Οι δρόμοι του ονείρου, της Νικολέτας Θάνου

Οι δρόμοι του ονείρου, της Νικολέτας Θάνου

Ήταν η σιγαλιά της νυχτιάς που έκανε το μεγαλύτερο θόρυβο. Οι άδειοι δρόμοι του ονείρου που κεντούσαν τη μοναξιά, ο άνεμος που φύσαγε χωρίς να βρίσκει αντίσταση στα  ανθρώπινα κορμιά. Τα φώτα των φαναριών στην πλατεία Αριστοτέλους που τρεμόσβηναν από τη θλίψη και λύγιζαν να σιγοψιθυρίσουν στα έρημα πλακόστρωτα τα μυστικά  του ουρανού,  η θάλασσα που λαχταρούσε να βγει στη στεριά, να  απαλύνει τον πόνο της πόλης, να την αγκαλιάσει κι έπειτα  να της δώσει ένα γλυκό φιλί για καληνύχτα, υποτονθορίζοντας ήχους του βυθού της… Ατέλειωτη η νύχτα,  κυοφορούσε  μιαν  αυγή, που αργούσε να ρθει…

Κι εκεί στην άκρη του βράχου της σιωπής, την ώρα που  βλέμματα χάνονται στα θάματα του έρωτα, την ώρα που ψυχές ταξιδεύουν  στους ουράνιους δρόμους  με  τα μακροβούτια του θανάτου, την ώρα που το εγώ σωριάζεται μετρώντας ψέματα κι αλήθειες  μπορείς να αφουγκραστείς , να νιώσεις τον παλμό. Τον παλμό της πόλης που αναπνέει, της νύμφης με το μαύρο πέπλο που πενθεί σιωπηλά… κοιτάζει το μακρινό ορίζοντα και περιμένει την αυγή. Την αυγή  που δε θα αργήσει να ρθει.

Τρέφονται από τις φλέβες του κορμιού σου, το γλυκό αίμα του πολιτισμού σου μάνα Θεσσαλονίκη, ανήμποροι και ανάξιοι  εκτιμητές ενός βαριού φορτίου. Της μετριότητας ταγοί, δραπέτες του ονείρου…

Γράφει η Νικολέτα Θάνου

Διαβάστε επίσης

Close