« Δεν (με) ακούει » από τη Φανή Ναθαναηλίδου

« Δεν (με) ακούει » από τη Φανή Ναθαναηλίδου

Μια φράση που συναντάμε αρκετά συχνά στις διαπροσωπικές επαφές των ανθρώπων είναι η εξής: « Δεν (με) ακούει\ακούς ».

Μέσα σε συζητήσεις, διαλόγους και εντάσεις όπου έρχονται αντιμέτωπες οι διαφορετικές ερμηνείες και απόψεις του καθενός, όταν δεν υπάρχει ταύτιση ακούγεται αυτή η έκφραση.

Πέραν των περιπτώσεων της δυσανασχέτησης, της πίστης περί δίκαιου και άδικου-λάθος και σωστού που προέρχεται από την διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς τα πράγματα , υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η έκφραση «δεν ακούει» κρύβει περισσότερα απ’όσα φαίνεται με το πρώτο άκουσμα.

Κάποιος που επαναλαμβάνει αυτή την έκφραση, που εξάπτεται έντονα χωρίς λόγο, που δεν τηρεί τις εύλογες αποστάσεις μεταξύ αυτού και του άλλου , μπορεί να οδηγείται από συναισθήματα και επιθυμίες πιο ”σκοτεινές’’.

Οι κοντινοί μας και μη, αυτοί που απαρτίζουν τον κοινωνικό και συγγενικό περίγυρο όταν προβληματίζονται ή συσκέπτονται με τον εαυτό τους κάποιες φορές απεύθονται σε εξωτερικό πρόσωπο για συμβουλές, για μια εναλλακτική όψη.

Με την επιφανειακή πρόφαση για αγάπη, νοιάξιμο, επιθυμία να υπάρχει ηρεμία στην ζωή τους, παθιάζεται κανείς τόσο πολύ που μοναδικός στόχος είναι η πειθώ για την ορθότητα και αποτελεσματικότητα του λόγου/των συμβουλών.

Όταν λοιπόν ο δέκτης αντιστέκεται/διαφωνεί με αυτές τις συμβουλές ακούγεται η έκφραση από τον άλλο συνομιλητή «Δεν (με) ακούς!». Τότε είναι που χάνεται το παιχνίδι διότι ο δεύτερος οικειοποιείται το ζήτημα αντιμετωπίζοντας το πλέον ως προσωπική υπόθεση και καταρρίπτοντας την ελεύθερη βούληση που συνοδεύει της αποφάσεις μας.

Τι συμβαίνει όμως στο κεφάλι αυτού του ανθρώπου που ίσως θα χαρακτηρίζαμε εμμονικό; Για ποιο λόγο δείχνει τόσο ενδιαφέρον, περισσότερο από εκείνο που επιτρέπεται (ανάλογα με την θέση που κατέχει στην ζωή μας), για τις προσωπικές μας υποθέσεις; Γιατί εμμένει στις προτάσεις του θεωρώντας πως είναι οι πιο κατάλληλες και δραστικές;

Αν αποκλείσουμε τα ενδεχόμενα της υπέρμετρης αγάπης-που σαφώς δεν αμφισβητούμε- και της ανησυχίας για την ακεραιότητα του προσώπου, φτάνουμε σε ποιο βαθιές αλήθειες περί των κινήτρων που ωθούν σε τέτοιες ενέργειες.

Σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, οι άνθρωποι έχουν συνδέσει την προσωπική τους αξία και την δυναμική της προσωπικότητάς τους με την επιρροή που ασκούν στους άλλους και τα ποσοστά επιτυχίας.

Οι όποιες αποστάσεις πρέπει να τηρούνται για να μην παραβιάζονται οι αρχές της ελευθερίας και ανεξαρτησίας, εξαφανίζονται καθώς αναδύεται η ανάγκη για επιβολή στον άλλο. Αυτή η ανάγκη καθοδηγείται από χειριστικές τάσεις οι οποίες αποσκοπούν στον απόλυτο έλεγχο των κινήσεων και πράξεων του ατόμου.

Είναι λίγο σκληρό να αποδεχτεί κανείς μια τέτοια αλήθεια, αλλά αν πραγματικά νοιαζόμαστε οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι το ”κακό” που συμβαίνει πρώτα στον ίδιο και μετά στον δέκτη είναι μεγαλύτερο από την πιθανότητα κινδύνου που ενέχει στις επιλογές του. Άλλωστε αν δεν πάθεις πως θα μάθεις;!

Άρα δεν είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές των άλλων παρά μόνο τις δικές μας, ακόμα κι αν θεωρούμε πως είναι ζημιογόνες. Άρα ο ρόλος περιορίζεται στον συμβουλευτικό και διαφωτιστικό.

Ας μην αγνοούμε την περίπτωση στην οποία οι συμβουλές από ανθρώπους που υποκινούνται από τέτοιες τάσεις, μπορεί να είναι λανθασμένες και η έκβαση του ”δεν με άκουσε” να είναι ωφελιμότερη από το ”με άκουσε”. Μια εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε είναι ένα μικρόβιο που τρώει την καλοσύνη και την αγαθότητα ονόματι ναρκισσισμός/εγωισμός.

Στα επιτρεπτά επίπεδα αυτό το στοιχείο προστατεύει την ήδη αναγνωρισμένη αξία του εαυτού και μας τροφοδοτεί με αυτοεκτίμηση. Αν όμως το μικρόβιο διαιωνιστεί και γίνει άπληστο προκαλεί ανάγκη για αυτό-ικανοποίηση μέσω του άλλου με βλαπτικές τακτικές, δηλαδή θέτοντας την υγεία σε δεύτερη μοίρα.

Οι συμβουλές μπορεί να προσφέρουν το ανάποδο από αυτό που νομίζουμε, να είναι ατελέσφορες και χωρίς σεβασμό προς την επιθυμία του άλλου. Τότε η έκφραση ‘’δεν (με) ακούει’’ νοείται ως ”δεν (με) υπακούει”.

Τι μπορούμε να κάνουμε σε μια τέτοια περίσταση;

Οφείλουμε να πιστεύουμε στην αξία μας που προκύπτει από την μοναδικότητα της ύπαρξής μας η οποία δεν χρειάζεται μήτε επιβεβαίωση μήτε τόνωση. Το να κρατάμε αποστάσεις από τον έξω κόσμο έχει να κάνει με την εξασφάλιση της ψυχικής μας υγείας και του ζωτικού χώρου, ο οποίος πρέπει να είναι απαραβίαστος.

Ακόμη κι αν κάποιος είναι ασταθείς και αδύναμος να υπερασπιστεί τον χώρου του, υποχρεούμεθα να το σεβαστούμε και να μην προκαλούμε ρήξεις. Για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, όσο σκληρή κι αν είναι μια αποκάλυψη για τον εαυτό μας , πάντα να έχετε κατά νου πως η εξέλιξη προϋποθέτει πίστη και δύναμη κάτι που υπάρχει μέσα μας σαν μια αστείρευτη πηγή.

Αν την βρούμε, την αποδεχτούμε και την μετατρέψουμε σε ενέργεια , τότε θα μπορούμε να την μοιράσουμε και στους γύρο μας.

Ακόμη κι αν βλέπεις τα χειρότερα να έρχονται υποδέξου τα με χαρά γιατί θα λάβεις τόσα πολλά καινούργια μαθήματα, είτε συμβαίνει σε σένα είτε σε κάποιον δίπλα σου. Η ζωή ξέρει. Ή μάλλον ο εαυτός μας ξέρει πως να διαχειριστεί την ζωή. Εσύ απλά έχε πίστη.

 

Γράφει η Φανή Ναθαναηλίδου
Φοιτήτρια του Φ.Π.Ψ Ιωαννίνων

 

 

Διαβάστε επίσης

Close