Στο τέλος της θλίψης, υπάρχει πάντα ήλιος. Από τη Γεωργία Μαυρίδου

Στο τέλος της θλίψης, υπάρχει πάντα ήλιος. Από τη Γεωργία Μαυρίδου

Η αγάπη κάποιες νύχτες σαν κι αυτή φοράει λευκά σεντόνια γίνεται αόρατη και ταξιδεύει σε μέρη που ακόμα δεν έχεις πάει.

Μένεις μόνη σιγοπίνοντας το κόκκινο κρασί σου που όλο μοιάζει να αδειάζει μα το παράπονο σου το γεμίζει πάλι.

Πάλι αυτό το παράπονο στη στεριά ξεβράστηκε και εσύ τρέχεις να το μαζέψεις να το στείλεις πάλι στα μεγαλύτερα βάθη.
Αλλά έχει τέτοια δύναμη και τέτοιο πείσμα που ξαναγυρίζει πάλι πίσω.

Θέλει να το δεις, να το χαϊδέψεις να το ζεστάνεις λίγο.
Πάγωσε τόσα χρόνια μόνο δίχως κανέναν να βλέπει.

Θέλει να το ακούσεις, γι’ αυτό και γέμισε και ένα δεύτερο ποτήρι.
Θέλει το στοματάκι του να γλυκάνει λίγο με το κόκκινο κρασί και τα μέσα του να ζεστάνει να μπορέσει να σου ξομολογηθεί.
Τα μαλλάκια του στάζουν πάρε μια χνουδωτή πετσέτα και στέγνωσε του τα.

Βάλε του καινούργια ρουχαλάκια γιατί αυτά κολλάνε στο κορμάκι του.
Άναψε και λίγο την φωτιά και εκεί στα ξύλα που θα σιγοψιθυρίζουν το τραγούδι τους θα πετάξει τις λέξεις μια μια. Θα πετάξει και εικόνες και θα γίνουν καπνός και στάχτη.
Έτσι λυτρωμένοι και οι δυο θα τα πείτε δίχως συστολές, δίχως πρέπει.

Και θα φτιάξετε νέες λέξεις και νέες εικόνες.
Θα σταθείτε και ύστερα μες στη θαλπωρή να κοιτάτε τη φλόγα που σιγοκαίει.

Και σαν κλείσεις τα μάτια σου θα ξεγλιστρήσει απ’ την καμινάδα σαν τον κλέφτη.
Και όταν τα μάτια σου ανοίξεις την ανατολή, θα νιώσεις ένα πούπουλο αριστερά στο στήθος σου. Θα είναι η καρδιά σου που θα είναι πια ξαλαφρωμένη.

Τα ποτήρια είναι άδεια και το μπουκάλι κενό… στο τζάκι μόνο στάχτες και η πολυθρόνα απέναντι σου ακόμα υγρή. Οι κουρτίνες τραβηγμένες και το φως που σε χτυπάει κατευθείαν στα μάτια δυνατό.
Τόσο δυνατό που σε προστάζει να το κοιτάξεις μες στα μάτια.
Όχι δε διστάζεις μα ούτε και τυφλώνεσαι. Χαιρετάς τον ήλιο. Και του λες δυνατά καλώς όρισες και πάλι.

 

Γράφει η Γεωργία Μαυρίδου

 

 

Διαβάστε επίσης

Close