Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα

Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα

Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα.

Δεν θέλω τα πολύβουα σαββατιανά φώτα να ταράξουν το λογισμό μου και να με τρατάρουν οίνο αμέθυστο.

Δεν θέλω να σε πιω σε κοινόχρηστα ποτήρια που ζέχνουν την ανάσα του κόσμου και λεκιάζουν αποτυπώματα χειλιών.

Θέλω να φυλάξω σε μαξιλάρι κεντητό το κορμί μου. Να το τυλίξω απαλά με την κουβέρτα να το ζεστάνω για το όνειρο. Για τη θύμηση τη βραδινή.

Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα.

Δεν ζηλεύω τα πιτσιρίκια που δεν χορταίνουν το χαμόγελο, το αλκοόλ και το τζελ στα μαλλιά. Δεν ζηλεύω τη φρεσκάδα του πνεύματος που αντέχει στα ξενύχτια σαν απότιστο γεράνι.

Δεν λαχταρώ να δω το φεγγάρι να κυλά στη θάλασσα και να χάσκει στα σοκάκια με σκιές χωρίς φωνη.

Το έχω χαϊδέψει μια νύχτα με ομίχλη. Το έχω παρηγορήσει για όταν δεν έφεγγε. Του έχω δείξει τον δρόμο και ξεκλέβω ματιές να το προσέχω.

Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα.

Δεν λυπάμαι για το πλακόστρωτο που δεν περπάτησα. Μια πατημασιά λαφρότερο απόψε χωρίς καύτρα τσιγάρου σβησμένη στη ράχη του.

Δεν λυπάμαι τη μελωδία που παίζει με κόπο από το βίντατζ γραμμόφωνο. Την έχουμε γράψει εμείς και δεν λυπάμαι την ορφάνια της απόψε. Στέκεται στα πόδια της σαν έφηβη νεαρά.

Δεν θυμώνω ούτε με το θράσος της γλυκιάς νυχτιάς που προστάζει την καρδιά να ξεχυθεί και να βουτήξει τον έρωτα από τα μαλλιά. Να τον πιει και να τον στύψει μέχρι να φτάσει μεδούλι.

Τα σαββατιανά φώτα εναλλάσσονται σε ζωντανό κόκκινο και ανεξάντλητο μαύρο.

Ακροβατούν στην αμαρτία με κοντάρι τη λάγνα σκέψη της αυγής.

Απόψε χορεύω αγκαλιά με την κουβέρτα.

Κείμενο: Τάσος Βακφάρης

Διαβάστε επίσης

Close