Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Με τη βοήθεια ειδικών ερωτηματολογίων, επιμελημένων από ψυχαναλυτές και νευρολόγους, οι υποψήφιοι γαμπροί και νύφες έβρισκαν το έτερόν τους ήμισυ. Αυτό τουλάχιστον υπόσχονταν τα γραφεία συνοικεσίων, που απέκτησαν επαγγελματική μορφή και έκαναν «χρυσές δουλειές» τις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70.

Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Τα χρόνια εκείνα, ο γάμος από έρωτα δεν ήταν τόσο εύκολη υπόθεση. Οι νεαρές κοπέλες βρίσκονταν υπό αυστηρό γονικό έλεγχο και οι γνωριμίες με ανύπανδρους άνδρες σχεδόν απαγορευτική. Ταυτόχρονα υπήρχε το ταμπού της αποκαλούμενης γεροντοκόρης, δηλαδή της γυναίκας που είχε περάσει τα 30 και δεν είχε ακόμα παντρευτεί. Με τα σημερινά δεδομένα αυτό ακούγεται ως μια ακραία αντίληψη, αλλά τότε αυτά ήταν τα κοινωνικά στερεότυπα. Οι οικογένειες δεν δίσταζαν αρχικά να απευθυνθούν στις λεγόμενες προξενήτρες και αργότερα σε οργανωμένα γραφεία συνοικεσίων προκειμένου να «αποκαταστήσουν» τις θυγατέρες τους.Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Αρχικά, οι ξενόφερτες επιχειρήσεις στόχευαν κυρίως στις ηλικίες 30 με 40 και σε πελάτες που αναζητούσαν να «αποκατασταθούν» άμεσα ώστε και να κάνουν οικογένεια. Γρήγορα όμως διαπίστωσαν ότι το κοινό τους ήταν ευρύτερο. Νέοι που ήταν απογοητευμένοι από τον κύκλο τους, γυναίκες και άντρες άνω των 60 που είχαν βαρεθεί τη μοναχική ζωή, διαζευγμένοι που δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν μία δεύτερη «αποτυχία». Όλοι κατέφευγαν στους επαγγελματίες του γάμου με την ελπίδα να βρουν το ιδανικό ταίρι.

Η πραγματικότητα που επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία σκιαγραφείται και από τις ταινίες της εποχής. Η Μαρίκα Νέζερ («Της κακομοίρας»), ο Γιάννης Αργύρης και ο Τάκης Μηλιάδης («Γραφείο Συνοικεσίων»), η Γεωργία Βασιλειάδου («Προξενήτρα» και «Σμυρνιά»), ο Βασίλης Αυλωνίτης («Ησαΐα χόρευε») και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας («Ησαΐα μη χορεύεις») ερμήνευσαν σχετικούς κινηματογραφικούς ρόλους.

Οι χαρακτήρες έδειχναν άλμπουμ με φωτογραφίες υποψηφίων στους πελάτες, τους ρωτούσαν για τις προτιμήσεις και τις απαιτήσεις τους και έδιναν μία κωμική διάσταση στο φαινόμενο.

Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Επαγγελματίες «προξενήτρες»
Στην πραγματικότητα, η διαδικασία που ακολουθούσαν τα περισσότερα γραφεία δεν διέφερε πολύ από τα σενάρια της μεγάλης οθόνης. Ανάλογα με το μέγεθος και το κύρος τους, οι επαγγελματίες του ζευγαρώματος προσλάμβαναν καταρτισμένους ψυχαναλυτές και ψυχολόγους. Εκείνοι με τη σειρά τους αναλάμβαναν να διαμορφώσουν ειδικά ερωτηματολόγια τα οποία ο κάθε πελάτης-υποψήφιος καλούταν να απαντήσει.

«Πληρώνετε 70 δραχμές και συμπληρώνετε ένα περίπλοκο ερωτηματολόγιο, που αρχικά σας ζητά να δηλώσετε την ηλικία σας, τη φυλή στην οποία ανήκετε, το ύψος σας το χρώμα των μαλλιών σας, τη σεξουαλική σας εμπειρία, το θρήσκευμα, την παιδεία, καθώς και το τι ζητάτε από τον ή τη σύντροφό σας. Έπειτα ακολουθούν ερωτήσεις που θα δώσουν ενδείξεις για τα ενδιαφέροντά σας, για το αν είσαστε περισσότερο ενδοστρεφής ή εξωστρεφής, τραχύς ή τρυφερός, προοδευτικός ή συντηρητικός, πολύ ή λίγο νευρωτικός», ενημέρωνε τους ενδιαφερόμενους ένα άρθρο του 1968.

Ψάχνετε το κατάλληλο ταίρι; Ελάτε στο γραφείο μας που διαθέτει τρεις χιλιάδες νύφες!

Μία χαρακτηριστική ερώτηση αμερικανικού γραφείου συνοικεσίων καλούσε τους υποψηφίους να επιλέξουν ανάμεσα στο Χίτλερ, τον Σούμπερτ και τον Φρανκ Σινάτρα. «Ποιον από αυτούς τους άντρες προτιμάτε;». Επρόκειτο στην ουσία για ιδιόμορφα ψυχολογικά τεστ που κατέτασσαν άντρες και γυναίκες σε εξίσου ιδιόμορφες κατηγορίες βάσει των απαντήσεών τους. Έτσι, μετά τη συμπλήρωση του μακροσκελούς ερωτηματολογίου, τα στοιχεία αρχειοθετούνταν και ταξινομούνταν ανάλογα με τα αποτελέσματα. Ακολουθούσε η αναζήτηση των πιο συμβατών υποψηφίων για να γίνουν τα ταιριάσματα.

Μάλιστα, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Αμερική και η Γερμανία εξέλιξαν το επάγγελμα, θέτοντας κατά κάποιο τρόπο τις βάσεις του σημερινού διαδικτυακού ζευγαρώματος. Με τη χρήση των πρωτοεμφανιζόμενων ηλεκτρονικών υπολογιστών, αυτοματοποίησαν την ταξινόμηση των στοιχείων, επισπεύδοντας το επιθυμητό προξενιό. Τα ερωτηματολόγια τροφοδοτούνταν απευθείας στη βάση δεδομένων του μηχανήματος και εξήγαγαν άμεσα αποτελέσματα.

«Αντί των 4.200 δραχμών το μηχάνημα προτείνει 6 υποψηφίους προς γάμον. Με 850 όμως ακόμη δραχμές, οι υποψήφιοι μπορούν να γίνουν 18», ήταν μία καλή προσφορά αμερικάνικου γραφείου.

Στη Γερμανία τα γραφεία συνοικεσίων γνώρισαν τέτοια άνθιση που, σύμφωνα με τον τύπο της εποχής, στις αρχές της δεκαετίας του ’70, υπήρχαν 270 τέτοιου είδους γραφεία, τα οποία συνολικά οδηγούσαν στο γάμο 60 με 70 χιλιάδες ζευγάρια το χρόνο, νούμερο που αναλογεί στο 14% των ετήσιων γάμων στη χώρα.

Με τα χρόνια, τα στερεότυπα υποχώρησαν, οι κοινωνίες απελευθερώθηκαν και οι άνθρωποι άνοιξαν τους κοινωνικούς τους κύκλους. Κατά συνέπεια, τα γραφεία συνοικεσίων άρχισαν να παρακμάζουν. Ποτέ όμως δεν εξαφανίστηκαν πλήρως. Μέχρι σήμερα, αρκετοί είναι οι υποψήφιοι γαμπροί και νύφες που χτυπούν την πόρτα των «επαγγελματιών του προξενιού» αναζητώντας ταίρι.

Διαβάστε επίσης

Close