Όταν το σημερινό σχολείο - νεκροταφείο μπορεί να γίνει κέντρο και συνέχεια ζωής

Όταν το σημερινό σχολείο – νεκροταφείο μπορεί να γίνει κέντρο και συνέχεια ζωής

Κέντρο στο σχολείο ζωής θα είναι το παιδί, τα παιδιά, κι όχι ο δάσκαλος. Εξαιρετικός και διαχρονικός Α. Π. Δελμούζος.

 

 

Διαβάζοντας ο αναγνώστης το κείμενο που ακολουθεί σχηματίζει την εντύπωση ότι ο συντάκτης του είναι ένας πρωτοποριακός παιδαγωγός που διδάσκει στα αμφιθέατρα των σημερινών πανεπιστημίων.

 

Όμως το κείμενο είναι τμήμα του βιβλίου«Δημοτικισμός και Παιδεία» εκδ. εταιρεία Α.Μ. Κοντομαρής και ΣΙΑ, Αθήναι 1929, που περιλαμβάνει πέντε ομιλίες του Α. Π. Δελμούζου.

 

«….Είδαμε με ποιον τρόπο μορφώνεται και ζει το παιδί στην προσχολική του περίοδο. Τα σχολεία μας στηρίζονται τάχα στη φυσική αυτή μέθοδο και ζωή, τη συνεχίζουν, τη φροντίζουν και την κανονίζουν σύμφωνα με το σκοπό τους, ή μαθαίνουν το παιδί και το αναγκάζουν να εργάζεται και να ζει αντίθετα με το φυσικό του;

 

Ποια είναι η μέθοδος και η σχολική ζωή στην ελληνική παιδεία;

Ας θυμηθούμε πάλι τα μαθητικά μας χρόνια από το δημοτικό σχολείο ως τον καιρό που τελειώσαμε το γυμνάσιο. Χρόνια ολόκληρα καρφωμένοι στα θρανία ακίνητοι ακούγαμε το δάσκαλο. Αυτός μιλούσε, μονολογούσε αδιάκοπα, αυτός σκεφτόταν, κι εμείς καθόμαστε φρόνιμα με σταυρωμένα χέρια και μαθαίναμε.

 

Στην τάξη σερνόταν από το δάσκαλο πάντα το ίδιο θέμα για όλους, που συχνά μας ήταν ολότελα αδιάφορο και ξένο από τη ζωή μας ή μας φαινόταν τέτοιο με τον τρόπο που το παρουσίαζαν.

 

Το ίδιο θέμα εξεταζόταν πάντοτε από την ίδια άποψη για όλους, και όλοι στο σπίτι μας σέρναμε την ίδια δουλειά, αν ήταν δουλειά ν’ αντιγράφουμε τα ίδια πράγματα και να παπαγαλίζουμε τις ίδιες σελίδες από το βιβλίο.

 

Ποτέ δε σταθήκαμε μόνοι μας απέναντι ατα πράγματα, ανάμεσά τους και σε μας μπερδευόταν πάντα ο δάσκαλος, αυτός έκανε τα πειράματα στη φυσική –αν τύχαινε να γίνει κάποτε κι αυτό το θαύμα- αυτός ξεδιάλυνε τις δυσκολίες που παρουσίαζε εδώ κι εκεί το κείμενο ή άλλο μάθημα, αυτός εξηγούσε, αυτός ενεργούσε, αυτός παντού ήταν το κέντρο.

 

Κι εμείς στεκόμαστε παράμερα βουβοί ακροατές, που κι αν ξυπνούσε κάποτε μέσα τους καμιά απορία, έπρεπε να την πνίξουν, γιατί κάθε ερώτηση την εμπόδιζε η σοβαρή πειθαρχία. Ποιος θυμάται να υψώθηκαν καμιά φορά μέσα στην τάξη του προβλήματα μέσα από τη σχολική εργασία, που να συνεπήραν την τάξη ολόκληρη, να της κίνησαν τη σκέψη, να τη βασάνισαν για τη λύση τους;

 

Καμιά προσπάθεια να σταθούμε στα δικά μας πόδια και να συνιθήσουμε σε κάποιο τρόπο εργασίας, ούτε καν πώς να διαβάζουμε σωστά ένα βιβλίο. Δοχεία που τα γέμιζαν έτοιμες γνώσεις, μωρά παιδιά που τους έδιναν έτοιμη χιλιομασημένη τροφή για να τη χωνέψουν, και τα οδηγούσαν, τα έσερναν πάντα από το χέρι.

 

Πού μας πήγαιναν δεν το ξέραμε, ούτε κι αισθανόμαστε την ανάγκη να το μάθουμε. Η αδράνεια πότιζε όλο το είναι μας.

Και ακόμα σ’ όλα τα χρόνια μένοντας ο καθένας μας βουβός ακροατής, απομονωμένος από τους συμμαθητές του, έπρεπε να φυλάγεται από τους άλλους, να μη τους λέει τίποτα, να μη συνεργάζεται μαζί τους, γιατί βοήθεια του διπλανού μας και γέλασμα του δασκάλου είχε καταντήσει το ίδιο.

 

Έπειτα το καθημερινό κήρυγμα του οδηγού μας, στηριγμένο στην πιο ακριβοζυγιασμένη βαθμολογία του, δε μας άφηνε να ξεχάσουμε πως οι άλλοι ήταν εκεί μονάχα για να τους συγκρίνουμε με τον εαυτό μας, και η μόνη  σωστή σχέση μεταξύ μας θα ήταν  η προσπάθεια του καθενός να ξεπεράσει αυτός όλους, να γίνει ο πρώτος μέσα στο κοπάδι των παιδιών.

Με τέτοια μέθοδο κοίταξε το σχολείο να πετύχει το σκοπό του. Είναι αλήθεια πως εδώ και λίγα χρόνια έγινε από μετρημένους παιδαγωγούς συστηματική προσπάθεια να χτυπηθεί η αναγκαστική αδράνεια των παιδιών μ’ ένα νέο τρόπο στη διδασκαλία.

……………………………………

Το στεγνό και αγέλαστο σχολείο των μεγάλων θα γίνει πραγματικό σχολείο των παιδιών, σχολείο ζωής, όπου θα ανθίζει πλούσια σχολική ζωή. Κέντρο σ’ αυτή θα είναι το παιδί, τα παιδιά, κι όχι ο δάσκαλος.

 

Αυτά ελεύθερα θα κινούνται, θα δημιουργούν, θα ζουν τη δική τους ζωή κι όχι «κατά παραγγελία». Και δε θα είναι άτομα σκόρπια, το καθένα για τον εαυτό του, αλλά ένα σύνολο οργανωμένο, μια σχολική κοινότητα. Και τη μορφή της θα τη δίνουν τα ίδια τα παιδιά ελεύθερα, και όχι οι μεγάλοι.

Ελευθερία όμως δε θα πει αναρχία και χάος ή μονάχα δικαιώματα απεριόριστα, μα και καθήκοντα. Καθήκοντα και νόμοι ή απρόσωποι που πηγάζουν από έναν ανώτερο σκοπό ή που τους υψώνουν μόνα τους τα παιδιά από την ανάγκη της ομαδικής ζωής.

 

Έτσι είναι και στην προσχολική εποχή μέσα στο σπίτι, ακόμα και στους ξεχωριστούς φιλικούς κύκλους. Το ίδιο θα είναι και στο σχολείο, μόνο που εδώ την εξωσχολική αστάθεια και ελαστικότητα θα την αναπληρώσει η σκληρή σταθερότητα.

 

Το παιδί μόλις πρωτοπατήσει το κατώφλι του σχολείου, θα βρει εμπρός του μερικά μέτρα για τη τάξη π.χ. την καθαριότητα, θα βρει μερικές αρχές ηθικές, που αμέσως από την αρχή πρέπει να τις νιώσει σαν κάτι απρόσωπο και αυτονόητο που δε δέχεται συζήτηση καμιά.

 

Είναι μέτρα και αρχές απαραίτητες για κάθε ομαδική εργασία και ζωή, που πρέπει να γίνουν στα παιδιά συνήθεια, πίστη. Την ανάγκη τους και την αξία τους θα την αισθάνονται όταν τις παραβαίνουν.

 

Μα θα είναι μονάχα το περίγραμμα να πούμε που μέσα του θα κλείνει πλούσια ελεύθερη σχολική ζωή: παιχνίδι, περίπατο, εκδρομή και τη σχολική γιορτή σαν κορύφωμα της ομαδικής ζωής.

 

Εδώ πλήθος θα παρουσιάζονται οι ευκαιρίες σε ομαδικά έργα και αποφάσεις, για να δοκιμάζει και να γυμνάζει το παιδί την πρωτοβουλία του, να δουλεύει σύμφωνα με την κλίση του και να δίνει ό,τι καλύτερο μπορεί για ένα κοινό σκοπό, να γυρεύει και να δίνει βοήθεια στο διπλανό του, να χαίρεται τη χαρά του άλλου και να πονά τον πόνο του.

 

Να παραμερίζει τον εγωισμό του εμπρός στο συμφέρον του συνόλου, ν’ ανασταίνεται μέσα του το αίσθημα της ευθύνης και απέναντι στον εαυτό του και στους άλλους, να ζει την έννοια του χρέους, τη ντροπή, την αγάπη, μ’ ένα λόγο την αρετή. Βήμα το βήμα θα κατακτά, θα ωριμάζουν στην ψυχή του ολοένα και ανώτερες αρχές.

 

Θα δημιουργεί το ίδιο το περιβάλλον και η ζωή, υψώνοντας τη σχολική κοινότητα με ανάγκη εσωτερική προς τ’ απάνω, προς την αυτοδιοίκηση. Γιατί η πραγματική, η τέλεια αυτοδιοίκηση, είναι τέρμα κι όχι αρχή. Και πιο πολύ ακόμα, τέρμα εξωσχολικό.

 

Γι’ αυτή θα ετοιμάζει το σχολείο παιδί  και κοινότητα, που ολοένα θα πρέπει να κατακτούν μεγαλύτερη αυθυπαρξία, ελευθερία. Να την κατακτούν πολεμώντας το άτομο τον εαυτό του και η σχολική κοινότητα το άτομο και τον εαυτό της και όχι το δάσκαλο.

 

Και θα’ ναι έτσι, αν ο δάσκαλος στέκεται εμπρός τους με καθολική υπεροχή, και αν όλη του την ύπαρξη δεν την αισθάνονται μονάχα σαν αλύγιστο χρέος, μα και σαν πλατιά, διάχυτη αγάπη.

 

Στην αρχή θα είναι φίλος, ρυθμιστής, ελεγκτής και οδηγός, μα σιγά σιγά θα παραμερίζει, και στη θέση του θα προβάλει συνειδητά η ομαδική βούληση, και αυτή θα ελέγχει και θα ρυθμίζει ξεχωρίζοντας όλο και καθαρότερα το σκοπό που γυρεύει η σχολική κοινότητα, στο βάθος όμως θα μένει πάντα η προσωπικότητα του δασκάλου.

 

Γιατί ο αγώνας με τον εαυτό μας δεν τελειώνει ούτε με το σχολείο.

Με τέτοια μέθοδο και ζωή το σχολείο  ετοιμάζει το παιδί σιγά σιγά για τη μεγάλη κοινωνία. Κι έτσι μονάχα το σημερινό απομονωμένο νεκροταφείο μπορεί να γίνει κέντρο και συνέχεια ζωής και να πλησιάσει στον εξυψωτικό σκοπό του………..»

 

 

Απόσπασμα από την τέταρτη ομιλία «Μέθοδος και Σχολική ζωή»

 

 

Πηγή: pappanna.wordpress.com

 

 

Thessaloniki Arts and Culture 

 

 

Διαβάστε επίσης

Close