H Αθήνα μέσα απ' τη ματιά του Ροΐδη

H Αθήνα μέσα απ’ τη ματιά του Ροΐδη

Η αθηναιογραφία αποτελεί την κύρια έκφανση της αστικής πεζογραφίας και η ζωή στην πρωτεύουσα ενδιαφέρει πλέον το αναγνωστικό κοινό. Η αθηναϊκή καθημερινότητα αποκτά διαφορετικές διαστάσεις αναλόγως τη σκοπιά του συγγραφέα – παρατηρητή που την περιγράφει.

Ο Ροΐδης έζησε από κοντά την αστική καθημερινότητα, όταν εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα το 1864. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σύρο και γι αυτήν την αντίθεση μεταξύ Αθήνας – Σύρου, δηλαδή πόλης και υπαίθρου έγραψε στο διήγημά του, Το παράπονο του νεκροθάφτου.

Στο διήγημα, λοιπόν, γνωρίζουμε τον ήρωά Αργύρη Ζωμά ο οποίος μένει με την οικογένειά του στη Σύρο, όπου ασχολείται με κτήματα και ζώα. Τότε γνωρίζει έναν βουλευτή ο οποίος του υπόσχεται μια λαμπρή ζωή στην Αθήνα, εφόσον του δώσει εγγύηση για ψήφους, όπως και το μέρος για την εκλογική του καμπάνια (…ορισμένα φαινόμενα είναι διαχρονικά στην Ελλάδα!).

Ο ήρωας πιστεύει με αφέλεια τα λόγια του πολιτικού και αφήνει τη Σύρο για τη φτωχική και θλιβερή ζωή στην Αθήνα. Αυτό, γιατί τελικά δεν απέκτησε τίποτα απ’ αυτά που του έταξε, αλλά άφησε τη σιγουριά και την περιουσία του για μια δουλειά των κατώτερων και ευτελών κοινωνικών στρωμάτων, όπως θεωρούνταν, αυτήν του νεκροθάφτη. Δεν έφτανε όμως μόνο αυτό, αφού έχασε και ό,τι είχε στο χρηματιστήριο και χρεοκόπησε.

Επίσης γνώρισε και το σκληρό πρόσωπο της Αθήνας, όταν έχασε τέσσερα παιδιά από τύφο, ένα άλλο από δυσκολίες που συνάντησε στα σύνορα, ένα ακόμα από την ασυνείδητη συμπεριφορά ενός οδηγού και την κόρη του έπειτα από σεξουαλική κακοποίηση που δέχτηκε από τον “γαμπρό” στον οποίο την έσπρωξαν οι γονείς της προκειμένου να μην τους είναι οικονομικό βάρος και από έναν φίλο του.

Παρακολουθούμε το δράμα και τις συνεχείς καταγγελίες του συγγραφέα για την Αθήνα, μια πόλη που δεν γνωρίζει από συμπόνια και κοινωνικούς δεσμούς, που είναι σκληρά διαβαθμισμένη σε κοινωνικά στρώματα, που αντιμετωπίζει οικονομική κρίση, μια πόλη στην οποία δεν υπάρχουν κανόνες και αστυνόμευση στους δρόμους, που δεν διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές για ιατρική περίθαλψη, εκεί που οι πελατειακές σχέσεις χτίζουν δήθεν σίγουρο μέλλον και αποκατάσταση και που δεν χωρά ποινή στον παραβάτη του κώδικά του δικαίου, εφόσον προστατεύεται από πολιτικό. Με αυτήν την παρακμή έρχεται αντιμέτωπος ο ήρωας και η οικογένειά του ως εσωτερικοί μετανάστες και με μια επακόλουθη έκπτωση, απ’ την καλή στην κακή ζωή.

Αυτή η αντίθεση είναι που τονίζεται στο διήγημα του Ροΐδη, γι αυτό και ο ήρωας δεν απαριθμεί μόνο τις δυστυχίες του στο αφιλόξενο περιβάλλον της Αθήνας, μα συνεχώς αναπολεί την παλιά ζωή του που ήταν “λεβέντης, νοικοκύρης και ο πρώτος του νησιού”, που είχε μια ήρεμη και σίγουρη ζωή και έναν τόπο γεμάτο πράσινο.

Σκόπιμο θα ήταν να αναφερθούμε και σε ένα άλλο διήγημα του Ροΐδη, στον Διαβάτη, για μια πληρέστερη εικόνα της εποχής. Ο Ροΐδης, λοιπόν, υπήρξε παρατηρητής στους δρόμους της Αθήνας, με ένα πιο φιλοσοφικό τρόπο. Μέσα απ’ το έργο του μιλά ανοιχτά για την ανωνυμία και τη ζωή μεταξύ αγνώστων στα αστικά κέντρα. Η σύγκριση υπαίθρου – πόλης είναι πάλι παρούσα, καθώς απ’ την αρχή κιόλας εξηγεί πως είναι αδύνατον σε επαρχιακή πόλη να μην γνωρίζει ο ένας τον άλλον, όχι μόνο από το πρόσωπο, αλλά και περαιτέρω πληροφορίες για τις ζωές των ατόμων, οπότε είναι εύλογο πως δεν αντιμετωπίζονται απλά σαν περαστικοί.

Στην Αθήνα όμως, διηγείται, πως τα πράγματα είναι διαφορετικά και είναι το αυτονόητο μέσα σε έναν τόσο μεγάλο πληθυσμό να μην γνωρίζεις τον διπλανό σου αλλά και να μην παρατηρείς κανέναν στον δρόμο, καθώς πρόκειται απλά για ξένους. Αυτή όμως η ανωνυμία είναι που δημιουργεί μια αβεβαιότητα στους ανθρώπους, καθώς τους κάνει να μην γνωρίζουν τι μπορεί να τους τύχει στο μέλλον και από ποιον.

Έτσι, λοιπόν, στον δρόμο που περπατά κανείς από ανώτερη κοινωνική τάξη, προσπερνάει έναν εξαθλιωμένο και περιθωριακό τύπο. Ο περαστικός που μπορεί να παρατηρεί τον διπλανό του, εφόσον δεν τον ξέρει, κάνει υποθέσεις γι αυτόν σύμφωνα με τις δικές τους αντιλήψεις, προσδοκίες και θεάσεις, κάτι που εντείνει τον εγωισμό μεταξύ των ανθρώπων. Βλέπουμε μια εικόνα πολύ γνώριμη.

Συμπερασματικά, ο συγγραφέας αναφέρεται ξεκάθαρα στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας κάτοικος της Αθήνας στην καθημερινότητά του, προβλήματα οικονομικά, υγείας, εγκληματικότητας και δίνεται μια ιδιαίτερη έμφαση στην κατάχρηση της πολιτικής εξουσίας και τις συνέπειες της στις ζωές των ανθρώπων.

Μας δείχνει την ονειρεμένη Αθήνα που περιμένει ο εσωτερικός μετανάστης ως την εξαθλιωμένη πραγματική Αθήνα, όπως την βιώνουν οι κάτοικοί της. Επίσης, διεισδύει στα εσώτερα του ψυχισμού του ανθρώπου στην πόλη με μια φιλοσοφική διάθεση και δεν μένει μόνο εκεί, καθώς προχωράει και σε μια σύγκριση με την καλύτερη και ποιοτικά ανώτερη ζωή στην ύπαιθρο, προβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο τις μεγάλες μεταξύ τους διαφορές.

Aπό: Σοφία Τατίδου

Διαβάστε επίσης

Close