Κραυγές φαντασμάτων

Κραυγές φαντασμάτων

Ήταν άλλη μια Δευτέρα βράδυ και καθόμουν στο μπαλκόνι του διαμερίσματός μου στην κεντρική Σουηδία καπνίζοντας το τελευταίο τσιγάρο της ημέρας.

Πάνω στην μικρή λίμνη που απλώνονταν μπροστά μου, καθρεφτίζονταν τα φώτα της πόλης, δημιουργώντας ένα μαγευτικό τοπίο, μια άλλη πόλη μέσα στην πόλη που σαν μαγικός καθρέφτης έδινε ζωή σε μια παράλληλη πραγματικότητα.

Λες και κάθε σπίτι, κάθε λουλούδι, κάθε ζώο, κάθε άνθρωπος είχε την δική του αντανάκλαση, το δικό του φάντασμα στην σιωπηλή πόλη του νερού. «Τί όμορφα που θα είναι να ζεις εκεί μέσα!» αναρωτήθηκα «αλλά αν θέλεις να φωνάξεις τί γίνεται;». Μα πόσο χαζός ήμουν. Φωνάζουν τα φαντάσματα; Μάλλον όχι. Και αν φωνάξουν; Τότε τις κραυγές τις πνίγει το νέρο.

Έσβησα το τσιγάρο και μισοζαλισμένος από την νικοτίνη και τις σκέψεις μου μπήκα μέσα στην ζεστασιά του σπιτιού μου. Το άρωμα της γυναίκας μου και του παιδιού μου στον χώρο ήταν μεθυστικό. Μπήκα στην κρεββατοκάμαρα και είδα τον μικρό να κοιμάται ανάσκελα με ανοιχτό το στόμα και την μανούλα του να του χαϊδεύει τα μαλλάκια.

«Συνέχισε» ψιθύρισα στην γυναίκα μου που μου έκλεισε το μάτι συγκαταβατικά. Χαμογέλασα και έμεινα εκεί για μια στιγμή να τους κοιτάζω. Και τότε η καρδιά μου επιβράδυνε τον ρυθμό της σαν να ήθελε να υποκλυθεί στη μαγεία της μητρικής στοργής.

Ο εγκέφαλός μου αντιλήφθηκε την υπόκλιση της καρδιάς και άφησε τις σκέψεις μου να τρέξουν στο παρελθόν, στην αγκαλιά της δικής μου μαμάς, στο χάδι που ποτέ δεν έχει φύγει από το σώμα μου, στο φιλί που ποτέ δεν έχει φύγει από το πρόσωπό μου. «Κάπως έτσι πρέπει να χτίζεται η ψυχή» σκέφτηκα «αυτά είναι μάλλον τα συστατικά της: χάδι και στοργή».

Την άλλη μέρα πήγα στο γραφείο μου και συντροφιά με το άρωμα του πρωινού καφέ κάθισα μπροστά στον υπολογιστή μου διαβάζοντας ένα άρθρο του BBC σχετικά με την Ελλάδα. Πριν αρχίσω την ανάγνωση σκέφτηκα πως θα έχει να κάνει με τον ήλιο, τα ελληνικά νησιά, τον τουρισμό. Πάγωσα όταν άρχισα να το διαβάζω.

Η δημοσιογράφος είχε επισκεφτεί ένα ίδρυμα παιδιών με αναπτυξιακές διαταραχές (αυτισμός, διανοητική υστέρηση κ.α.) και ανέφερε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσαν τα μικρά αγγελούδια. Φυλακισμένα σε κρεβάτια-κελιά σχεδόν για όλη την διάρκεια της μέρας που τα τάιζαν πίσω από κάγκελα. Παιδική αθωότητα χαμένη μέσα σε σεντόνια με οσμές κοπράνων και ούρων.

Ματάκια που με λαχτάρα καρτερούν την ανθρώπινη επαφή πίσω από κλειδωμένα λουκέτα. Ξεχασμένα χαμόγελα που ξεπετάγονται μέσα από αθώα προσωπάκια ακόμα και με την παραμικρή υπόνοια ανθρώπινης επαφής. Κραυγές πόνου που ψάχνουν ανακούφιση στο χάδι που πότε δεν γνώρισαν.

Δάκρυσα. Δεν ήθελα με τίποτα να πιστέψω πως αυτό που διάβαζα ήταν αλήθεια. Δεν ήξερα πως κάτι τέτοιο συνέβαινε στην χώρα μου. Δεν ήμουν εκεί. Και όταν ήμουν, δεν το είχα αντιληφθεί.

Κι όμως. Τα φοβισμένα παιδικά ματάκια ήταν πάντα εκεί. Απλά ήταν χαμένα σε ένα σώμα χωρίς ψυχή. Γιατί χωρίς χάδι και χωρίς στοργή δεν μπορεί να υπάρξει ψυχή αλλά γίνεται φάντασμα που κρύβεται μέσα σε λίμνες και ουρλιάζει από έναν πόνο που όμοιό του δεν μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος.

Μόνο που κάτω από το νερό οι κραυγές δεν ακούγονται. Όμως οι ψυχές περιμένουν καρτερικά τον θάνατο για να πετάξουν ξάνα πάνω από το νερό και να χαμογελάσουν.

Και τότε αναρωτήθηκα: «αν μια ψυχή κερδίζεται με ένα χάδι και μια ζωή κερδίζεται με ένα χαμόγελο γιατί υπάρχουν φαντάσματα;»

Γράφει ο Μιχάλης Χήτας
Σπούδασα στην ιατρική σχολή της Ferrara στην Ιταλία και στην συνέχεια στο ΑΠΘ. Απέκτησα την ειδικότητα της παιδιατρικής στην Σουηδία όπου ζω τα τελευταία χρόνια. Τώρα εργάζομαι ως ειδικευόμενος παιδοψυχιατρικής για την απόκτηση δεύτερης ειδικότητας.

Σ αυτή την πορεία ήρθα κοντά στην παιδική και νεανική φαντασία και δημιουργικότητα. Μέσα από τις εμπειρίες στην επαγγελματική μου ζωή και από τον ερχομό του έρωτα στην προσωπική μου ζωή βρήκα μια ισορροπία που μου επέτρεψε να εκράσω τις σκέψεις μου στο χαρτί. Στόχος μου η συγκίνηση μέσα απο την ανυπέρβλητη ομορφιά του γραπτού λόγου”.

Thessaloniki Arts and Culture http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Διαβάστε επίσης

Close