Η ευτυχία να είσαι δυστυχισμένος

Η ευτυχία να είσαι δυστυχισμένος

Όλοι έχουμε κοντά μας ανθρώπους – σταυρούς.

Όλοι έτυχε να βιώσουμε το πνιγηρό αίσθημα πως έχουμε να κάνουμε με τον πίθο των Δαναΐδων. Με ψυχές – πιθάρια, γεμάτα ρωγμές, που χύνουν έξω το νερό με το οποίο συνεχώς σου ζητούν να τα γεμίσεις.

Όσο νερό κι αν κουβαλάς, όσο και να ρίχνεις μέσα τους, πάλι γρήγορα αδειάζουν και πάλι διψασμένα ζητούν.
Είναι οι άνθρωποι που δε θέλουν τη χαρά. Οι χαρακτήρες που ζουν πάντοτε ένα δράμα.

Τον πρώτο καιρό σε πείθουν, στεναχωριέσαι, τους συμπονάς, συμπάσχεις μαζί τους, κουνάς στενοχωρημένα το κεφάλι για την άτυχη μοίρα κάποιων ψυχών, ντρέπεσαι κάπως που εσύ είσαι καλά, ευνοημένος της ζωής και του Θεού, αναζητάς να τους βρεις μια λύση, μια ανακούφιση έστω.

Το παράδοξο αρχίζει να διαφαίνεται όταν τελικά τους βρεις και τους προσφέρεις τη λύση, τους καλύψεις την έλλειψη που γι’ αυτήν κλαίνε και παραπονιούνται.

Ακόμα και τότε, το ύφος τους δε θα αλλάξει. Η διάθεσή τους σύντομα θα επανέλθει στη σταθερή γκρίνια. Θα βρίσκονται ξανά στην ίδια ψυχολογική κατάσταση, της απελπισίας, της θλίψης, της μεμψιμοιρίας, της αυτολύπησης.

Ακόμα κι αν ανακαλύψεις και τους προσφέρεις την τέλεια λύση στο πρόβλημά τους, ακόμα κι αν τους χαρίσεις εκείνο ακριβώς που έλεγαν πριν ότι επιθυμούσαν, πάλι θα καταφέρουν να είναι δυστυχισμένοι. Θα μετακυλήσουν γρήγορα, μπορεί και αυτόματα, τη στενοχώρια τους αλλού, σε κάτι άλλο. Θα πάνε και θα σταθούν μπροστά σε κάποιο νέο «αδιέξοδο».

Ειδικά όσοι συμβιώνουν με τέτοια πλάσματα, ως σύζυγοι, ως αδέλφια, ως παιδιά, ως γονείς, ως στενοί συνεργάτες, αισθάνονται ότι υποβάλλονται σε μιαν ατέρμονη μετάγγιση αίματος. Μετάγγιση δύναμης, κουράγιου, ακόμα και λογικής.

Και μάλιστα χωρίς να επιτυγχάνεται ποτέ το επιθυμητό αποτέλεσμα της χαράς, της ικανοποίησης, της ηρεμίας του άλλου. Ο δυστυχισμένος άλλος με ταχυδακτυλουργική δεξιότητα γνωρίζει τον τρόπο να βρει και να στραφεί σε νέα δυστυχία, να επινοήσει στην ανάγκη ένα καινούργιο, άλυτο πρόβλημα.

Μία από τις πιο ασφαλείς μεθόδους επινόησης κάποιας τέτοιας «αναγκαίας δυστυχίας» είναι η μεταμόρφωση του βαθμού της κατάστασης, η υπερβολή. Ξεκινούν την εξιστόρηση από ένα πραγματικό γεγονός, για να εξελιχθεί σε μια ποσοτική παραμόρφωση που στο τέλος θα αγγίξει το ψεύδος.

Καμιά φορά, όταν ρωτούν ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στη συνετή επιμέλεια και τη φοβία, μου έρχεται στο νου ένα παράδειγμα: συνετή επιμέλεια ενός ισορροπημένου ανθρώπου είναι να γνωρίζει ότι υπάρχουν κλέφτες και να κλειδώνει καλά πορτοπαράθυρα, να βάζει κλειδαριά ασφαλείας, να αφήνει ίσως ένα φωτιστικό αναμμένο όταν το βράδυ από το σπίτι του.

Ωστόσο, αν κάθε βράδυ κάθεται με ένα καλάζνικοφ, άγρυπνος πίσω από την κλειστή του εξώθυρα, τότε εδώ σίγουρα εντοπίζεται ένα πρόβλημα ψυχικής υγείας.

 

Μάρω Βαμβουνάκη, απόσπασμα από το ‘’Ο παλιάτσος και η Άνιμα’’, εκδόσεις Ψυχογιός

Διαβάστε επίσης

Close