Youth, κριτική ταινίας

Youth, κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Paolo Sorrentino

Ηθοποιοί: Michael Caine, Harvey Keitel, Rachel Weisz, Paul Dano, Jane Fonda, Ed Stoppard, Sonia Gessner, Robert Seethaler, Mark Kozelek

Κριτική: Κασσάνδρα Γαλάτου, Movie Heat

Έπειτα από το οσκαρικό “La Grande Belezza”, ο Ιταλός σκηνοθέτης Paolo Sorrentino παρουσιάζει το “Youth”, την δεύτερη αγγλόφωνη ταινία του μετά το “This Must Be the Place”.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Ο Fred (Michael Caine), μουσικοσυνθέτης και διευθυντής ορχήστρας, και ο Mick (Harvey Keitel), κινηματογραφικός σκηνοθέτης, είναι δυο ηλικιωμένοι φίλοι που απολαμβάνουν τις διακοπές τους σε ένα πολυτελές θέρετρο των Άλπεων. Κι ενώ ο δεύτερος θέλει να τελειώσει το σενάριο της τελευταίας ταινίας-καλλιτεχνικής διαθήκης του, ο Fred έχει αποφασίσει να αποσυρθεί οριστικά. Μέχρι που δέχεται μια απρόσμενη, υψηλού κύρους πρόσκληση…”

Η ιδιαίτερη αισθητική χροιά και το μοναδικό στυλ που χαρακτηρίζει τις ταινίες του Sorrentino είναι αδιαμφισβήτητα. Αμφιλεγόμενος μεν, must για παρακολούθηση δε από κάθε σινεφίλ. Το “Youth” μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας συνδυασμός χάους και απόλυτης συνοχής, ακροβατώντας ανάμεσα στον σουρεαλισμό και τον ρεαλισμό.

Πρόκειται για μια εξαιρετικά όμορφη ταινία: η φωτογραφία μαγική, τα πλάνα υπέροχα, μαεστρικά και επιβλητικά. Η πλοκή εντελώς «Sorrentinική», αργή, με πανέξυπνους διαλόγους και με μια έντονη ειρωνική διάθεση. Μιξάρει καταπληκτικά το δράμα με στοιχεία κωμωδίας, ξεκινώντας πιο ανάλαφρα, εισάγοντας τον θεατή στο σύμπαν της ταινίας με καυστικές ατάκες που σπάνε κατά κάποιον τρόπο τον πάγο, για να περάσει σταδιακά στο πιο δραματικό στάδιο της ταινίας, που δημιουργεί φιλοσοφικούς και υπαρξιακούς προβληματισμούς.

Η μουσική παίζει κυρίαρχο ρόλο, τόσο ενδοδιηγητικά όσο και εξωδιηγητικά, κοινό στοιχείο στις ταινίες του Sorrentino, μαζί με την προσκόλληση στο αισθητικό κομμάτι. Το κάστινγκ μια θύελλα εξαιρετικών ηθοποιών, που δίνουν μια εξίσου εξαιρετική ερμηνεία ο καθένας τους. Όσον αφορά το στοιχείο της πλήξης, που είναι αρκετά πιθανό να υπάρξει, ο σκηνοθέτης την εξαφανίζει αμέσως, παραθέτοντας ένα πλάνο τόσο άρτιο αισθητικά ή μια ατάκα τόσο έξυπνη, που ξεχνάς το κάθε αρνητικό και συνεχίζεις να παρακολουθείς με μεγάλο ενδιαφέρον.

Το έργο στο σύνολό του είναι κατά έναν περίεργο τρόπο εθιστικό. Σε προσηλώνει όλο και περισσότερο κατά την διάρκειά του, κάνοντας ακόμα και τον πιο δύσπιστο θεατή να παραδεχτεί πως σε πολλά σημεία το απόλαυσε. Σίγουρα δεν αποτελεί το μοντέλο της κλασικής ταινίας που θα λατρευτεί από τεράστιο μέρος του κοινού, αλλά σίγουρα επίσης είναι ένα μοναδικό δημιούργημα, που αξίζει να δει κανείς. Ένας τρυφερός, συγκινητικός αλλά και φαντασμαγορικός ύμνος στην τέχνη, την φιλία, τον έρωτα και τον χρόνο που περνάει αναπόφευκτα.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3/5

Για το Movie Heat,
Κασσάνδρα Γαλάτου

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat
Κριτική: Παρασκευή Γιουβανάκη, Βαθμολογία 2.5/5
«Μόνο τα συναισθήματα μας έχουν μείνει».
Ίσως αυτή είναι η πηγή έμπνευσης του σκηνοθέτη για το νέο του δημιούργημα. Μια ταινία που μήνες τώρα, τόσο με τις φωτογραφίες της όσο και με το τρέιλερ της, μας έκανε να αδημονούμε. Με οδηγό αυτήν τη φράση λοιπόν, ο σκηνοθέτης-στυλίστας, ξεκινά την αφήγηση των εξωτικών διακοπών δύο των ηλικιωμένων πλέον φίλων, Φρεντ και Μικ, αλλά και μια απόπειρα στο να κατανοήσει ο ίδιος αλλά και εμείς, την σημαντικότητα του να περνά ανεκμετάλλευτα ο χρόνος.
Ο Φρεντ, διάσημος συνθέτης και μαέστρος, είναι πια συνταξιούχος και δεν έχει καμία πρόθεση να επιστρέψει στην σκηνή, παρά τις πιέσεις της βασίλισσας Ελισάβετ. Ο σκηνοθέτης Μικ, από την άλλη, δουλεύει ακόμη και οραματίζεται τη νέα του ταινία, την οποία και ονειρεύεται ως το αποκορύφωμα της καριέρας του. Οι δύο παλιοί φίλοι ξέρουν ότι ο χρόνος τους είναι μετρημένος και αποφασίζουν να αντιμετωπίσουν το μέλλον μαζί.
Μια παρέλαση από μεγάλα και γνωστά ονόματα είναι η “Νιότη”, με τον Michael Caine στον κεντρικό ρόλο, να δίνει σίγουρα μια από τις καλύτερες του ερμηνείες. Ενώ δίπλα του, ο “κολλητός” του, Harvey Keitel, ίσως και να περνούσε απαρατήρητος αν δεν έβριζε τόσο όταν μιλούσε…
Η Rachel Weisz, η κόρη του κινηματογραφικού Caine, στέκεται άνετη στον όχι ιδιαίτερα απαιτητικό ρόλο της, σίγουρα το διασκεδάζει και μαζί με τον “πατέρα” της έχουν δημιουργήσει όμορφη χημεία. Ο νεαρός Paul Dano που έχει αποδείξει πολλάκις το υποκριτικό του ταλέντο, εδώ είναι μεν απολαυστικός και τραβάει το βλέμμα αλλά ο μικρός του ρόλος δεν του δίνει περιθώρια για κάτι παραπάνω έτσι και νιώθουμε πως υποκριτικά μας λείπει.
Η κινηματογράφηση και το στήσιμο ολόκληρης της “Νιότης” είναι λίγο να χαρακτηριστεί ως πανέμορφη. Με λυρισμό, με την αισθησιακή, φυσική ομορφιά των Άλπεων (την οποία και εκμεταλλεύεται σωστά όχι μόνο ο σκηνοθέτης αλλά και ο πάντα διευθυντής φωτογραφίας του, ο Luca Bigazz), ντύνονται όλες οι σκηνές. Τα πλάνα και τα κάδρα, στυλιζαρισμένα και εντυπωσιακά όπως είναι θυμίζουν το λιγότερο πίνακες ζωγραφικής. Η επιδεικτικότητα του Sorrentino συνεχίζεται και με την αριστοτεχνική μείξη εικόνας και ήχου σε όλο το μήκος της ταινίας (μερικές εκ των οποίων θυμίζουν video clip).
Το σενάριο είναι εμπλουτισμένο με πετυχημένες δόσεις χιούμορ αλλά και με μουσικότητα (η μουσική αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των ταινιών του σκηνοθέτη άλλωστε) καθώς ο κεντρικός του ήρωας είναι ένας επιτυχημένος συνθέτης κλασικής μουσικής. Ο David Lang υπογράφει το soundtrack του φιλμ στο οποίο περιλαμβάνονται κομμάτια όπερας αλλά και pop επιτυχίες (Paloma Fαith που εμφανίζεται και στην ταινία σε σκηνή-βίντεο κλιπ που μάλλον θα αφήσει πικρή γεύση σε πολλούς).
H “Νιότη” είναι σίγουρο πως έχει υιοθετήσει την “Τέλεια Ομορφία”. Σε απορροφά και χάνεσαι μέσα στην απέραντη ομορφιά του κάθε της πλάνου.
Φτάνεις όμως σε σημείο να αναρωτηθείς αν σου αρκεί αυτό καθώς νιώθεις ένα συναισθηματικό κενό και τότε θυμάσαι πως η επιφανειακή ομορφιά και καθετί άλλο που στέκεται μονάχα στην επιφάνεια, είναι κάτι το λίγο.
Παρασκευή Γιουβανάκη

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close