Αφιέρωμα Ταινίας: Life Is Beautiful (La Vita è Bella) (1997/1998)

Αφιέρωμα Ταινίας: Life Is Beautiful (La Vita è Bella) (1997/1998)

 

Σκηνοθεσία: Roberto Benigni

Ηθοποιοί: Roberto Benigni, Nicoletta Braschi, Giorgio Cantarini, Giustino Durano, Horst Buchholz, Marisa Paredes, Sergio Bustric, Amerigo Fontani, Giuliana Lojodice, Pietro De Silva, Francesco Guzzo, Raffaella Lebboroni

 

Της Κασσάνδρας Γαλάτου (Movie Heat)

 

“Buongiorno Principessa!”

 

Μια ατάκα που παραπέμπει κατευθείαν σε μια από τις πιο γλυκές ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Και δεν είναι άλλη από το “La Vita è Bella”.

«Πρόκειται για απλή ιστορία, μα είναι δύσκολο να ειπωθεί. Όπως κάθε παραμύθι, είναι γεμάτο λύπη αλλά και γεμάτο με μαγεία και ευτυχία.» Πόση αλήθεια κρύβεται άραγε σε αυτή την φράση που εισάγει την ταινία? Ευτυχία και λύπη. Δύο απαραίτητα συστατικά στην ζωή κάθε ανθρώπου. Άλλοτε βρίσκονται σε ισορροπία, άλλοτε το ένα από τα δύο υπερτερεί. Κατά πόσο όμως είναι στο χέρι μας τι από τα δύο, και σε τι ποσότητες, θα βιώσουμε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή? Η ταινία πραγματεύεται ακριβώς αυτό το γεγονός και το κατά πόσο μπορούμε να βιώσουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση με μια διαφορετική, θετική αντιμετώπιση και να θυμόμαστε πάντα, όποιες και αν είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες βρισκόμαστε πως… η ζωή είναι ωραία!!

Καλά όλα αυτά, αλλά κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί πώς γίνεται ταινίες που πραγματεύονται πόλεμο, όπως η συγκεκριμένη, να κατορθώνουν να περάσουν ένα μήνυμα σαν κι αυτό. Υπάρχει το οτιδήποτε που μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιος με θετικό πρόσημο σε μια τόσο θλιβερή και δύσκολη κατάσταση όπως ο πόλεμος? Και όμως η ταινία το κατορθώνει, και μάλιστα με το παραπάνω. Έχουν υπάρξει κατά καιρούς αρκετές ενστάσεις όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο η ταινία αντιμετωπίζει τον πόλεμο, χαρακτηρίζοντας την έως και προσβλητική. Αυτό δεν ισχύει σε καμία περίπτωση, καθώς το έργο αντιμετωπίζει το τόσο λεπτό θέμα του πολέμου με αδιαμφισβήτητο σεβασμό, απλώς με έναν ιδιαίτερα πρωτοποριακό τρόπο. Το μόνο για το οποίο θα μπορούσε να κατηγορηθεί είναι η ιστορική ανακρίβεια, σχετικά με την παρουσίαση της εισόδου πρώτα των Αμερικάνων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, αντί για των Σοβιετικών, όπως όντως συνέβη (Οι βλέψεις για Όσκαρ έχουν το τίμημά τους). Επιπλέον, σε σημεία στερείται ρεαλισμού, αυτό όμως είναι κάτι μη κατακριτέο. Έτσι είναι η φύση της συγκεκριμένης ταινίας, όντας μια δραματική κωμωδία, επομένως θεωρώ πως κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί αυτό το κινηματογραφικό αριστούργημα, ειπωμένο με άλλο τρόπο. Θα ήταν κάτι διαφορετικό, και κατά πάσα πιθανότητα όχι τόσο πετυχημένο. Ούτως η άλλως, σκοπός της ταινίας δεν είναι να αποδώσει με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο το Ολοκαύτωμα, αλλά να αντιπαραβάλλει ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με μια θετική και ελπιδοφόρα στο σύνολό της διάθεση, ώστε να γίνει πιο ξεκάθαρη αυτή η παράδοξη επιδίωξη της εύρεσης φωτός, ακόμα και στις πιο σκοτεινές καταστάσεις.

Η αφετηρία της ταινίας βρίσκεται στο έτος 1939, στην φασιστική Ιταλία. Ο Guido (Roberto Benigni) είναι ένας εκκεντρικός, αισιόδοξος και ανοιχτόμυαλος βιβλιοπώλης. Μετά την τυχαία του γνωριμία με την… «πριγκίπισσα» του, Dora, η οποία δεν θα μπορούσε να ενσαρκωθεί από άλλη εκτός από την Nicoletta Braschi, κλασική συμπρωταγωνίστρια και σύζυγος του Benigni, και μια μεγάλη σειρά περιπετειών, καταλήγουν μαζί και κάνουν οικογένεια. Κάποια στιγμή όμως, και ενώ όλα φαίνονται να κυλάνε ομαλά, ασφαλώς με την φασιστική απειλή να υποβόσκει, ο Guido και ο μικρός του γιος, Joshua, οδηγούνται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης λόγω της Εβραϊκής καταγωγής τους. Η Dora τους ακολουθεί οικιοθελώς. Το έργο χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο μέρη. Το πρώτο μισό αποτελεί το εισαγωγικό κομμάτι και εστιάζει στην γνωριμία και τον έρωτα του Guido και της Dora. Το δεύτερο μισό παρουσιάζει την ζωή των πρωταγωνιστών μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Η ταινία διαθέτει την χαρακτηριστική ιταλική λυρικότητα, σε συνδυασμό με μια μεγάλη δόση αφέλειας, παιδικότητας, γλυκιάς αθωότητας και όμορφης υπερβολής. Για τον Roberto Benigni νομίζω πως δεν χρειάζεται να ειπωθούν πολλά πράγματα. Αποτελεί έναν πολύ αγαπητό και διαχρονικό καλλιτέχνη. Η ταινία «μυρίζει» Benigni από χιλιόμετρα και αποτελεί ίσως την πιο πετυχημένη ταινία του, τόσο σκηνοθετικά, όσο και υποκριτικά. Έλαβε επτά υποψηφιότητες για Όσκαρ και τελικά κέρδισε 3 χρυσά αγαλματίδια: Α’ Ανδρικού Ρόλου, Καλύτερης Μουσικής και Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας (Αλησμόνητη η στιγμή της απονομής, με τον Benigni να σκαρφαλώνει πάνω στα καθίσματα του Dorothy Chandler Pavilion, όπου διεξήχθη η απονομή το 1999).

 

13023647 10201648343645981 1461531301 n

 

Το “La Vita è Bella” είναι στην ουσία ένας ύμνος στην αγάπη και στην ανθρώπινη δύναμη ψυχής. Στο δεύτερο μισό της ταινίας, συμβαίνει κάτι μοναδικό. Ο πατέρας, Guido, κάτω από τις πολύ αντίξοες συνθήκες του στρατοπέδου συγκέντρωσης, διατηρεί το κουράγιο και την ελπίδα του μόνο και μόνο για τον μικρό, αξιολάτρευτο γιο του. Μέσα από ένα μίγμα ψυχραιμίας, χιούμορ, φαντασίας και εξυπνάδας φέρει εις πέρας το ακατόρθωτο: Να μην αντιληφθεί το μικρό παιδί την σκληρή πραγματικότητα και τον κίνδυνο, αλλά αντιθέτως, να αντιμετωπίσει όλη αυτήν την περιπέτεια ως ένα παιχνίδι. Ο φόβος μετατρέπεται σε ελπίδα, και μια γλυκιά μελαγχολία όσον αφορά τους τόσο δυνατούς οικογενειακούς δεσμούς αλλά και την τεράστια δύναμη της αγάπης, κατακλύζει τον θεατή.

Ο πόλεμος, μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού, μοιάζει ακόμα πιο παράλογος και αποτρόπαιος. «Απαγορεύεται η είσοδος σε Εβραίους και σκύλους», διαβάζει ο μικρός Joshua στην βιτρίνα ενός μαγαζιού.
— «Γιατί δεν επιτρέπεται να μπουν Εβραίοι και σκύλοι?», ρωτάει τον πατέρα του.
— «Γιατί δεν τους συμπαθούν, γι’ αυτό. Ο καθένας κάνει αυτό που θέλει. Υπάρχει μαγαζί όπου δε θέλουν τους Ισπανούς και τα άλογα. Ένας φίλος μου Κινέζος με ένα καγκουρό μπήκε σε φαρμακείο. “Δε θέλουμε Κινέζους ή καγκουρό”, είπε ο φαρμακοποιός».
— «Εμείς θα τους βάζουμε όλους?»
— «Από αυτή τη στιγμή, όχι. Εσύ τι αντιπαθείς?»
— «Τις αράχνες… Εσύ?»
— «Τους Βησιγότθους. Από αύριο θα γράψουμε: “Απαγορεύονται αράχνες και Βησιγότθοι.” Βαρέθηκα αυτούς τους Βησιγότθους».
Ίσως ένας από τους καλύτερους αντιρατσιστικούς διαλόγους που έχουν γραφτεί ποτέ για ταινία. Μέσα από χιούμορ και την ανάγκη εξήγησης του… ανεξήγητου σε ένα παιδί, τα πράγματα απλοποιούνται και η κάθε ρατσιστική συμπεριφορά μοιάζει ακόμα πιο ανούσια και ανόητη.

 

12992803 10201648370006640 1090919560 n

 

Ένας ανάλογος διάλογος λαμβάνει χώρα και στο δεύτερο μισό της ταινίας, όπου πατέρας και γιός βρίσκονται στο στρατόπεδο, και το παιδί έχει ακούσει τα αποτρόπαια πράγματα που συμβαίνουν εκεί:
— «Από εμάς φτιάχνουν σαπούνι και κουμπιά. Μας καίνε σε φούρνους».
— «Και το πίστεψες? Πάλι σου την έφεραν? Νόμιζα ότι ήσουν έξυπνος. Πού ακούστηκε σαπούνι ή κουμπιά από ανθρώπους? Φαντάσου αύριο το πρωί να πλύνω τα χέρια μου με το Βαρθολομαίο! Μετά να κουμπωθώ με τον Φραντσέσκο! Πρώτη μου φορά ακούω φούρνο για ανθρώπους. “Ξέμεινα από ξύλο, πάρε αυτόν τον δικηγόρο!” »
Η ψυχραιμία του Guido αξιοθαύμαστη και ο διάλογος μαχαίρι στην καρδιά, τονίζοντας για άλλη μια φορά με απλοϊκό αλλά πολύ δυνατό τρόπο τις ακρότητες και την απάνθρωπη τρέλα του Β’ Παγκοσμίου.

Το πραγματικά σπουδαίο επίτευγμα της συγκεκριμένης ταινίας είναι πως πραγματεύεται μέσω μιας ρομαντικής, δραματικής ιστορίας με ένα αρκετά βαρύ ιστορικό υπόβαθρο, θέματα όπως ο ρατσισμός, με ιδιαίτερα ανάλαφρο και κωμικό τρόπο. Με λιτότητα, εκφραστικότητα, αφέλεια και εξυπνάδα παράλληλα, περνάει τα μηνύματα που θέλει , παραμένοντας ευχάριστη και άκρως συγκινητική. Ο παραλογισμός σχετικά με ιδεολογίες όπως η ανωτερότητα μιας φυλής σε σχέση με άλλες αποτυπώνεται με υπέροχο τρόπο μέσα από την σκηνή στην οποία ο Guido παριστάνει τον σχολικό επιθεωρητή που έρχεται να ενημερώσει τους μαθητές σχετικά με την ανωτερότητα της ιταλικής φυλής και καταλήγει να εξηγεί την τελειότητα… του ιταλικού αυτιού και της ιταλικής κοιλιάς. Μέσα από την μοναδική εκφραστικότητα, υπερκινητικότητα και υποκριτική ικανότητα του Benigni, η συγκεκριμένη σκηνή, πέρα από διασκέδαση, προκαλεί και θαυμασμό στον θεατή σχετικά με την τόσο απλή απόδειξη του πόσο άτοπες είναι ανάλογες κτηνώδεις, φασιστικές ιδεολογίες.

 

13014921 10201648374286747 426950157 n

 

Πέρα από το εξαιρετικό αντιρατσιστικό περιεχόμενο του, το έργο διαθέτει και μια πολύ όμορφη ιστορία αγάπης. Η ρομαντική ιστορία του Guido και της Dora είναι τόσο ιδανικά πλασμένη και με μια τόσο μεγάλη δόση υπερβολής, που παραπέμπει σε ένα υπέροχο παραμύθι. Η «πριγκίπισσα» πέφτει στην αγκαλιά του «πρίγκιπα» κυριολεκτικά από τον ουρανό, ερωτεύονται κεραυνοβόλα, με την βοήθεια της τύχης ξανασυναντιούνται και η «πριγκίπισσα» ξεφεύγει από έναν παραλίγο ανεπιθύμητο γάμο που της έχει επιβληθεί από το οικογενειακό περιβάλλον, για να ακολουθήσει την καρδιά της. Πολύ κοινότυπο, έτσι? Και όμως, όταν σκηνοθετεί, γράφει (μαζί με τον Vincenzo Cerami) και πρωταγωνιστεί ο Roberto Benigni, το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Απολαυστικός ο τρόπος που κερδίζει ο Guido σταδιακά την καρδιά της Dora, που τονίζει μέσα από το κωμικό στοιχείο, την σημασία της τύχης και την δύναμη της θέλησης στην ζωή. Αυτή ακριβώς η δύναμη της θέλησης αποτελεί ένα είδος μοτίβου, που εκφράζεται συχνά πυκνά στην ταινία, ξεκινώντας με την αναφορά στον ισχυρισμό του φιλόσοφου Σοπενχάουερ σχετικά με την δύναμη της βούλησης. Άλλο ένα χαρακτηριστικό μοτίβο αποτελεί η ψύχωση του Γερμανού γιατρού με τους γρίφους. Σαφώς, και τα δύο διαθέτουν σημαντική δραματουργική σημασία.

Όσον αφορά τις ερμηνείες, ο Roberto Benigni κλέβει αναπόφευκτα την παράσταση, όμως η ήρεμη δύναμη της Nicoletta Braschi και η αστείρευτη γλύκα του μικρού Giorgio Cantarini συνθέτουν μια ιδανική υποκριτική σύνθεση. Αχ, τι μας έχει κάνει αυτός ο Nicola Piovani… Συνέθεσε μια μελωδία τόσο όμορφη, όπως και ο τίτλος της. “La Vita è Bella” ο ομώνυμος τίτλος του soundtrack της ταινίας, και “Beautiful that Way” ο τίτλος του αγγλόφωνου τραγουδιού, ερμηνευμένου από την ισραηλινή τραγουδίστρια Noa.

 

12992884 10201648380366899 2101376660 n

 

Και φτάνουμε στο φινάλε της ταινίας, ένα καθηλωτικό, γλυκόπικρο φινάλε. Ο θεατής μένει με δάκρυα στα μάτια κι ένα χαμόγελο την ίδια στιγμή. Έντονη συγκίνηση για την πατρική θυσία και τον χαμό του αξιολάτρευτου πρωταγωνιστή και παράλληλα χαρά για την θετική κατάληξη της Dora και του μικρού Joshua. Αυτή η χαρμολύπη είναι ένα συναίσθημα που δύσκολα επιτυγχάνεται και το “La Vita è Bella” μας το προσφέρει απλόχερα. Ένα πολύ σημαντικό μήνυμα που δεν πρέπει να ξεχάσουμε από την ταινία, το οποίο μας δηλώνει ο Piovani και η Noa μουσικά… :

Smile, without a reason why
Love as if you were a child
Smile, no matter what they tell you
Don’t listen to a word they say
Cause life is beautiful that way…

Το κλείσιμο του αφιερώματος με ένα μικρό μέρος από τους εξαιρετικούς στίχους που συνοδεύουν μια εκπληκτική μουσική για μια απίστευτη ταινία, νομίζω πως είναι ο ιδανικός τρόπος. (Ξανά)δείτε αυτό το μοναδικό κινηματογραφικό διαμάντι και παραδοθείτε σε ένα μαγευτικό κινηματογραφικό ταξίδι, γεμάτο αστείρευτη ομορφιά… ομορφιά ζωής!

 

Για το Movie Heat,
Κασσάνδρα Γαλάτου

 

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

 

 

 

 

Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr

 

 

Διαβάστε επίσης

Close