Σινεμά ο Παράδεισος;

Σινεμά ο Παράδεισος;

Γύρισμα 1, 2, 3 πάμε ! (καρέ-καρέ)

1. Σκηνή πρώτη – Θέατρο- Παιδική σκηνή

Φουστίτσα καρό, πουλόβερ σαν ζάχαρη και διάθεση παιχνιδιάρικη.

«Έλα να σου βγάλω το μπουφανάκι», είπα στο τρίχρονο παιδάκι που συνόδευα.
Γονάτισα ελαφρά ,να φτάσω το ύψος του μικρού Δαυίδ, και τότε ένιωσα μια έντονη ενέργεια στα πόδια μου. Σήκωσα το κεφάλι και κοίταξα στο βάθος, στο ταμείο. Δυο κάρβουνα μάτια καρφωμένα πάνω μου. «Τί βλέμμα Θεέ μου!», σκέφτηκα . Ήταν η πρώτη μου αξονική τομογραφία…

2. Σκηνή δεύτερη – From Rome with love – Νύχτα μαγική.

Μια ζεστή μέρα του Οκτώβρη ξημέρωσε.
-Πάμε σινεμά;
-Πάμε

-From Rome with love?
-Ναι μ `αρέσει ο Woody
-8.00;
-8.00.

Με περίμενε. «Πήρα τα εισιτήρια! Έχουμε χρόνο όμως μέχρι να αρχίσει η ταινία», μου είπε με ενθουσιασμό.
Πεζούλι και αμηχανία. Εκείνος να κοιτάζει τον τοίχο απέναντι και που και που να σχολιάζει.

«Μ` αρέσει αυτό»… μου λέει δείχνοντας το δαχτυλίδι μου. ( Γιατί σε ρώτησα; Χαχαχα)
«Ρε συ, όμορφη είσαι», λέει αργότερα έτσι στα ξεκάρφωτα…( ο άνθρωπος χρειάζεται ψυχιατρική παρακολούθηση, σκέφτηκα)
Με τα πολλά, με τα λίγα, έφτασε η ώρα προβολής.

Αναρωτιέσαι πώς ήταν η ταινία; Δεν ξέρω πραγματικά! Δεν μ` άφησε να την δω.. και η Ρώμη έγινε Πομπηία. Λάβα παιδί μου λάβα! Λέτε έτσι να ξύπνησε και ο Βεζούβιος; Από δυο μάτια κάρβουνα;

3. Σκηνή τρίτη-Θερινός κινηματογράφος.

Εκεί, σε εκείνο το μικρό χέρι κούρνιαζε όλη μου η απόγνωση.
Χέρι λεπτό, αντρικό με πεταγμένες φλέβες. Λεπτό μα δυνατό.
Το κοίταζα που κάλυπτε το δικό μου. Χέρι λεπτό, μεγάλο, γυναικείο,
με πεταγμένες φλέβες. Λεπτό μα δυνατό.

Το κοίταζα και το θαύμαζα. Το κοίταζα και το ήθελα να μου κρατάει
συντροφιά, τις ώρες της χαράς, τις ώρες της ζήλειας, τις ώρες της λύπης.

Αν κάποτε διάλεγα ένα χέρι παρηγοριάς, συμπόρευσης, συντροφικότητας, εξέλιξης πνευματικής, ψυχικής, ερωτικής, αυτό το χέρι θα ’ταν.
Αυτό που ξέρει πώς να με κρατά, πώς να με τραμπαλίζει σε χάρτες μαγικούς.

Που πότε αγγίζει τρυφερά με σεβασμό, πότε απλά καταλαβαίνει και ψιθυρίζει συγνώμη, πότε με σφίγγει θέλοντας να γευτεί την νίκη του.
Με κρατούσε και το καμάρωνα. Αυτό το χέρι, σκεφτόμουν,
με ορίζει και με καθορίζει. Με κάνει άγγελο και διάβολο.

Οικείο από το πρώτο άγγιγμα. Θαλπωρή και παρηγοριά.
Το χρειάζομαι γιατί το αγαπώ. Είναι το πολύτιμό μου.
Δεν το ‘χω ποτέ αλλά το έχω πάντα.
Μα αν διάλεγα, θα ήθελα πάντα.
Μόνο πάντα, ακόμη κι αν ήταν πάντα, και ποτέ!

4. Σκηνή τέταρτη-Βόλτα στην εξοχή

– Γεια σας παιδάκια!
Έτσι εγκάρδιά μας χαιρέτησε, ενενήντα χρονιών πάνω κάτω, με ένα πλατύ χαμόγελο και μάτια όλο γλύκα!
-Γεια σας, αποκριθήκαμε… όλο χαρά.

Χαρά, γιατί δεν είμαστε παιδάκια, χαρά γιατί για μια στιγμή ήμασταν «εμείς». Πληθυντικός αριθμός σαν ένα. Ζευγάρι.

Τώρα είμαι έξω και κοιτάζω τ’ αστέρια. Αυτό το «εμείς» κάποιες φορές υπάρχει απόλυτα. Άλλες χάνεται σαν σύννεφο. Άλλες πλανάται χωρίς σώμα και χορεύει με σιγουριά στην αιωνιότητα και άλλες, γίνεται ένα αστέρι που έχει πεθάνει από καιρό.

5. Σκηνή πέμπτη- Κάπου, κάπως, κάποτε.

Περίμενα σε μια στάση λεωφορείου στο Παρίσι. Έβρεχε καταρρακτωδώς! Cats and dogs, που λένε και οι Άγγλοι. Ξαφνικά, ένα αναιδέστατο αυτοκίνητο πέρασε από μπροστά με ταχύτητα και με έλουσε από πάνω μέχρι κάτω. Λίγα μέτρα μετά, σταμάτησε (τελικά δεν ήταν τόσο αγενής ο οδηγός) και τον είδα.
Πόσα χρόνια είχαν περάσει; Ούτε που θυμόμουν…

-Απίστευτο! Κάθυ εσύ;
-Ναι! Γίνονται και θαύματα ε;

-Συγνώμη για το « ντουζ», θέλεις να σε πετάξω κάπου;
-Να με πετάξεις, αρκεί να μην είναι από κάνα βράχο, χαχαχα.
(Μπήκα στο αυτοκίνητο και όλα συνέχισαν σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα)

-Να σε περιμένω να αλλάξεις και να πάμε σινεμά;
-Πάλι;
-Πάλι; Όχι πάλι….ΠΑΝΤΑ!

Κείμενο: Χαρά Μαζίδη

Διαβάστε επίσης

Close