Το λεξιλόγιο της Αρχαίας Σπάρτης

Το λεξιλόγιο της Αρχαίας Σπάρτης

Η Αθήνα υπήρξε η λαμπρότερη πόλη της Αρχαίας Ελλάδας και παράλληλα η γενέτειρα και η κοιτίδα του πολιτισμού στην Ευρώπη.

Ωστόσο, η Σπάρτη υπήρξε η ισχυρότερη, από τον 7ο αιώνα που ο Λυκούργος επέβαλε την τάξη και την πειθαρχία με τη νομοθεσία του, μέχρι τον 4ο αιώνα που πέρασε στη σκιά του Μακεδονικού Βασιλείου. Στην ανάρτηση αυτή, θα δούμε μερικές σημαντικές έννοιες που αφορούν την Αρχαία Σπάρτη.

Είλωτες:
Όταν οι Δωριείς κατέβηκαν από τον βορρά στην Πελοπόννησο και εν προκειμένω στη Λακωνία, ήρθαν σε σύγκρουση με τους Αχαιούς κατοίκους της, τους οποίους νίκησαν και υπέταξαν με αποτέλεσμα αυτοί να γίνουν είλωτες. Δηλαδή ήταν δούλοι; Θα αναρωτηθεί κανείς.

Ναι, υποδουλώθηκαν αλλά δεν ήταν δούλοι με την έννοια που επικρατούσε στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Εδώ υπήρχε μια ιδιομορφία γιατί οι είλωτες δεν αποτελούσαν ατομική ιδιοκτησία (όπως οι δούλοι στην Αθήνα για παράδειγμα) αλλά ιδιοκτησία ολόκληρης της πόλης.

Επομένως, οι είλωτες δεν εργάζονταν σε σπίτια, ούτε έμεναν με τους ελεύθερους πολίτες, αλλά ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τις χειρωνακτικές εργασίες γενικότερα και έμεναν χώρια, σε καλύβες, γι αυτό είχαν και μια σχετική αυτονομία.

Ήταν η πιο παραγωγική τάξη της σπαρτιατικής κοινωνίας, μα ήταν εξαιρετικά άτυχη γιατί αποτελούσε την πολυπληθέστερη κοινωνική ομάδα και προκειμένου να μην επαναστατήσει και δημιουργήσει προβλήματα και αστάθεια στην πόλη, έπρεπε να υπομένει την κρατική τρομοκρατία. Οπότε κάθε χρόνο και όποτε αυτό οριζόταν, οι ελεύθεροι πολίτες μπορούσαν να σκοτώνουν είλωτες χωρίς καμία τιμωρία.

Περίοικοι:
Ήταν η δεύτερη πολυπληθέστερη κοινωνική ομάδα της Αρχαίας Σπάρτης. Οι άνθρωποι αυτοί ασχολούνταν με τη γη τους, την αλιεία και το εμπόριο. Ήταν ελεύθεροι πολίτες αλλά όχι Σπαρτιάτες πολίτες, δηλαδή δεν είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα.

Όμοιοι:
Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες ομάδες, αυτή είχε πλήρη πολιτικά δικαιώματα και ήταν η πιο ολιγάριθμη. Τα δικαιώματα αποκτούσε όποιος: 1) καταγόταν από πατέρα πολίτη και μητέρα κόρη πολίτη, 2) ολοκλήρωνε την αγωγή με επιτυχία, 3) συμμετείχε στα συσσίτια. Οι όμοιοι απαγορευόταν να ασχολούνται με χειρωνακτικές εργασίες.

Αγωγή:
Η σκληρή στρατιωτική εκπαίδευση που λάμβαναν οι Σπαρτιάτες άρρενες από τα 7 μέχρι τα 20 τους χρόνια, που ενηλικιώνονταν. Η εκπαίδευση περιελάμβανε γυμναστική και δοκιμασίες προκειμένου ν’ αποδειχθεί η αντοχή τους στις κακουχίες και τον πόνο. Για παράδειγμα, πολλές δοκιμασίες έληγαν με μαστίγωμα και τα αγόρια που δεν έκλαιγαν, έπαιρναν στεφάνι ως βραβείο.

Επίσης, η αγωγή στις τελετές ενηλικίωσης περιελάμβανε νόμιμες ενέδρες και θανατώσεις ειλώτων, με προτίμηση στους δυνατούς και σε όσους θα μπορούσαν να προκαλέσουν προβλήματα στην πολιτεία (Κρυπτεία). Πέρα από αυτά, διδάσκονταν Όμηρο, πολεμικά και στρατιωτικά άσματα. Τέτοιου είδους εκπαίδευση στόχευε στην πειθαρχία και στη δημιουργία γενναίων και σκληρών πολεμιστών. Η δειλία έπρεπε να τους είναι κάτι άγνωστο. Μετά την αγωγή ακολουθούσε δεκαετής στρατιωτική θητεία.

Τα κορίτσια από την άλλη λάμβαναν πιο ήπια εκπαίδευση αλλά μέσα στα πλαίσια της σπαρτιατικής ζωής. Έπρεπε να μαθαίνουν να μην είναι μαλθακές, ώστε να δίνουν την ασπίδα στους γιους τους προτρέποντάς τους: “ή ταν ή επί τας”.

Φιδίτια (συσσίτια):
Δεν είχαν καμία σχέση με τα συμπόσια της Αθήνας, για παράδειγμα. Στα σπαρτιατικά συσσίτια οι άνδρες έτρωγαν σε ομάδες, συνήθως μέλανα ζωμό (χοιρινό, αλάτι, ξύδι, αίμα) και έπρεπε να συνεισφέρουν στο τραπέζι όσο τους αναλογούσε σε φαγητό και ποτό. Αν ήταν φτωχοί, όχι μόνο δεν συμμετείχαν στα συσσίτια, αλλά έχαναν και τα πολιτικά τους δικαιώματα.

Καιάδας:
Γκρεμός κοντά στον Ταΰγετο απ’ τον οποίο οι Σπαρτιάτες έριχναν τους κακούργους και τους αιχμάλωτους πολέμου.

Αποθέτες:
Το σημείο όπου οι Σπαρτιάτες άφηναν τα βρέφη τους, εφόσον εξετάζονταν και διαπιστωνόταν πως δεν ήταν αρτιμελή (άρα δεν θα γίνονταν άξιοι πολεμιστές και θα διαιώνιζαν την ιδιαιτερότητά τους).

Ξενηλασία:
Μπορεί να έχουμε στο μυαλό μας συνδεδεμένη την έννοια της φιλοξενίας με την Αρχαία Ελλάδα, αλλά αυτό δεν ίσχυε στην Σπάρτη (και στους Δωριείς γενικότερα). Οι Σπαρτιάτες απαγόρευαν την είσοδο και την παραμονή ξένων στην πόλη τους προκειμένου να μη διαφθείρουν τον στρατιωτικό τρόπο ζωής με τα ξένα ήθη τους. Οι εξαιρέσεις ήταν ελάχιστες.

Λακωνίζειν:
Στην αγωγή οι Σπαρτιάτες μάθαιναν να μην μιλούν πολύ, να μην λένε πολλά αλλά λίγα και εύστοχα. Γι αυτό και δυσφορούσαν με τους Αθηναίους και τους απεσταλμένους τους που ήταν λάτρεις του λόγου και της ρητορικής, ενώ δεν ανέπτυξαν καθόλου τις τέχνες και τις επιστήμες.

Έφοροι:
Ήταν πέντε και ήταν από τους πιο ισχυρούς άνδρες στην Αρχαία Σπάρτη, μέλημά τους ήταν η εξωτερική & εσωτερική πολιτική και η επίβλεψη των πολιτών και των αξιωματούχων.

Γερουσία:
Η ανώτατη δικαστική αρχή, υπεύθυνη για τους νόμους. 28 άνδρες άνω των 60 (και οι δύο βασιλείς) εκλέγονταν δια βίου από την Απέλλα, την αντίστοιχη εκκλησία της Σπάρτης, τη συνέλευση των πολιτών της. Αρμοδιότητά της δεύτερης ήταν να εγκρίνει/απορρίπτει προτάσεις της γερουσίας και σε αυτήν συμμετείχαν όσοι είχαν πολιτικά δικαιώματα.

Το παραπάνω λεξιλόγιο ερμηνεύει με ξεκάθαρο τρόπο την πόλη που μεγάλωνε και έθρεφε τους πολίτες της με καθαρά πολεμικό ήθος. Για τους Σπαρτιάτες, δεν υπήρχαν απολαύσεις και ανέσεις. Από μικροί αντιμετώπιζαν τη ζωή ως έναν αγώνα αντοχής και ως έναν διαρκή πόλεμο που συνέβαινε εντός και εκτός της πόλης τους, την οποία όφειλαν να υπερασπίζονται με το αίμα τους, ειδάλλως έχαναν τη τιμή τους. Ήταν στρατιώτες όχι μόνο στο πεδίο της μάχης αλλά και στην καθημερινότητά τους.

Όταν γινόταν κάτι, ήταν επειδή έπρεπε να γίνει. Ο αυθορμητισμός έλειπε από τις ζωές τους, τα πάντα ήταν οργανωμένα και προγραμματισμένα βάσει ενός ιδιόμορφου ήθους και βάσει κανόνων που όλοι όφειλαν να ακολουθούν. Στην Αρχαία Σπάρτη δεν υπήρχε χώρος για διασκέδαση, για οίνο και για πορνεία. Όλη η μέρα αφιερωνόταν στην άσκηση και τα στρατιωτικά γυμνάσματα.

Ο πλούτος δεν αποτελούσε στόχο και οι γυναίκες απαγορευόταν να ντύνονται με ακριβά ρούχα και να φορούν κοσμήματα. Ο Αλκιβιάδης προσαρμόστηκε σε αυτόν τον τρόπο ζωής όσον βρισκόταν στην Σπάρτη, όπου είχε καταφύγει ζητώντας άσυλο και ο Ξενοφώντας την θαύμαζε.

Διαβάστε επίσης

Close