Η κόλαση είναι οι άλλοι ( ; ) από την Έλλη Πράντζου

Η κόλαση είναι οι άλλοι ( ; ) από την Έλλη Πράντζου

Τι φοβόμαστε περισσότερο οι άνθρωποι;

Μα φυσικά τις επιθυμίες μας. Οι πιο πολλοί θα σκεφτούν πως φοβόμαστε την απόρριψη, την κατάκριση και λοιπές άλλες παρόμοιες καταστάσεις οι οποίες τελικά έχουν πάντα να κάνουν με τους άλλους γύρω μας.

Ουσιαστικά, λοιπόν, με μια πρώτη ματιά φοβόμαστε τους άλλους. Είναι όμως όντως έτσι τα πράγματα; Ή μήπως οι άλλοι λειτουργούν ως καθρέφτες των φόβων μας αντί να τους προκαλούν;

Σκέψου το. Γιατί να σε καθορίσει η άποψη του εκάστοτε τρίτου για σένα αν ξέρεις πως όποια κι αν είναι δε στέκει; Ή ακόμη κι αν στέκει γιατί να σε νοιάζει τι θα πει ο ένας κι ο άλλος από τη στιγμή που εσύ είσαι καλά με εσένα;

Όταν είσαι σίγουρος για τον εαυτό σου, για τα καλά του και τα στραβά του, για τις παραξενιές του και τις αδυναμίες του, ακόμη και για όσα δεν είσαι τελικά σίγουρος μα είσαι έστω συνειδητοποιημένος σχετικά με την αβεβαιότητά σου τότε οι γνώμες των υπολοίπων περισσεύουν.

Αν δε φοβόσουν λοιπόν μήπως επιβεβαιώσουν τους ήδη υπάρχοντες φόβους σου και τις ήδη υπάρχουσες ανασφάλειές σου, όλα εκείνα δηλαδή που αποφεύγεις να παραδεχτείς κι επιμελώς κρύβεις ως ψεγάδια από όλους μα κυρίως από εσένα τον ίδιο, κανένας από τους γύρω σου δε θα ήταν ικανός να ασκήσει πάνω σου την παραμικρή δύναμη.

Κι ερχόμαστε στο θέμα των επιθυμιών. Όλοι έχουμε απωθημένα. Άλλοι με τον καιρό συμβιβάζονται με αυτά, άλλοι δεν το βάζουν κάτω ποτέ χωρίς να σημαίνει πως είναι ανευχαρίστητοι με όσα ήδη έχουν πετύχει κι άλλοι διαιωνίζουν μια μιζέρια χωρίς ωστόσο να πράττουν προς κάποια κατεύθυνση ώστε να ξεφύγουν από το τέλμα που τη δημιουργεί.

Από το τέλμα του εαυτού τους. Δεν είναι τυχαίο πως όσο περισσότερο ποθούμε κάτι τόσο περισσότερο μας τρομάζει η ιδέα του. Ακριβώς επειδή μέσα μας είναι τοποθετημένο πολύ ψηλά και το έχουμε ταυτίσει με ένα μέρος της ευτυχίας μας, η οποιαδήποτε αποτυχία υποθέτουμε πως θα μας διέλυε, θα μας έκανε να αισθανθούμε άχρηστοι.

Θαρρείς κι είμαστε εκ φύσεως αλάνθαστοι, ακριβείς μηχανές χωρίς κανένα περιθώριο απόκλισης στις εκτιμήσεις μας. Θαρρείς και κάθε αποτυχία είναι ταυτισμένη με την ανικανότητα.

Φοβούμενοι, λοιπόν, το μύθο που έχουμε δημιουργήσει γύρω από όλα όσα ποθούμε -είτε πρόκειται για έναν άλλον άνθρωπο, είτε για ένα όνειρο σε οποιονδήποτε τομέα- καταλήγουμε πολλές φορές παγιδευμένοι στην αναβλητικότητα. Πρόκειται για κάτι σαν δέος απέναντι σε ό,τι θεωρούμε ιδεατό.

Κι αν κάποιος άλλος το έχει ήδη πετύχει αντί να αποτελέσει αυτό κίνητρο για εμάς καταλήγει να αποτελεί μεγαλύτερη πίεση γιατί πλέον έχουμε να συγκριθούμε μαζί του. Κι αν έτσι γκρεμιστεί μέσα μας η εικόνα που θέλουμε να πλασάρουμε προς όλες τις κατευθύνσεις;

Είναι πιο εύκολο, λοιπόν, να πλάθουμε εικόνες πως έχει κάτι συμβεί ή πόσο ωραίο θα ήταν να συμβεί κάποτε κινούμενοι στα επίπεδα μιας φαντασίωσης και σκεπτόμενοι πόσο δύσκολο είναι να πραγματοποιηθεί όντως από το να το πάρουμε απόφαση για να διεκδικήσουμε όσα επιθυμούμε.

Οι φαντασιώσεις δε σε φέρνουν αντιμέτωπο με μια ενδεχόμενη αποτυχία. Το θέμα, βέβαια, είναι πως δε σε φέρνουν αντιμέτωπο ούτε με την επιτυχία όπως ούτε με κανένα άλλο συναίσθημα ή κατάσταση πέραν της εθελοτυφλίας η οποία όσο πιο πολύ μεγαλώνει κανείς τόσο πιο ανοιχτή αρχίζει να χάσκει η πληγή της. Οι επιθυμίες μας ξεμπροστιάζουν τη δειλία μας κι έτσι τις φοβόμαστε.

Ξεμπροστιάζουν τα θα και τα δεν μας, τ’ ανεκπλήρωτά μας που πάντα όσο μακριά κι αν τα ξαποστέλνουμε ξαναχτυπούν την πόρτα μας αποφασισμένα ποτέ να μη μας αφήσουν να ξεχάσουμε ποιοι θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει αν δε φοβόμασταν τη λέξη επιθυμώ.

Δεν είναι πολυτέλεια τα θέλω μας. Όποια κι αν είναι αυτά. Μεγαλωμένοι σε μια κοινωνία απονευρωμένη κύριο μέλημα της οποίας έχει καταλήξει να είναι το χρήμα είτε για επιβίωση είτε λόγω απληστίας οτιδήποτε παρεκκλίνει της πεπατημένης χαρακτηρίζεται ποικιλοτρόπως.

Όσο επηρεαζόμαστε από λόγια τρίτων φοβούμενοι πως μια αποτυχία μας θα δικαιώσει εκείνους και κατ’ επέκταση τους δικούς μας δισταγμούς συνεχίζουμε μια καταραμένη κληρονομιά.

Αυτή της απαξίωσης προς καθετί αληθινό μέσα μας επιτάσσοντας το εγώ μας στα καπρίτσια ενός κόσμου που δεν έχει μάθει να ζει. Είμαστε μέρος του. Για εμάς μιλάω. Καταλήγουμε οπότε και πάλι πως ο πραγματικός εχθρός σε κάθε περίπτωση είναι μέσα μας.

Στο χέρι μας είναι αν θα τον αφήσουμε να πάρει τα ηνία ή αν θα ξεριζώσουμε το ζιζάνιο της πλασματικής του υπόστασης όσο ακόμη είμαστε παραγωγικοί. Ο μόνος λόγος που η κόλαση είναι οι άλλοι -όπως είπε ο Σαρτρ στο κεκλεισμένων των θυρών- είναι γιατί οι άλλοι καθρεφτίζουν τους χειρότερούς μας εαυτούς κι εφιάλτες.

Μη σε φοβάσαι άνθρωπε και μη σε μισείς. Μην αφήνεις όποιον νομίζει πως έχει πάνω σου οποιαδήποτε εξουσία να επιβεβαιώνεται καθημερινά με τις ευλογίες σου.

Είναι παράδοξο που ενώ σε πολλά θέματα δεν κοιτάμε την καμπούρα μας αλλά φωνάζουμε γι’ αυτή του διπλανού μας όταν έρχεται η ώρα να μιλήσουμε για ανασφάλειες στα μάτια μας η δική μας καμπούρα φαντάζει η πιο τερατώδης. Η μάλλον δεν είναι τελικά τόσο αντιφατικό αν το καλοσκεφτείς.

Όλοι έχουμε ψυχικές καμπούρες μέσα μας. Κανείς δεν είναι καλύτερος κανενός αρκεί ο εκάστοτε άνθρωπος να μην αφήσει κανέναν να νιώσει καλύτερος ή χειρότερός του.

Αγάπα σε χωρίς να σε θεοποιείς από στείρο ναρκισσισμό. Είσαι γεμάτος ομορφιές κι ελαττώματα. Όπως εγώ. Όπως ο καθένας μας. Τόλμα να συστηθείς μαζί τους και πού ξέρεις. Ίσως οι άλλοι να πάψουν να είναι η κόλασή σου.

 

Γράφει η Έλλη Πράντζου

Διαβάστε επίσης

Close