Τα διαμάντια μέσα από τα μάτια της μαϊμούς, από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Τα διαμάντια μέσα από τα μάτια της μαϊμούς, από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Ομολογώ, ότι ένα απ’ τα αγαπημένα μου αποφθέγματα απ’ τα πολλά που κυκλοφορούν είναι το εξής: «…Αν βάλεις μια μαϊμού να διαλέξει ανάμεσα σ’ ένα διαμάντι και μια μπανάνα, κάθε φορά θα επιλέγει τη μπανάνα. Δεν έχει την ικανότητα να καταλάβει πόσο αξίζει ένα διαμάντι και το απορρίπτει. Το διαμάντι δεν παίρνει την απόρριψη προσωπικά. Ούτε προσπαθεί να μοιάσει με μπανάνα για να αρέσει στις μαϊμούδες. Είναι διαμάντι…».

Αναλογιζόμενη λοιπόν, ότι οι περισσότεροι διαβάζοντας το παραπάνω απόφθεγμα μειδιούν ελαφρά, έχοντας αισθανθεί ίσως κάποια στιγμή στη ζωή τους όπως τα «διαμάντια», σκέφτηκα να κάνω μία προσπάθεια να δω τα πράγματα απ’ την άλλη πλευρά…
Να δω τον κόσμο μέσα απ’ τα μάτια της μαϊμούς…

Ξεκινώ λοιπόν την προσπάθειά μου αυτή με ειλικρινά καλή πρόθεση, θέλοντας να δείξω κατανόηση και επιείκεια στη μαϊμού, αναλογιζόμενη πως δεν φταίει αυτή που είναι μαϊμού και την ελκύουν οι μπανάνες και σίγουρα δεν φταίει αυτή που δεν μπορεί ν’ αναγνωρίσει και να εκτιμήσει την αξία ενός διαμαντιού, αν τύχει και βρεθεί μπροστά της.

Γιατί για εκείνη, το διαμάντι δεν έχει καμία χρησιμότητα εφόσον δεν εξυπηρετεί τις φυσικές της ανάγκες και γιατί στα δικά της μάτια, δε διαφέρει σε τίποτα από ένα κοινό κομμάτι γυαλί.

Ακόμα κι αν από καθαρό ένστικτο υποψιαστεί, ότι αυτό που έχει μπροστά της διαφέρει απ’ τα κοινά γυαλιά και είναι κάτι πιο ιδιαίτερο, δεν θα ξέρει τι να κάνει μ’ αυτό, πως να το εκτιμήσει και πως να το διαχειριστεί, γιατί λόγω της φύσης της δε βρίσκει νόημα στην ποιότητα των πραγμάτων, αλλά το μόνο που μπορεί ν’ αναγνωρίσει ως αξία είναι η ποσότητα σε ότι θεωρεί νόστιμο, εύπεπτο, εύκολο να βρεθεί και που μπορεί μ’ αυτό να κορέσει την πείνα της.

Όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμούμε τις μαϊμούδες που λειτουργούν ακολουθώντας απλά τα ένστικτα τους, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι βάσει κάποιων εμπεριστατωμένων επιστημονικών απόψεων, ο άνθρωπος προέρχεται απ’ τον πίθηκο.

Απλά, ίσως κάποιοι απ’ το ανθρώπινο είδος είχαν την τύχη ή την ατυχία να εξελιχθούν λίγο παραπάνω και να ευδοκιμήσουν μέσα τους κάποιες επιπλέον φυσικές ανάγκες, πέρα απ’ τις γενετήσιες και τις βασικές κι άρχισαν να σκέφτονται, να ψάχνουν, ν’αναρωτιούνται, ν’ αναγνωρίζουν και ν’ αναζητούν, κάτι πέρα και πάνω απ’ το ενστικτώδες και το επιφανές.

Η εξέλιξη αυτή του καθενός βέβαια, είναι ανάλογη με την αντίληψή του, τη φύση των βασικών του ενστίκτων, τις συνθήκες ζωής του, τα ερεθίσματα που δέχεται απ’ το περιβάλλον του, τον τρόπο που καλλιεργεί την ψυχή και πνεύμα του, την ποιότητα στην ανταλλαγή σκέψεων, σχέσεων και πληροφοριών μέσα από τις συναναστροφές του με τους άλλους, το συναίσθημά του, την ισορροπία που καταφέρνει να κρατήσει μέσα του, όμως κυρίως με τη στάση ζωής, τις πράξεις και τις επιλογές του.

Και μέσα σ’ αυτή την εξέλιξη που ο καθένας από εμάς επιλέγει ή όχι να έχει, δεν είναι σωστό να χαρακτηριστεί κανένας σωστός και κανένας λάθος,κανένας καλύτερος και κανένας χειρότερος απ’ τον άλλο, γιατί στην τελική, όλα είναι θέμα οπτικής, αντίληψης κι επιλογής.

Και επειδή,το αν κάποιος επιθυμεί να εξελιχθεί, όπως και ο τρόπος που επιλέγει να το κάνει, είναι αδιαμφισβήτητο δικαίωμα του, σίγουρα δεν του αξίζει να είναι κατακριτέος και υπόλογος, αν αυτό τον ευχαριστεί ή αν στην τελική,η εξέλιξή του δεν του επιτρέπει να αναγνωρίζει την αξία ενός διαμαντιού σε σχέση μ’ ένα οποιοδήποτε κοινό κομμάτι γυαλί ή σε σχέση με μια μπανάνα.

Ας μην ξεχνάμε, ότι δεν είμαστε όλοι εκτιμητές ή συλλέκτες πολύτιμων λίθων, όπως και δεν είμαστε όλοι μαϊμούδες ή διαμάντια, άλλωστε.
Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει ο καθένας από εμάς ίσως, είναι το να επιλέξει σε ποια μορφή επιθυμεί να εξελιχθεί, ώστε να βάζει τη σφραγίδα του και ν’ αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του ανάλογα.

Ομολογώ ότι η προσπάθειά μου να δω τον κόσμο μέσα απ’ τα μάτια της μαϊμούς ήταν σοβαρή, ειλικρινής, καθόλου επιφανής και εξαιρετικά δύσκολη… μιας και ανήκω στη μερίδα εκείνων, που σκεπτόμενοι το σχετικό απόφθεγμα -που ήταν η αφορμή αυτής της κατάθεσης σκέψης μου – μειδιούν ελαφρά, επειδή κάποια στιγμή στη ζωή τους ένιωσαν μικρά, ασήμαντα,ταπεινά και ακατέργαστα διαμάντια.

Γράφει η Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Διαβάστε επίσης

Close