Μαρία Άννα Σοφία Καικιλία Καλογεροπούλου….
Το όνομα της έχει ταυτιστεί με την όπερα, με τη μουσική, με τη μελωδία, με το αστείρευτο και σπάνιο ταλέντο της. Έχουν γραφτεί πολλά κείμενα για αυτήν. Βιογραφίες, άρθρα, βιβλία. Έχουν γυριστεί, επίσης, πολλά ντοκιμαντέρ και ταινίες για τη ζωή της.
Στο youtube κυκλοφορεί πληθώρα συνεντεύξεών της στα ελληνικά, στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα ιταλικά, μεταφρασμένες και μη, καθώς και αλησμόνητες εμφανίσεις της στη Σκάλα του Μιλάνου, στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, στην Όπερα των Παρισίων, στην Επίδαυρο, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στις Όπερες της Αμερικής.
Η ζωή της χιλιοειπωμένη και χιλιοδιαβασμένη. Το ταλέντο της ιδιαίτερο και ενίοτε αμφιλεγόμενο. Όπως και η προσωπικότητά της. Με ένα μοναδικό ηχόχρωμα και μια φωνή που το εύρος της διέθετε τρεις οκτάβες. «Άκουσα έναν βίαιο καταρράκτη ήχων, όχι άκοπα υπό έλεγχο, αλλά δραματικών και συγκινητικών. Εγώ μυστικά έψαχνα και περίμενα αυτή τη φωνή για αρκετό καιρό. Ήταν σαν ραντεβού με το πεπρωμένο» (Ελβίρα ντε Χιντάλγκο, η πρώτη δασκάλα της στην Αθήνα).
Είναι η επονομαζόμενη «La Divina» (Θεϊκή). Είναι η καλύτερη «Νόρμα» του σύγχρονου λυρικού θεάτρου και η τελειότερη «Kωνστάντζα» της «Απαγωγής στο Σεράι». Είναι η Ελληνίδα Μαρία Κάλλας.
Γεννήθηκε στον Μανχάταν της Νέας Υόρκης από Έλληνες μετανάστες στις 2 ή 4 Δεκεμβρίου το 1923 και έφυγε από κοντά μας στις 16 Σεπτεμβρίου του 1977. Τα υπόλοιπα γνωστά … λίγο, πολύ. Καταγεγραμμένα….. Όμως εμένα ποτέ δεν μου είναι αρκετό αυτό που φαίνεται. Πάντα μου αρέσει να ψάχνω πίσω από την εικόνα, πίσω από την εντύπωση που μπορεί να αφήνει κάποιος! Να εντοπίζω τον πυρήνα του είναι και της ύπαρξής του και η Μαρία Κάλλας έχει άφθονο υλικό για μελέτη.
Το ταλέντο της μπορεί να υπήρχε στις φωνητικές χορδές και στο διάφραγμά της. Όμως, το πιο πιθανό είναι ότι τίποτα δεν θα είχε εξελιχθεί έτσι αν η μικρή Καλογεροπούλου δεν είχε έντονη την ανάγκη να αγαπιέται, τη δίψα για στοργή και προσοχή, που της είχε στερήσει η μητέρα της από νωρίς. Η Μαρία ξεκινά το τραγούδι γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Δεν έχει άλλο είδος έκφρασης έξω από αυτό και κάπως έτσι αρχίζει το ταξίδι της ζωής της….
Μελετώντας την Κάλλας, στα δικά μου μυωπικά μάτια, όπως ήταν και τα δικά της άλλωστε, είδα μια γυναίκα με ισχυρή αυτοπειθαρχία και επιμονή στους στόχους της. Απίστευτα εργατική, τελειομανής, απόλυτη, δοτική, με υψηλή αυτοσυγκέντρωση και ιδιαίτερες ικανότητες μάθησης. Άκουγε με προσοχή και εφάρμοζε όσα μάθαινε τόσο στην τέχνη της όσο και στη ζωή της σαν σφουγγάρι. «Μέσα στον κόσμο που ζω, ανακάλυψα ότι όσο περισσότερο μαθαίνεις τόσο συνειδητοποιείς πόσα λίγα ξέρεις».
Μια γυναίκα γεμάτη πάθος και πόθο ντυμένο με μια έμφυτη αθωότητα και συστολή. Μια συστολή, που πολλές φορές την έκανε να μοιάζει στα μάτια άλλων υπεροπτική, αλλά που ξεκάθαρα ήταν ο δικός της μηχανισμός αυτοπροστασίας. Ίσως, γιατί δεν είχε, όσο παράξενο και αν ακούγεται αυτό, αυτοπεποίθηση.
Και ταυτόχρονα υπήρξε μια ντίβα, μια σταρ, ένα ασχημόπαπο που μεταμορφώθηκε σε κύκνο, ένα ταλέντο που δεν είχε κορυφή, καθώς πάντα ήθελε το κάτι παραπάνω. Και το πετύχαινε με τεράστια προσωπική προσπάθεια, μόχθο και στερήσεις. Οι ατέλειες και τα ελαττώματά της παύουν να έχουν σημασία εμπρός στη δημιουργική πνοή και την ερμηνευτική της φλόγα.
«Δεν είμαι από τους ανθρώπους που δέχονται τα πράγματα, όπως τα φέρνει η ζωή. Αναζητώ παντού το τέλειο. Τα θέλω όλα. Ακόμη και το ρούχο, που φοράω, θέλω να είναι το καλύτερο απ΄όλα, αν αυτό είναι δυνατόν. Ξέρω πως δεν γίνεται και υποφέρω πολύ γι΄αυτό» έλεγε η ίδια.
Η έντονη ανάγκη της για αγάπη σε προσωπικό επίπεδο την οδηγεί, σε σημείο ίσως εξάρτησης, στον Μενεγκίνι. Ευτυχώς, αρκετά γρήγορα, αντιλαμβάνεται ότι ο Μενεγκίνι θαυμάζει την Κάλλας και όχι τη Μαρία. Η Κάλλας όμως έχει κυρίως ανάγκη να αγαπιέται «η Μαρία». Χαρακτηριστικά λέει: «Είμαι η Μαρία και η Κάλλας». Μια γυναίκα και μια καλλιτέχνης, που δεν καταφέρνει τελικά να συνταιριάξει αυτές τις δύο ιδιότητες στο ίδιο πρόσωπο.
Και κάπου εκεί εμφανίζεται ο Ωνάσης και εγκαταλείπει τη μοίρα της στα χέρια του «σαν μια παρθένα που ξαφνικά ταξιδεύει στο απίστευτο σύμπαν των σωματικών αποκαλύψεων». «Αν αγάπησα τον Αρίστο; Μα και βέβαια. Ήταν ο μόνος άνδρας που αγάπησα στη ζωή μου. Ήταν γεμάτος ζωή και γοητεία. Ήταν ευγενικός και γεμάτος κατανόηση για μένα. Γιατί με έκανε να αισθάνομαι πραγματική γυναίκα. Αυτό που μου πρόσφερε ο Ωνάσης ήταν το αίσθημα ότι κάποιος μου απέδιδε απόλυτα την αξία μου».
Η ερωτική θυσία στο εξής θα είναι ουσιαστικό στοιχείο στη ζωή της. Γίνεται μια άπειρη, δειλή και γεμάτη αβεβαιότητα ερωτευμένη γυναίκα, που νιώθει την ανάγκη να χαθεί μέσα στον άλλον. Έχει την ανάγκη του, να την οδηγεί, να τη στηρίζει και κυρίως να την καθησυχάζει. Το πάθος της πέρα από τη μουσική εκδηλώνεται τώρα και στον έρωτα. Έναν έρωτα που την κάνει γυναίκα.
Που μάλλον είναι πιο σημαντικός από τον έρωτα της για τη μουσική. Που για χάρη του αλλάζει τρόπο ζωής, που τον γεύεται με όλο της το είναι. Που έχει όλα όσα θεωρεί «ανήθικα», που έχει απιστία, έντονη διεκδίκηση αλλά και αληθινή αγάπη. Γιατί, ναι, θεωρώ ότι και ο Ωνάσης την αγάπησε με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Και έτσι ο έρωτας την οδηγεί σε όλους τους καλλιτεχνικούς θριάμβους της!
Μετά της προδοσία και τον χωρισμό της από τον Ωνάση, σταδιακά από το φως, που εκπέμπει, αρχίζει και βυθίζεται στα σκοτάδια της. Το λευκό της γίνεται μαύρο. Από εκεί που σιχαίνεται τα ψέματα, «αναγκάζεται» να αποδέχεται όλα τα ψέματα του Ωνάση. Για να μην τον χάσει. Και τελικά χάνει και εκείνον και τον εαυτό της και τη φωνή της.
Στην αυτοβιογραφία του ο Τζεφιρέλι την περιγράφει σαν μια θεά με γήινα πάθη και δε διστάζει να την χαρακτηρίσει «ένα δύσκολο μείγμα καλλιτεχνικής ιδιοφυίας και μικροαστικής ανοησίας». Άκουγε Κάλλας και ήταν σαν να έβλεπε τον Παρθενώνα, αλλά πολλές από τις συμπεριφορές της τις θεωρούσε τουλάχιστον απλοϊκές σε αντίθεση με το μεγαλείο της φωνής της.
Η Μαρία Κάλλας είναι μια δυαδική προσωπικότητα εν κατακλείδι. Το τέλειο μουσικό όργανο που διαθέτει, η φωνή της, επηρεάζεται από την συναισθηματική της κατάσταση και η άνοδος και η πτώση της καθορίζονται τελικά από την εσωτερικότητά της.
Η τελειότητα στον επαγγελματισμό της υποκύπτει μπροστά στην θλίψη της από την απόρριψή της ως γυναίκας. Η ανάγκη της για αγάπη και προσοχή τώρα δεν καλύπτεται από το κοινό, όπως συνέβη στην αρχή της καριέρας της. Δεν της φθάνει να αγαπιέται ως καλλιτέχνης. Μάλλον ποτέ δεν της έφτανε, απλά τώρα το γνωρίζει καλά.
Η υπεροχή της στη σκηνή υποχωρεί και κάμπτεται μπροστά στην ευθραυστότητα του είναι της. Όλες οι προσπάθειές της στο εξής να ορθοποδήσει σε καλλιτεχνικό επίπεδο πέφτουν στο κενό. Εγκλωβίζεται συνειδητά ή ασυνείδητα στις επιλογές της. Η ανάγκη για αγάπη που κάποτε την οδήγησε στην κορυφή είναι ο ίδιος λόγος που θα την οδηγήσει στην κατάθλιψη.
Κλείνοντας, αν τελικά θα έπρεπε να περιγράψω την Κάλλας με λίγες λέξεις, αυτές θα ήταν: «Δύο πελώρια μάτια και μια απέραντης έκτασης φωνή». Ένα βλέμμα απόλυτα εκφραστικό, γεμάτο σιωπές και λέξεις. Λέξεις χαράς και ευτυχίας. Σιωπές θλίψης και λύπης. Τα μάτια της, τι κι αν δεν έβλεπαν καλά, «τα έβλεπαν» όλα!!! Και τα έδειχναν όλα!!! Και η φωνή της γεμάτη γοητεία και μαγεία, που σε ταξιδεύει πέρα από τον ορίζοντα μέχρι και σήμερα…… Ένα κράμα ταλέντου και ευφυίας, παθών και λαθών. Μότο της το «όλα ή τίποτα» και το «όλα πολύ»… Όλα στην υπερβολή τους.
«Έζησα για την τέχνη… έζησα για τον έρωτα»… στα άκρα!!!
Αυτή είναι η δική μου Μαρία Κάλλας
Γράφει η Αγγελική Θανασά, Δικηγόρος
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κάπλα