Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο στις 29 Μαΐου του 1927.

Κατάγεται από τα Θολάρια της Αιγιάλης. Ήταν το μοναχοπαίδι του κυρ Βασίλη και της κυρα-Ευδοκίας που κατάφεραν να δώσουν στον Θανάση μόνο τις εγκύκλιες σπουδές. Ο πατέρας Βέγγος, υπάλληλος στο εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο, αγωνίστηκε επί Κατοχής για να το σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Γερμανοί.­

Οι μαρτυρίες λένε πως το εργοστάσιο σώθηκε χάρη στις προσπάθειες αυτού ακριβώς του ανθρώπου, ο οποίος στη συνέχεια απολύθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των αριστερών φρονημάτων του. Αλλά και ο Θανάσης αντιμετώπισε την εκδικητικότητα του κράτους: βρέθηκε στη Μακρόνησο, το κολαστήριο και τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες αριστερούς φαντάρους αλλά και πολίτες.

Εκεί, στον κατ’ ευφημισμόν «νέο Παρθενώνα», ο νεαρός Θανάσης βίωσε τον εξευτελισμό, έμαθε να υπομένει, υιοθέτησε την αξιοπρέπεια ως στάση ζωής και ταυτόχρονα γνώρισε τη συντροφική αλληλεγγύη. Η καθημερινότητα στο νησί ήταν βασανιστήριο, όχι μόνο για τους εξόριστους, αλλά και για τους φαντάρους. Ο Βέγγος δούλευε στο γιαπί, κάτω από άθλιες συνθήκες. Όλη τη μέρα κουβαλούσε και έσπαγε πέτρες, με αποτέλεσμα να εξαντλείται και να ζει μέσα στη σκόνη.

Το καθημερινό αυτό μαρτύριο στη Μακρόνησο, του δημιούργησε μια εμμονή που κουβαλούσε σε όλη τη μετέπειτα ζωή του: Τη φοβία για τη σκόνη. Ακόμα και πολλά χρόνια μετά, ξεσκόνιζε επίμονα τα ποτήρια και τα πιάτα πριν τα χρησιμοποιήσει, ακόμα και αν αυτά είχαν πλυθεί. Τίναζε τα ρούχα του, πριν τα φορέσει. Πολλές φορές, γυρνούσε προς τα έξω τις τσέπες του παντελονιού και τις τίναζε κι αυτές, ακόμα κι αν δεν είχε βάλει ποτέ τίποτα μέσα.

Εκεί επίσης συνδέθηκε φιλικά με τον Νίκο Κούνδουρο, τον άνθρωπο που θα άλλαζε την πορεία της ζωής του.

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο
Τάσος Κατράπας, Νίκος Κούνδουρος, Θανάσης Βέγγος. Μακρόνησος 1949

Ήταν το 1953 όταν τον κάλεσε ο Κούνδουρος να παίξει στη «Μαγική πόλη», την πρώτη ταινία της καριέρας του: υποδύεται τον πωλητή λεμονιών στη λαχαναγορά, μέλος μιας παρέας νεαρών βιοπαλαιστών.

Ο ήρωας λέγεται Θανάσης. ο Βέγγος παίζει τον εαυτό του, όνομα που θα τον ακολουθεί στη συνέχεια σε πολλές άλλες ταινίες και θα μπαίνει αργότερα και στους τίτλους των ταινιών του («Ο Θανάσης, η Ιουλιέτα και τα λουκάνικα», «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;», «Θανάση, πάρε τ’ όπλο σου», «Δικτάτωρ καλεί Θανάση», «Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας» κτλ.), όταν βέβαια δεν μπαίνει το επώνυμό του («Είναι ένας τρελός τρελός Βέγγος», «Δόκτωρ Ζι-Βέγγος», «Ενας Βέγγος για όλες τις δουλειές»).

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Στον «Δράκο», τη δεύτερη ταινία του Κούνδουρου, ο Βέγγος υποδύεται τον μπάρμαν σε ένα κέντρο διασκέδασης, ο οποίος είναι συγχρόνως και μπράβος του αρχηγού μιας συμμορίας απατεώνων. Εκεί θα φάει τις τρεις πρώτες θεαματικές φάπες, που θα ανοίξουν τους ασκούς της σφαλιάρας η οποία καταδιώκει τον Θανάση Βέγγο σε ολόκληρη την κινηματογραφική σταδιοδρομία του.

Έτσι ο εκφραστικός ηθοποιός με τη φαλάκρα, το συμπαθητικό πρόσωπο, την αβέβαιη έκφραση, μπήκε δυναμικά στον χώρο του κινηματογράφου, χωρίς να έχει προϋπηρεσία στο θέατρο. Ήταν ένας ερασιτέχνης που για να επιβιώσει έκανε ένα σωρό δουλειές ­ κυρίως του φροντιστή σε ταινίες, δουλειές κοπιαστικές, επίπονες και γλίσχρα αμειβόμενες. Στη συνέχεια πήρε την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος, γράφτηκε στο σωματείο, έπαιξε στο θέατρο και πήρε σημαντικότερους ρόλους.

Η θεατρική πλευρά του Θανάση Βέγγου
Η πρώτη θεατρική του εμφάνιση έγινε το 1959, στο θέατρο Περοκέ, στην επιθεώρηση των Δημήτρη Βασιλειάδη και Ναπολέοντα Ελευθερίου, «Ομόνοια πλατς-πλουτς» .

Θίασοι: Θίασος Γιάννη Γκιωνάκη – Νίκου Ρίζου – Τάκη Μηλιάδη (1959-1960): Δημήτρη Βασιλειάδη και Ναπολέοντα Ελευθερίου «Μαντουμπάλα και καινούργια Αθήνα», Χρήστου Γιαννακόπουλου και Αλέκου Σακελλάριου «Άνθρωποι του ’60».
Θέατρο Ακροπόλ (1963) : Γ. Ασημακόπουλου – Β. Σπυρόπουλου – Π. Παπαδουκά «Οκτώ άνδρες κατηγορούνται», Ασημ. Γιαλαμά – Κ. Πρετεντέρη – Ναπ. Ελευθερίου «Κόκκινα τριαντάφυλλα».

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο
Στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη

Θέατρο Εθνικού Κήπου (1963) : Ασημ. Γιαλαμά – Κ. Πρετεντέρη «Οι φτωχοδιάβολοι» (ρόλος : Φρίξος)

Θέατρο Ακροπόλ (1963-64, θιασάρχης με τους Ρένα Βλαχοπούλου , Γ. Δάνη) : Γ. Γιαννακόπουλου – Κ. Νικολαϊδη – Γ. Οικονομίδη «Αρχοντορεμπέτισσα» και «Κύπρος γιοκ».

Συνθιασάρχης με τη Σμαρούλα Γιούλη (1969-70) : Γ. Λαζαρίδη «Ο τρελός του λούνα παρκ και η ατσίδα» (Θανάσης) .

Από το 1970 και επί σειρά ετών, ο Θαναάσης Βέγγος συγκρότησε επανελειμμένως δικούς του θιάσους, σε διάφορες περιόδους. Αναφέρονται τα έργα : Γ.Λαζαρίδη «Ο τρελός του λούνα παρκ» (Θανάσης Ο Απόλας ). Έπαιξε το ίδιο έργο σε πολλές παραστάσεις και το παρουσίασε επίσης, μεταξύ των άλλων, σε περιοδεία του στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλ. Σακελλαρίου «Τι έκανες στον Τρωικό πόλεμο, Θανάση» (Μενέλαος) .
Γ. Λαζαρίδη «Το βλήμα» (Θανάσης Μουρλός ).

Γ. Μιχαηλίδη – Γιάν. Ξανθούλη «Μαμ, κακά , κοκό και νάνι».
Ανοιχτό θέατρο Γ. Μιχαηλίδη (1995- αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου κ.λπ.): Αριστοφάνη «Ειρήνη»(Τρυγαίος).

Θέατρο Δελφινάριο (1997): Λάκη Μιχαηλίδη – Γιώργου Σκούρτη – Μήτσου Ευθυμιάδη «Έλλην εξασθενής» (επιθεώρηση).

Ανοιχτό Θέατρο (1998- Φεστιβάλ Επιδαύρου κ.λπ.) : Αριστοφάνη «Αχαρνής» (Δικαιόπολις).

Θέατρο Ακροπόλ (1998-99), έκτακτη συμμετοχή ) «Έλληνες είστε και φαίνεστε» (επιθεώρηση).

Επίσης εμφανίζεται στο θέατρο στην παράσταση “Εγώ η Λασκαρίνα” που αποτελεί το κύκνειο άσμα του μεγάλου σκηνοθέτη Μίνωα Βολανάκη και ανέβηκε στο θέατρο “Ακροπόλ” την σαιζόν 1999-2000 ( με τους Μιμή Ντενίση , Πασχάλης Τσαρούχας , Θανάσης Βέγγος , Γιώργος Φούντας , Σπύρος Καλογήρου)

Στην Επίδαυρο επανεμφανίζεται το 2001 με την “Ειρήνη” του Αριστοφάνη και συνεχίζει σε περιοδεία με τεράστια επιτυχία.

Ο Θανάσης Βέγγος στον Ελληνικό κινηματογράφο
Μολονότι συμμετείχε σε αρκετές ενδιαφέρουσες και ονομαστές ταινίες («Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ο Μιμίκος και η Μαίρη» του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Ο Ηλίας του 16ου» του Αλέκου Σακελλάριου, «Μανταλένα» του Ντίνου Δημόπουλου, «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασσέν, «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ» του Ροβήρου Μανθούλη, «Ησυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, «Το βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Το αίνιγμα» του Γιάννη Σολδάτου), ως κινηματογραφικός τύπος καθιερώθηκε από άλλες κωμικές παραγωγές όπου ενσάρκωνε τον μέσο Ελληνα: τον φουκαρά, τον γκαφατζή, τον αγαθό, τον περιδεή, τον αγχωμένο, τον κυνηγημένο, αλλά και τον καπάτσο.

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Αυτό το παιδί για όλες τις δουλειές διαμόρφωσε έναν μοναδικό λαϊκό κινηματογραφικό ήρωα, ολοκληρωμένο και αναγνωρίσιμο, με σταθερά χαρακτηριστικά. Ο Βέγγος, δημιούργημα της ανάγκης για ρεαλιστική απεικόνιση του σύγχρονου Αθηναίου, στο πλαίσιο της φαρσοκωμωδίας, κινηματογραφικού είδους που συγκινούσε πλατιά στρώματα του ελληνικού λαού, ερμήνευσε τον άνεργο, τον πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη, τον τίμιο και εργατικό, τον αμήχανο και πολυμήχανο, που κάνει κάθε είδους δουλειά για να επιβιώσει.

Σε αυτή την προσπάθειά του μετατρέπεται σε μια αεικίνητη φιγούρα, έναν κλόουν, έναν έλληνα Σαρλό, ή καλύτερα στον Καραγκιόζη αυτοπροσώπως. Ωστόσο η φαρσοκωμωδία δεν είναι ρεαλιστική, ξεφεύγει από τα όρια της πραγματικότητας, και ο Βέγγος βρίσκει την ευκαιρία να εισέλθει σε αυτήν ως υπερρεαλιστικό στοιχείο, να παλέψει με την πείνα και την ανασφάλεια, να φέρει τον κόσμο πάνω κάτω.

Για να το επιτύχει αυτό στην εντέλεια έπρεπε να περάσει στη σκηνοθεσία, μα και στην παραγωγή των ταινιών του (κάτι που τον οδήγησε σε οικονομική καταστροφή), ώστε να ενσαρκώσει το όραμά του, το όραμα της απόλυτης ελευθερίας, να υπερβεί τις συμβάσεις, «να χτίσει τη δική του Οκτάνα», σύμφωνα με τον Σολδάτο (ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ Από το ΒΗΜΑ, 03/12/2000).

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ – Ταινίες Γέλιου. Έως το 1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό, αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις Φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, οι οποίες πρόσφεραν άφθονο γέλιο με τον σουρεαλισμό τους και τις τρελές ατάκες του πρωταγωνιστή τους. Ωστόσο, παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή.

Το 1971 η στενή σχέση του με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη τον οδηγεί σε θρίαμβο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με την ταινία ”Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;”. Κοινό και κριτική τον αποθεώνουν και αποσπά το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου. Έναν χρόνο μετά, ο ρόλος του στην ταινία ”Θανάση, πάρε το όπλο σου!” του χαρίζει ένα ακόμη βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου.

Τη δεκαετία του ’80 αποσύρεται από το σινεμά και κάνει λίγες βιντεοταινίες. Θα επιστρέψει στον κινηματογράφο το 1991, με την ταινία ”Ήσυχες μέρες του Αυγούστου” του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων, αλλά μεγάλης εκφραστικότητας. Το 1995 συμμετείχε στην ταινία ”Το βλέμμα του Οδυσσέα”, του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ κορυφαία στιγμή υπήρξε ο ρόλος του στο ”Όλα είναι δρόμος” του 1998. Τελευταία εμφάνισή του στη μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά» (2009).

Θανάσης Βέγγος: Ο Έλληνας Σαρλό, ο μεγάλος κωμικός που άφησε ιστορία στον Ελληνικό κινηματογράφο

Στην τηλεόραση, ο Θανάσης Βέγγος εμφανίστηκε στις σειρές: Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988), Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990), Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002), Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003), Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) και Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας (ΕΤ3, 2009).

Ο Θανάσης Βέγγος ήταν παντρεμένος με την Ασημίνα Βέγγου. Απέκτησαν δύο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Οι γιοι του έδωσαν εγγόνια τα οποία υπεραγαπούσε, όπως επιβεβαιώνει και η γυναίκα του: “Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για την Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δύο του εγγόνια και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά.”

Έζησε μαζί τους μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 3 Μαΐου του 2011.

Πηγές: veggos.gr, wikipedia,

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κάπλα

Διαβάστε επίσης

Close