Artist: Magdalena Russocka (detail)

Η διαρκής πάλη του μυαλού με την καρδιά

Δεν μπορεί. Σίγουρα σου έχει συμβεί. Αυτές οι κάποιες περίοδοι που το κοντέρ του μυαλού γράφει χιλιόμετρα προς μια και μόνο κατεύθυνση.

Κάτι ή κάποιος έχει καταλάβει τη σκέψη σου, έχει στήσει αντίσκηνο στο υποσυνείδητο, έχει εγκαταστήσει προτζέκτορα, προβάλλεται στην κάθε υποψία κινητικότητας του νου και δεν μπορείς να ξεκολλήσεις στιγμή. Βλέπεις παντού πράγματα και καταστάσεις που τα συνδέεις με το αντικείμενο του πόθου σου.

Μια μέρα, λοιπόν, που έχεις κουραστεί από το βάρος της ίδιας σου της επιθυμίας αποφασίζεις, με το καλημέρα, να αφήσεις για λίγο στην άκρη το μαρτύριο σου και να ξεχαστείς, μήπως σταματήσεις να αισθάνεσαι εκείνο το περίεργο απροσδιόριστο βάρος που μετατοπίζεται κατά τη διάρκεια της μέρας από το μυαλό, στην καρδιά, το υπόλοιπο κορμί και πάλι πίσω.

Προσπαθείς να βρεις χίλιους δυο τρόπους να σταματήσεις να βασανίζεσαι και να αυτομαστιγώνεσαι με τα ίδια σου τα συναισθήματα και είσαι αποφασισμένος να κάνεις τα πάντα.

Σκηνή πρώτη: Φτιάχνεις καφέ και ανοίγεις ραδιόφωνο σε σταθμό που δεν είναι της άμεσης προτίμησης σου ώστε να αποφύγεις την μετωπική σύγκρουση με τραγούδια αγαπημένα που μπορεί να σε οδηγήσουν κατευθείαν σε αυτό που θέλεις να αποφύγεις να φέρεις στο νου. Όμως μάντεψε. Δεν προλαβαίνει να τελειώσει το πρώτο τραγούδι ενώ σκέφτεσαι «εντάξει μωρέ, δεν φαίνεται δύσκολο, θα τα καταφέρω να ξεχαστώ» και μπαμ! Ξεκινά άσμα κομμένο και ραμμένο στην κατάσταση που παλεύεις να απαγκιστρωθείς.

Ξεπερνάς το αρχικό σοκ, μαζεύεις τη σκέψη σου που έχει ήδη διανύσει την απόσταση από το «προσπαθώ να ξεχάσω» στο «δε θέλω να ξεχάσω» με ταχύτητα φωτός και ρίχνεις λίγο κρύο νερό στο πρόσωπο να συνέλθεις.

Δεν προλαβαίνει να τελειώσει το τραγούδι και, ναι ο Θεός σου κάνει πλάκα, παίζει επόμενο ακόμη πιο δυνατό κομμάτι και αρχίζουν οι ανατριχίλες πατόκορφα . Το παίρνεις απόφαση πως δεν ήταν η καλύτερη επιλογή για να κάνεις διάλλειμα από τα πάθη που σε κατατρώνε, πίνεις τον καφέ μονορούφι, κλείνεις το ραδιόφωνο τη στιγμή που, αν είναι δυνατόν, παίζει πάλι τραγούδι φωτιά και ξεχύνεσαι στους δρόμους να πάρεις λίγο αέρα.

Σκηνή δεύτερη: Το να περπατάς μόνος είναι γνωστό ότι σε φέρνει πιο κοντά στις σκέψεις και τα συναισθήματα που σε βασανίζουν, οπότε τηλεφωνείς σε κολλητό πρόσωπο να πιείτε καφέ, να πείτε καμιά χαριτωμενιά να περάσει η ώρα, χωρίς οι σκοτούρες σου να σε χτυπάνε αλύπητα από όλες τις πλευρές.

Κοίτα να δεις όμως που στο δρόμο προς τον χαλαρό καφέ, θα σκοντάψεις πάνω σε ότι προσπαθείς να ξεχάσεις. Μπορεί να πάρει άπειρες μορφές. Αφίσα με τίτλο «Δεν υπάρχουν φρένα στο συναίσθημα», βιβλίο σε βιτρίνα βιβλιοπωλείου που υποστηρίζει «10 ενδείξεις για να καταλάβεις πως το μυαλό δε σε ρωτά, απλώς ταξιδεύει» ακόμη και μπλουζάκι με στάμπα «εδώ σε θέλω μυαλό μου, να φανείς δυνατό». Δεν υπάρχει σωτηρία.

Ακόμη και στον καφέ, εκεί που νομίζεις ότι κάτι έχεις καταφέρει, κάποιο μήνυμα ή τηλεφώνημα θα σε αναστατώσει, κάποιος θα περάσει που κάτι θα σου θυμίσει. Παράτησε τα. Δεν γίνεται τίποτα. Όποιος έχει δηλώσει ότι έχει χαλιναγωγήσει το συναίσθημα και κομπάζει περίτρανα ότι έχει τιθασεύσει το μυαλό πες του χαιρετίσματα. Δυο ενδεχόμενα υπάρχουν. Είτε ψεύδεται είτε δεν ξέρει για τι πράγμα μιλάμε.

Δεν έχει βιώσει εκείνες τις υπέροχα βασανιστικές καταστάσεις μου μουδιάζουν τα μέσα και τα έξω σου. Αυτές τις επιθυμίες που δεν καταλαγιάζουν καθώς αλλάζουν οι εποχές ή περνάνε οι μέρες. Αυτά τα «θέλω» που χορεύουν σαν πυγολαμπίδες τη νύχτα και ζαλίζουν την καθημερινότητα σου. Έτσι τελειώνει ημέρα σου βρίσκοντας σε όπως σε άφησε. Σε μια διαρκή πάλη μυαλού και καρδιάς.

Ένα έχω να σου πω: Μπόρα είναι θα περάσει.
Καλύτερα στη βροχή να νιώθεις κάθε σταγόνα να ποτίζει το Είναι σου, παρά με ομπρέλα να προσπαθείς να μη βραχείς από σκέψεις και συναισθήματα.

Κείμενο: Ιωάννα Γκανέτσα

Απόσπασμα από το βιβλίο “Ο έρωτας δε θέλει τίτλο” (εκδόσεις bookstars)

 

 

Διαβάστε επίσης

Close