Όταν ξυπνήσεις... θα είναι πάντα Χριστούγεννα!!! από τη Γεωργία Τζουμάκα

Όταν ξυπνήσεις… θα είναι πάντα Χριστούγεννα!!! από τη Γεωργία Τζουμάκα

Όλα θα πάνε υπέροχα αυτές τις μέρες, ήρθαν τα Χριστούγεννα σκέφτηκε και έστρωσε ένα παλιό αλλά πεντακάθαρο τραπεζομάντηλο με ένα μεγάλο Άγιο Βασίλη, πάνω στο ξύλινο τραπέζι.

Η μικρή Ζαχαροσκονούλα με τα αδύνατα ποδαράκια και τα λεπτά χεράκια, φόρεσε το τεράστιο καφέ παλτό που της χάρισαν και πήγε να πουλήσει στην γειτονιά όπως κάθε μέρα, τους μαγικούς μαρκαδόρους.

– Αγοράστε, αγοράστε είναι οι μαγικοί μαρκαδόροι !!!

– Μαγικοί ;;; Αποκρίθηκε ένας περαστικός καλοντυμένος κύριος, που κρατούσε ένα αγόρι από το χέρι.

– Μαγικοί κύριε αφού όταν ζωγραφίσεις κάτι με αυτούς τους μαρκαδόρους γίνεται κάτι μαγικό, βρίσκεσαι κατευθείαν στο μέρος που ζωγράφισες, απάντησε ζωηρά η Ζαχαροσκονούλα.

– Να αγοράσουμε κι εμείς μπαμπά αυτούς τους μαρκαδόρους από το κοριτσάκι, τους θέλω πολύ, είπε ενθουσιασμένο το μικρό αγόρι.

– Ναι παιδί μου θα σου αγοράσω και μάλιστα δύο πακέτα, ένα για σένα και ένα για την αδερφή σου, θέλω όμως να ρωτήσω κάτι πρώτα το κοριτσάκι. Eίσαι μόνη σου εδώ; Που είναι οι γονείς σου  ;

– Να εκεί παρακάτω είναι κύριε, έδειξε με το δάκτυλο η Ζαχαροσκονούλα,  δείτε εκεί που πουλάνε αυτά τα μπαλόνια, που αν ξεχαστείς και δεν προσέξεις πηγαίνουνε ψηλά, πολύ ψηλά στον ουρανό και χάνονται.

– Γιούπι μπαμπά!!!! Να πάρουμε και από αυτά, με τους μαρκαδόρους θα ζωγραφίσω όλα τα παιχνίδια που δεν μου παίρνεις και έτσι μαγικά θα εμφανιστούν μπροστά μου, μουρμούρισε το αγόρι.

Ο κύριος αγόρασε δύο κουτιά μαγικούς μαρκαδόρους και η Ζαχαροσκονούλα στάθηκε κρυμμένη να δει αν θα αγοράσει και από τα μπαλόνια που πουλούσαν οι γονείς της. Τι καλός άνθρωπος σκέφτηκε και συνέχισε το δρόμο της φωνάζοντας «Αγοράστε, αγοράστε είναι οι μαγικοί μαρκαδόροι».

Οι γιορτινές μέρες κυλούσαν χαρούμενα για την Ζαχαροσκονούλα αφού κατάφερνε να πουλήσει πολλούς μαγικούς μαρκαδόρους κάθε μέρα. Το τελευταίο βράδυ των γιορτών την βρήκε στο σπίτι της εξαντλημένη, της είχε απομείνει ένα κουτί, τότε σκέφτηκε να πάει στους γονείς της για να πουλήσει και το τελευταίο.

– Μαμά σε παρακαλώ θα αγοράσεις εσύ ή ο μπαμπάς το τελευταίο πακέτο μαγικούς μαρκαδόρους για μένα ;

– Βέβαια είπε χαμογελώντας ο πατέρας της Ζαχαροσκονούλας και αμέσως έβγαλε χρήματα για να της δώσει.

Φίλησε και αγκάλιασε δυνατά τους γονείς της και έτρεξε γρήγορα στο ξύλινο τραπεζάκι αδειάζοντάς τους μονομιάς. Να ζωγραφίσω ένα ζεστό σπίτι με ένα μεγάλο τζάκι, ένα τραπέζι γεμάτο γλυκά και φαγητά αναρωτήθηκε και εκείνη τη στιγμή κοίταξε το τραπεζομάντηλο και τότε είχε μία καταπληκτική ιδέα! «Θα ζωγραφίσω τον Άγιο Βασίλη, είπε, δεν το έχω δει ποτέ από κοντά μόνο σε εικόνες».

Η Ζαχαροσκονούλα τελείωσε τη ζωγραφιά της και περίμενε με υπομονή αλλά αυτός δεν εμφανιζόταν και στενοχωρημένη πήγε να ξαπλώσει, λες τελικά να μην πιάνουν σε μένα οι μαγικοί μαρκαδόροι σκέφτηκε και πριν προλάβει να τελειώσει τη σκέψη της παρουσιάστηκε μπροστά της ο Άγιος Βασίλης.

– Άγιε Βασίλη εσύ είσαι, ανοιγόκλεισε τα ματάκια της πολλές φορές.

– Εγώ είμαι, μία μαγική δύναμη με έφερε εδώ !

– Είναι οι μαγικοί μαρκαδόροι που πουλάω, απάντησε χαρούμενη η Ζαχαροσκονούλα.

– Πώς σε λένε ;

– Με φωνάζουνε Ζαχαροσκονούλα.

– Μα βέβαια, είναι από τις σκόνες ζάχαρης που έχει πάνω το παλτό που φοράς, μάλλον τρως πολλούς κουραμπιέδες μικρούλα μου, τώρα τις γιορτές.

– Ναι ναι, πού το ξέρεις ;

– Όλα τα ξέρει ο Άγιος Βασίλης, πρώτα θα σου φυσήξω τις σκόνες ζάχαρης από το καφέ παλτουδάκι σου, θα σου ρίξω λίγη αστερόσκονη για να λάμπεις και πλέον θα σε φωνάζουν Αστεροσκονούλα.

– Τέλεια, φώναξε ενθουσιασμένη.

Ο Αγιος Βασίλης έπιασε το παλτό της, πήγε κοντά στο παράθυρο και το φύσηξε δυνατά, έπειτα το γέμισε με πολύχρωμη αστερόσκονη. Η Ζαχαροσκονούλα τον κοίταζε ευτυχισμένη!

– Τώρα μπορείς να μου ζητήσεις ότι δώρο θέλεις.

– Θέλω να είναι πάντα Χριστούγεννα, πάντα γιορτινές μέρες, απάντησε με σιγουριά.

– Γιατί, τη ρώτησε ο Άγιος Βασίλης.

– Γιατί τα Χριστούγεννα οι άνθρωποι μας θυμούνται, μας χαμογελάνε στο δρόμο, μας αγαπάνε, μας ρωτάνε αν θέλουμε κάτι, μας αφήνουνε κρυφά στην πόρτα φαγητό !!! Η κυρία Ιουλία που μένει απέναντί μας, μου χάρισε αυτό το καφέ παλτό που πριν ήταν της κόρης της αλλά τώρα που μεγάλωσε δεν τη χωράει, ο μπαμπάς και η μαμά βρίσκουνε πάντα δουλειά στο λούνα παρκ και πουλάνε πολλά μπαλόνια !

Όταν όμως τελειώνουνε οι γιορτινές μέρες τίποτα δεν είναι το ίδιο, κανείς δεν μας μιλάει, δεν μας αφήνουνε πια φαγητό, η μαμά και ο μπαμπάς δεν έχουνε δουλειά, εγώ δεν πουλάω κανένα πακέτο μαγικούς μαρκαδόρους και είναι σαν όλοι να μας ξεχνάνε. Κάνε λοιπόν να είναι πάντα Χριστούγεννα, σε παρακαλώ πολύ Άγιε Βασίλη.

– Έχεις δίκιο μικρή μου, είπε ο Άγιος Βασίλης ακούγοντας με προσοχή τα λόγια της Ζαχαροσκονούλας. Όλοι τα Χριστούγεννα ψάχνουν έναν άνθρωπο να κάνουνε μία καλή πράξη, ξάπλωσε για ύπνο στο στρωματάκι σου και όταν ξυπνήσεις θα είναι για πάντα Χριστούγεννα της είπε, αποχαιρετώντας την με ένα φιλί.

Βγαίνοντας έξω από το σπίτι έριξε λίγο αστερόσκονη στη γειτονιά της Ζαχαροσκονούλας, δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, μπορούμε όμως να τον κάνουμε πιο όμορφο ξεκινώντας από μία γειτονιά ψιθύριζε.

Με λίγη αστερόσκονη όλα γίνονται.

 

Γράφει η Γεωργία Τζουμάκα
‘Τελείωσα βιομηχανικό σχέδιο… κι επειδή στην ελλάδα δεν υπάρχει τίποτα να σχεδιάσω, σχεδιάζω με λέξεις τις σκέψεις μου!”

Thessaloniki Arts and Culture 

 

 

Διαβάστε επίσης

Close