Daniel Goleman: Οι παρορμήσεις για δράση

Daniel Goleman: Οι παρορμήσεις για δράση

Όλα τα συναισθήματα είναι, ουσιαστικά, προτροπές για δράση, στιγμιαία σχέδια για την αντιμετώπιση της ζωής που η εξέλιξη έχει σταλάξει μέσα μας. Η ίδια η ρίζα της λέξης «συναίσθημα» (emotion, όπως αντίστοιχα στα λατινικά είναι το ρήμα motere = κινώ) υπονοεί ότι η ενυπάρχει τάση για κίνηση, για δράση. Το ότι τα συναισθήματα οδηγούν σε πράξεις γίνεται σαφές αν παρατηρήσουμε τα παιδιά ή τα ζώα. Μονάχα στους «πολιτισμένους» ενήλικες, απ’ όλο το ζωικό βασίλειο, μπορεί να συναντήσουμε αυτή τη χτυπητή «ανωμαλία», να δούμε δηλαδή συναισθήματα (θεμελιώδεις παραινέσεις για δράση) αποκομμένα από τη φυσιολογική τους αντίδραση.

Στο συναισθηματικό μας ρεπερτόριο κάθε συναίσθημα παίζει ένα μοναδικό ρόλο, […]:Daniel Goleman: Οι παρορμήσεις για δράση

Με το θυμό το αίμα κυλάει προς τα χέρια και μας διευκολύνει να πιάσουμε ένα όπλο ή να επιτεθούμε σε κάποιον εχθρό. Οι παλμοί της καρδιάς αυξάνονται και μια έκρηξη ορμονών (όπως η αδρεναλίνη) προκαλεί μια ενέργεια τόσο έντονη που να οδηγεί σε κάποια ενεργό δραστηριότητα.

Με το φόβο το αίμα οδεύει προς τους μεγάλους σκελετικούς μύες, για παράδειγμα στα πόδια, κάνοντας πιο εύκολο το τρέξιμο· ως εκ τούτου, το πρόσωπο «πανιάζει», καθώς το αίμα στραγγίζει απ’ αυτό (έτσι δημιουργείται η αίσθηση ότι «παγώνει το αίμα».) Ταυτόχρονα το σώμα ψύχεται, έστω και στιγμιαία, αφήνοντας πιθανώς στο άτομο το χρόνο να εκτιμήσει κατά πόσο η φυγή θα ήταν η ενδεδειγμένη αντίδραση.

Τα κυκλώματα στα συγκινησιακά κέντρα του εγκεφάλου προκαλούν μια έκκριση ορμονών που θέτουν το σώμα σε γενική επιφυλακή, κάνοντάς το ευερέθιστο και έτοιμο για δράση, ενώ η προσοχή συγκεντρώνεται στην άμεση απειλή, για να εκτιμηθεί καλύτερα η προτιμητέα αντίδραση.

Μια από τις βασικές βιολογικές μεταβολές στην ευτυχία είναι η αυξημένη δραστηριότητα σε κάποιο εγκεφαλικό κέντρο που αναχαιτίζει τα αρνητικά συναισθήματα, αυξάνοντας τη διαθέσιμη ενεργητικότητα, και που κατευνάζει αυτά που προκαλούν ανήσυχες σκέψεις.

Ωστόσο δεν υπάρχει ιδιαίτερη μεταβολή στη βιοσωματική κατάσταση του ανθρώπου, εκτός από μια γενική ηρεμία, η οποία κάνει το σώμα να συνέρχεται γοργά από τη βιολογική αναστάτωση των ανησυχητικών συγκινήσεων, Αυτή η κατάσταση προσφέρει στο σώμα τις προϋποθέσεις για να ξεκουραστεί γενικά, αλλά και να οπλιστεί με την ετοιμότητα και τον ενθουσιασμό για οποιαδήποτε δραστηριότητα καθώς και να πολεμήσει για την επίτευξη μιας μεγάλης ποικιλίας στόχων.

Η αγάπη, τα τρυφερά συναισθήματα και η σεξουαλική ικανοποίηση συνεπάγονται τη διέγερση του παρασυμπαθητικού, του βιοσωματικού αντίποδα της δραστηριοποίησης που υποκινείται από το φόβο και το θυμό και είναι γνωστή ως αντίδραση «μάχης ή φυγής». Το παρασυμπαθητικό πρότυπο, που αποκαλείται «αντίδραση της χαλάρωσης», είναι ένα σύνολο σωματικών αντιδράσεων που προκαλεί μια γενική κατάσταση ηρεμίας και ικανοποίησης, διευκολύνοντας τη συνεργασία.

Το ανασήκωμα των φρυδιών από έκπληξη επιτρέπει να αποκτήσουμε μια ευρύτερη οπτική ακτίνα και αφήνει να πέσει περισσότερο φως πάνω στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού. Αυτό συμβάλλει στην ευρύτερη πληροφόρηση γύρω από το αναπάντεχο γεγονός, διευκολύνοντάς μας να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει και να αποφασίσουμε το πιο ενδεδειγμένο σχέδιο δράσης.

Σ’ όλο τον κόσμο μια έκφραση αηδίας φαίνεται ίδια και μεταδίδει το ίδιο ακριβώς μήνυμα: κάτι επιτίθεται στη γεύση ή στην όσφρησή μας, κυριολεκτικά ή και μεταφορικά. Η έκφραση του προσώπου που υποδηλώνει αηδία -το πάνω χείλος στραβώνει προς τα πλάγια και η μύτη ρυτιδιάζει ελαφρά– υπαινίσσεται μια αρχέγονη απόπειρα, όπως παρατήρησε ο Δαρβίνος, να κλείσουμε τα ρουθούνια αποφεύγοντας μια ενοχλητική οσμή, ή να φτύσουμε ένα δηλητηριώδες φαγητό.

Μια βασική λειτουργία της λύπης είναι ότι μας βοηθάει να προσαρμοζόμαστε σε μια σημαντική απώλεια, όπως το θάνατο κάποιου πολύ κοντινού μας προσώπου, ή σε μια άλλη μεγάλη απογοήτευση. Η λύπη προκαλεί ελάττωση της ενέργειας και του ενθουσιασμού μας για τις δραστηριότητες της ζωής, ιδιαίτερα για διασκέδαση και απολαύσεις, και όσο βαθαίνει και πλησιάζει την κατάθλιψη, επιβραδύνει τη διαδικασία του μεταβολισμού του σώματος.

Αυτή η εσωστρεφής απομόνωση μας δίνει την ευκαιρία να θρηνήσουμε μιαν απώλεια ή μια χαμένη ελπίδα να συλλάβουμε τις συνέπειές της στη ζωή μας και, καθώς επανέρχεται η ενεργητικότητά μας, να σχεδιάσουμε ένα νέο ξεκίνημα. Αυτή η απώλεια ενέργειας πιθανότατα κράτησε τους θλιμμένους – και κατά συνέπεια ευάλωτους- προγόνους μας κοντά στις σπηλιές τους, όπου σίγουρα ήταν πιο ασφαλείς.

Αυτές οι βιολογικές τάσεις για δράση διαμορφώνονται περαιτέρω από την εμπειρία μας στη ζωή και την κουλτούρα μας. Για παράδειγμα, σε όλο τον κόσμο η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου προξενεί λύπη και πόνο. Ο τρόπος όμως που εξωτερικεύουμε τη θλίψη μας και εκδηλώνουμε τα συναισθήματά μας -ή το πώς τα κρύβουμε από τους άλλους για να τα βιώσουμε μόνοι- διαμορφώνεται από την παιδεία, όπως συμβαίνει με τα άτομα που εμπίπτουν στην κατηγορία των «αγαπημένων προσώπων», για τα οποία πενθούμε.

Η παρατεταμένη περίοδος της εξέλιξης, κατά τη διάρκεια της οποίας σφυρηλατήθηκαν αυτές οι συναισθηματικές αντιδράσεις, υπήρξε σίγουρα μια πραγματικότητα πιο σκληρή από οποιαδήποτε έζησε ποτέ η φυλή των ανθρώπων από την αυγή της καταγεγραμμένης ιστορίας. Υπήρξε μια εποχή όπου πολύ λίγα νήπια αξιώνονταν να φθάσουν στην παιδική ηλικία και πολύ λίγοι ενήλικες ξεπερνούσαν τα τριάντα τους χρόνια.

Ήταν η εποχή που οι εισβολείς μπορούσαν να επιτεθούν κάθε στιγμή, τότε που τα καπρίτσια της ξηρασίας ή της πλημμύρας σήμαιναν άμεσα λιμό ή επιβίωση. Αλλά, με την εμφάνιση της γεωργίας και τη δημιουργία των πρώτων ανθρώπινων κοινωνιών, οι πιθανότητες υπέρ της επιβίωσης άρχισαν να αυξάνονται σημαντικά. Κατά τα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια, όσο προόδευε το ανθρώπινο γένος, τόσο οι άγριες πιέσεις που εξασκούνταν πάνω στον πληθυσμό χαλάρωναν σταθερά.

Αυτές οι ίδιες πιέσεις είχαν κάνει τις συναισθηματικές αντιδράσεις μας τόσο ανεκτίμητες για την επιβίωσή μας. Όσο αυτές εξασθενούσαν, τόσο εξασθενούσε και η αποτελεσματικότητα του συναισθηματικού μας ρεπερτορίου. Ενώ στα πολύ πολύ παλιά χρόνια, ο θυμός που προκαλούσε μια έντονη αντίδραση συχνά άφηνε και ευκαιρίες ή περιθώρια επιβίωσης, σήμερα ο θυμός μαζί μ’ ένα αυτόματο όπλο στα χέρια ενός δεκατριάχρονου φέρνει πολύ συχνά την καταστροφή.[1]

Daniel Goleman, Η συναισθηματική νοημοσύνη, ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, σελ. 33-35
[1] Όπως το θέτει ο Paul Ekman: «Ο θυμός είναι το πιο επικίνδυνο συναίσθημα. Μερικά από τα κυρίαρχα προβλήματα που φθείρουν την κοινωνία σήμερα σχετίζονται με το αμόκ του ασυγκράτητου θυμού. Είναι το λιγότερο προσαρμοστικό συναίσθημα γιατί μας προτρέπει να πολεμήσουμε. Τα συναισθήματά μας αναπτύχθηκαν όταν δεν είχαμε την τεχνολογία για να επιδράσουμε τόσο δυναμικά σ’ αυτά. Σε προϊστορικές εποχές, όταν είχες μια στιγμιαία εκδήλωση θυμού και ήθελες για μια στιγμή να σκοτώσεις κάποιον, δεν μπορούσες να το κάνεις τόσο εύκολα -τώρα όμως μπορείς».

Διαβάστε επίσης

Close