειρίζεται τα υλικά της, που πολλές φορές μπορείς να φανταστείς πώς θα ήταν στημένη η συγκεκριμένη ιστορία στο σανίδι! (Θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η σύγκριση!)

Η ομάδα των κολλεγιόπαιδων και ειδικά οι πρωταγωνιστές Sam Claflin και Max Irons απέδωσαν τα μέγιστα. Το παίξιμό τους εξαναγκάζει τον θεατή να παρακολουθήσει με αμείωτο ενδιαφέρον την εξέλιξή τους από ντροπαλά πλουσιόπαιδα σε fraternity boys και τελικά στην κατάληξή τους ως η καλή και η κακή πλευρά των golden boys. Καθόλου άσχημα για τους νέους και ωραίους των “The Hunger Games” και “The Host”…

Η ταινία προβληματίζει και θίγει πολλές απόψεις περί των πιο κρυφών και σκοτεινών αξιών της αριστοκρατίας μέσα από το απρόβλεπτο και συγκλονιστικό ξέσπασμα του ντροπαλού Alistair. Το δε φινάλε, θα προβληματίσει ακόμα περισσότερο στα πλαίσια του εάν υπάρχει τελικά η έννοια «έγκλημα και τιμωρία» για όλους ή αν είναι απλά ένας ακόμη «Μπαμπούλας» για να τρομάζουν τα νεαρά φυντάνια των μεσαίων και κατώτερων τάξεων.

Σε γενικές γραμμές, είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και καλογυρισμένη ταινία αν εξαιρέσουμε την αχρείαστη προσθήκη της Natalie Dormer ως συνοδός πολυτελείας (αλλά θα μου πείτε να δουν κάτι όμορφο και τα μάτια των ανδρών θεατών). Κάτι σε fraternities gone bad σκεφτείτε, όχι σε college boy Fight Club… Για να ξηγιόμαστε που λένε… Καλή διασκέδαση!

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3.5/5

Για το Movie Heat,
Χριστίνα Ιωαννίδου

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Κριτική: Αλεξάνδρα Τσαγάνη, Film Critiques, Βαθμολογία 3/5

Βασισμένη σε θεατρικό έργο η ταινία, μας μεταφέρει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης όπου βασικοί ήρωες είναι μια ομάδα πλούσιων, κακομαθημένων φοιτητών οι οποίοι συγκροτούν μια κλειστή, μυστική λέσχη(Riot club) με μοναδικό σκοπό να διασκεδάζουν φτάνοντας στα άκρα και εκτονώνοντας τα πιο άγρια ένστικτα τους. Πρόκειται για τους εκκολαπτόμενους επιχειρηματίες και πολιτικούς που μπαίνουν από νωρίς στο παιχνίδι της εξουσίας.
Η ταινία επικεντρώνεται κυρίως σε δυο πρωτοετείς του πανεπιστημίου οι οποίοι αποτελούν τα νέα μέλη της λέσχης Riot, η οποία φημίζεται για τις χοντροκομμένες πλάκες της και για τη συνήθεια να βγαίνει εκτός ορίων. Ο ένας διατηρεί κάποιες ευαισθησίες και σοσιαλιστικές ιδέες ενώ ο άλλος αντιλαμβάνεται το δίκιο του ισχυρού ως το μόνο νόμο που τον κατευθύνει… Αρχικά η ταινία παρουσιάζει με μια αναδρομή το ιστορικό πλαίσιο της δημιουργίας της εν λόγω λέσχης προνομιούχων, που οφείλει την ονομασία της στον Riot, ένα φοιτητή με μοναδικό σκοπό της ζωής του να απολαμβάνει στο έπακρο κάθε είδους ηδονή χωρίς δεύτερη σκέψη ή αναστολές. Προοικονομώντας τα μπλεξίματα που θα έχουν τα μέλη της λέσχης, η ταινία ξεκινά με το θάνατο του Riot, που προς τιμήν του ιδρύθηκε το Riot club. Ως ένα σημείο, τα κακόγουστα αστεία και οι φάρσες των νεαρών της λέσχης φαίνονται απλά παιδιάστικα και διασκεδαστικά μέχρι που το ετήσιο επίσημο δείπνο της λέσχης σε μια εξοχική παμπ βγαίνει κάποια στιγμή εκτός ελέγχου και βάζει τους πάντες μπροστά σε σκληρά ηθικά διλήμματα. Το μόνο μέλος που αντιστέκεται στην αγέλη των πλουσιόπαιδων είναι και αυτός που κινδυνεύει να χάσει τα περισσότερα… καλώς ή κακώς ο σκηνοθέτης τον απαλάσσει από το μαρτύριο του εξιλαστήριου θύματος με το οποίο είναι αντιμέτωπος…
Συμπτωματικά ή όχι, μέχρι ένα σημείο τα περισσότερα μέλη της ομάδας των φοιτητών δεν είναι πολύ ευδιάκριτα μεταξύ τους… συχνά ο θεατής αναρωτιέται ποιος είναι ποιος… έχουν παρόμοιο στυλ, ύφος κτλ.. γεγονός που δικαιώνεται στο τέλος με μια φράση τους θύματος τους… «δεν ξέρω, αυτοί όλοι ίδιοι είναι!»
Μέχρι τα μισά πρόκειται για μια βαρετή ταινία η οποία αργεί να τραβήξει το ενδιαφέρον… Όταν φτάνει πια στο σημείο να έχει ενδιαφέρον έχει κουράσει ενδεχομένως τον θεατή… Αλλά οφείλουμε να της αναγνωρίσουμε ότι καταφέρνει να σε γεμίσει οργή και θυμό για το πώς λειτουργούν από πολύ νωρίς αυτές οι κάστες των πλουσίων και πως θεωρούν ότι μπορούν να εξαγοράσουν τα πάντα με τα χρήματα τους ακόμη και τις ανθρώπινες ζωές και την αξιοπρέπεια τους. Οι φτωχοί αντιμετωπίζονται με απέχθεια ενώ εξοργιστικός είναι και ο σεξισμός και όλα τα κόμπλεξ και απωθημένα που βγάζουν αυτοί οι κακομαθημένοι αριστοκράτες. Η ταινία θα μπορούσε στην πιο διεφθαρμένη μορφή της να παραλληλιστεί με την ταινία «O κύκλος των χαμένων ποιητών». Ουσιαστικά πρόκειται και στις δύο ταινίες για μία διαφορετική προσέγγιση του «carpe diem». Το Riot club καταφεύγει στον άκρατο ηδονισμό και τη βία ενώ το «Dead Poets Society» στον αντίποδα, αναφέρεται στο «άδραξε τη μέρα» με την έννοια της ανάτασης του πνεύματος μέσα από εξευγενισμένες διαδικασίες όπως η ποίηση και όχι φυσικά το φαγοπότι.
Στα αξιοσημείωτα της ταινίας το ότι μέλος της 10μελούς λέσχης είναι και ένας Έλληνας, ο οποίος πέραν του ότι αντιμετωπίζει μια ιδέα αμφισβήτησης για την καταγωγή του, είναι διατεθειμένος να δώσει 27.000 ευρώ σε μια συνοδό πολυτελείας για ένα βράδυ! Μάλλον επικρατεί ευρέως η αντίληψη ότι «λεφτά υπάρχουν»!
Αλεξάνδρα Τσαγάνη

Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Διαβάστε επίσης

Close