Τα δάκρυα το βράδυ μπερδεύονται με τη δροσιά

Τα δάκρυα το βράδυ μπερδεύονται με τη δροσιά

Αν ποτέ δεν σου άρεσε η εθνική οδός, αλλά προτιμούσες τους δρόμους και τα μονοπάτια, που σε παρασύρουν σε χωριά ερημικά και σε καρδιές ανήμερες, πρόσεχε, γιατί παντού παραμονεύει ο εαυτός σου και τα πιο δόλια οράματα…

Όπως εκεί, τρεις το πρωί, που ανηφορίζεις προς την πεδιάδα της Ομβριακής, ξεγελασμένος από τις στροφές και τη φυγή, στην Αγία Αικατερίνη με τις σκοτεινές πραμάτειες και τον όγκο της Οίτης στιβαρό σαν τείχος και απειλή.

Μυριάδες φωτάκια από οικισμούς στιγματίζουν την ομίχλη, λαμπυρίζουν τις ανάσες των κατοίκων, τρυπούν στιγμιαία το πυκνό σύννεφο, την αταραξία και σε εξακοντίζουν σε κάποιο μέρος αλλοτινό με το ίδιο όνομα.

Σε ένα γαλήνιο κόλπο και σε ακρογιάλια με περιβόλια μοσχομύριστα, κάποτε, στη Μυτιλήνη, σε μια θάλασσα που τόσο ερωτεύτηκε τη στεριά και τον μόχθο των ανθρώπων, που έμοιασε σε λίμνη και νηνεμία, με την αθωότητα και το λυρισμό να μην προμηνύουν τον ξεριζωμό, που θα ακολουθούσε.

Νοσοκομείο Λαμίας, μονάδα επειγόντων περιστατικών και μια κατάρα, καθώς κυνηγημένος τρέχεις με το αυτοκίνητο απέναντί της, για να ξεφύγεις από μοίρες, που σε ονείδισαν και λόγια ανείπωτα και επηρμένα, που υποτίμησαν τους καιρούς.

Μια φευγαλέα ματιά, συγγενείς, που καπνίζουν σε παγκάκια έξω, η απόσταση για το νου μεγάλη, δε βλέπεις τα πρόσωπά τους- τι συνέβη, ποια η έκβαση, τα δάκρυα το βράδυ μπερδεύονται με τη δροσιά-αλλά η αγωνία τους ανακατεύεται με την αντάρα και μπαίνει από τον κλιματισμό στα ρουθούνια σου και στο λογισμό, μολεύει τους ήχους της νύχτας και ακούγεται στο ραδιόφωνο, σαν εκπομπή πένθιμη.

Παραφωνία η ζωή, πνιγηρή, αν δε περικλείει την ανθρωπότητα και θηλιά ο πόνος ο ξένος, αν δε γίνεται οικείος.Μα η καρδιά πάντοτε βλέπει εκεί που οι αισθήσεις δεν τολμούν και στο έρεβος ακόμα και στη συμφορά και σου ζωγραφίζει στο τζάμι, τρίζοντας, τη φρίκη της μητέρας, τη νυχτωδία, την αρρώστια την αναπάντεχη, το αίμα από τα σφαγεία του κόσμου, την τραγωδία των θνητών.

Κάποιοι δεν μπορούν να σταθούν και χάνονται σε διαδρόμους, νοσοκόμες καλούν, μερικοί κάνουν βόλτες και δίπλα τους ο Χάρος, σε κάθε εντατική μέσα στην ομίχλη, σε κάθε πόλη, κάθε ώρα, να διαλέγει αυτούς που θα ενδώσουν. Προσκλητήριο με τυχαία σειρά ή με άγραφους σκοπούς, μέχρι να ακουστεί το όνομα, που θα σε σπαράξει.

Ο θάνατος σου μαθαίνει να υπάρχεις. Και η οδύνη να καταλύεις την υπεροψία. Μα τότε κάθε χαρά γίνεται ενοχή, επειδή συμπορεύεται με την άλωση και τη θλίψη του συνανθρώπου.

Γι’ αυτό κάθε ηλιαχτίδα αφήνει σκιές και η ζωή σμιλεύει ήδη τις κερκόπορτες, που θα σε προδώσουν. Και είναι ξόρκι μαγικό κι αθάνατο νερό η αγάπη, που καμιά φορά σε πηγούλες βρίσκεται αόρατες, λίγο έξω από κάθε Λαμία.

Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου

Πηγή :linkedin.com

Thessaloniki Arts and Culture,http://www.thessalonikiartsandculture.gr/

Διαβάστε επίσης

Close