Μια παύση μεγάλη.... του Τάσου Βακφάρη

Μια παύση μεγάλη…. του Τάσου Βακφάρη

Το χέρι ενός πιανίστα κρεμασμένο αιωρείται στο κενό χωρίς να ξέρει αν θα συνεχίσει να παίζει μουσική.

Τα δάχτυλα αναποφάσιστα, κοκκαλωμένα, σταματημένα σε δευτερόλεπτα του χρόνου έτοιμα να χιμήξουν στα πλήκτρα. Ένα στοπ καρέ κολλημένο στον τελευταίο ενάμισι περίπου χρόνο έχει βάλει τις ζωές μας σε μια παύση μεγάλη, σε ένα κενό που δεν θα αναπληρωθεί ποτέ. Λίγους μήνες πριν η ορχήστρα μας έπαιζε μια ρυθμισμένη μελωδία, βαριά, ράθυμη, προβληματική άλλα ασταμάτητη.

Ξαφνικά σταμάτησαν όλα! Ένας πρωινός καφές που πρόσφερε επικοινωνία σε δυο ψυχές και ένα καϊμάκι που έψηνε στα χείλη τους όσα ξεστόμιζαν και λύτρωνε τις ψυχές τους από φόβο, μίσος, άγνοια και αγωνία, σταμάτησε.

Μια χειραψία για καλωσόρισμα τόσο ζεστή και αβίαστη έγινε απαγορευτική σαν ξεκούρδιστο όργανο. Σταμάτησαν οι άνθρωποι να δίνουν το χέρι τους και να κοιτάν στα μάτια. Έγινε το νερό φωτιά και δεν δροσίζει πιά.

Η αγκαλιά από κουκούλι που θρέφει τον σπόρο να βλαστήσει έγινε σοβατισμένη τρύπα στον τοίχο για να μην πεθάνουν οι εναπομείναντες. Πιο κρύα και από το οινόπνευμα. Πιο σκουριασμένη και από τις χορδές μιας πεταμένης στα σκουπίδια κιθάρας.

Θέλουν τα μάτια να κλάψουν να τρέξουν ρυάκια και να πενθήσουν το χαμό τους και δεν μπορούν. Θέλουν να φορέσουν μαύρα και να θρηνήσουν άλλα κάποιος τα άφησε γυμνά, εκτεθειμένα. Χωρίς χρώμα να ντυθούν, χωρίς καημό να υμνήσουν. Θέλουν τα χείλη να γελάσουν να ξεκαρδιστούν στα γέλια. Τόσο που θα σκάσουν και θα ματώσουν οι πτυχές του δέρματος ανάμεσα τους. Είναι μουδιασμένα όμως και αρκούνται σε μια Μόνα Λίζα του Ντα Βίντσι. Πως να χαμογελάσουν με μια ζωή σε παύση.

Τα συναισθήματα όλων κρέμονται στο αέρα δεμένα με κλωστή από τα δάχτυλα του μουσικού και έρμαια στο χρόνο περιμένουν τη μουσική. Παγωμένα συναισθήματα που μέσα τους βράζουν. Μαριονέτες των καιρών που εν μία νυκτί έσβησαν τα φώτα και σταμάτησαν να κινούνται.

Ήρθε και τα άλλαξε όλα!

Τράβηξε την κουρτίνα και έριξε αυλαία σε μια παράσταση που δεν έχει ακόμα τελειώσει. Άφησε πάνω στην σκηνή τα όργανα στημένα. Έπαυσε τους ανθρώπους και τους μεταμόρφωσε σε αγάλματα, θέτοντας τους σε αναμονή. Το κοινό στα καθίσματα έπαψε να χειροκροτά, έμεινε αποσβολωμένο και κρατά την ανάσα του ακόμα και σήμερα.

Ένα κενό!

Μια παύση μεγάλη στο πεντάγραμμο σταμάτησε τη ροή του χρόνου και έμειναν οι προβολείς να φωτίζουν τη σκόνη που πέφτει απαλά από τα χνώτα των ζωντανών. Ήρθε και μας έδειξε πως η νύχτα μπορεί να παραμείνει νύχτα χωρίς να ξημερώσει. Πως η θάλασσα μπορεί να μην κυματίζει. Ήρθε και μας έδειξε ποιος είναι ο αληθινός μαέστρος και ποιος κρατάει ακόμα τα χαλινάρια. Ήρθε και έβαλε τη ζωή μας σε μια παύση μεγάλη…

Είμαστε έτοιμοι, ας αναστηθούμε…!

Γράφει ο Τάσος Βακφάρης
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Φλώρινα την άνοιξη του 1984. Εργάζεται ως αναπληρωτής σε σχολεία γενικής και ειδικής αγωγής με εξατομικευμένα προγράμματα υποστήριξης και φροντίδας παιδιών με ειδικές ανάγκες. Τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα και δραστηριοποιείται στη Θεσσαλονίκη.

Διαβάστε επίσης

Close