Cake, κριτική ταινίας

Cake, κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Daniel Barnz

Ηθοποιοί: Jennifer Aniston, Adriana Barraza, Anna Kendrick, Sam Worthington, Mamie Gummer, Felicity Huffman, William H. Macy, Chris Messina, Lucy Punch, Britt Robertson, Paula Cale

Κριτική: Παρασκευή Γιουβανάκη, Βαθμολογία 2.5/5

Η Κλερ Σίμονς πονάει, όλη την ώρα. Ο χρόνιος σωματικός της πόνος είναι προφανής από τις ουλές της αλλά και τον τρόπο που κινείται – κάθε βήμα της προκαλεί μορφασμούς πόνου. Ο ψυχολογικός της πόνος, όμως, είναι ακόμη μεγαλύτερος: η οργή και η απελπισία της προκαλούν ξεσπάσματα θυμού και αφιλτράριστης ειλικρίνειας που έχουν απομακρύνει από κοντά της όλα της τα αγαπημένα πρόσωπα, τα οποία δεν αντέχουν να την βλέπουν να βυθίζεται στον εθισμό της σε διάφορες ουσίες για να αντέξει. Η αυτοκτονία μιας νεαρής γυναίκας από την ομάδα ψυχολογικής υποστήριξης στην οποία συμμετέχει, θα δώσει στην Κλερ έναν νέο στόχο ζωής: να μάθει περισσότερα για αυτήν την γυναίκα που ελάχιστα γνώριζε, εισβάλλοντας στη ζωή του χήρου της και του μικρού παιδιού της, και να εξερευνήσει τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου, κινδύνου και λύτρωσης.
Σημειώθηκε φέτος ένας μικρός ντόρος γύρω από το πρόσωπο της αγαπημένης μας από τη σειρά “Φιλαράκια”, Jennifer Aniston. Ο λόγος? Ο ρόλος της στη συγκεκριμένη ταινία. Καθώς την έχουμε συνηθίσει σε ρομαντικούς και κυρίως κωμικούς ρόλους (“We are the Millers”, “Horrible Bosses” κ.α), με ελάχιστες δραματικές εμφανίσεις («The Good Girl», «Εκτός Τροχιάς» ) μας κεντρίζει αμέσως το ενδιαφέρον το ότι πρωταγωνιστεί σε τέτοιου είδους δραματική ταινία. Έρχεται να μας αποδείξει πως μπορεί να παίξει και σε δράμα. Και το καταφέρνει είναι η αλήθεια, μέχρι ένα σημείο. Παράλληλα, είναι ευχάριστο το γεγονός να τη βλέπουμε σε κάτι τόσο διαφορετικό από το συνηθισμένο της. Για την ερμηνεία της αυτή, κατάφερε να αποσπάσει μια υποψηφιότητα Χρυσής Σφαίρας με την ερμηνεία της, φτάνοντας μιαν ανάσα από την πρωταγωνιστική οσκαρική πεντάδα.
Ο σκηνοθέτης Daniel Barnz βασίζεται εξ ολοκλήρου πάνω της και είναι φανερό πως η Aniston κρατά στις υποκριτικές πλάτες της όλη την ταινία. Πάλι καλά που υπάρχει και αυτή βασικά, διότι από άποψη σεναρίου, η ταινία μπάζει. Εκτός από τους πλατειασμούς που αναπόφευκτα προκαλούν
κούραση και ορισμένες χαζές ατάκες που πετάγονται, δεν εμβαθύνει σε αυτό το τόσο σοβαρό θέμα που τολμά να θίξει. Η πλοκή κυλά αργά, με χαμηλότονους ρυθμούς και με την επανάληψη του μοτίβου του ψυχολογικά πονεμένου χαρακτήρα. Το σενάριο δεν εμβαθύνει ούτε στο χαρακτήρα της Κλερ παρά επιμένει στο κομμάτι ενός σχεδόν μισάνθρωπου χαρακτήρα με συναισθηματικά τραύματα και καταπιεσμένα αισθήματα. Το πως και τι έχει συμβεί, το μαθαίνουμε εντελώς επιφανειακά. Μέσα στην τραγικότητα της Κλερ υπάρχει και η σχέση με την οικιακή βοηθό της. Η σχέση των δύο γυναικών που διαφέρουν κοινωνικά και οικονομικά, φαίνεται να τραβά περισσότερο το σεναριακό ενδιαφέρον, σε σημείο να παραγκωνίζεται ο πραγματικός καημός που βιώνει η Κλερ σαν πονεμένη γυναίκα-μάνα.
Υ.Γ. Το “Cake” κάπου το χάσανε στο ψήσιμο..Αν θέλετε πάντως να δείτε την αγαπημένη σας ηθοποιό σε κάτι εντελώς διαφορετικό, αυτή είναι μια καλή ευκαιρία.
Παρασκευή Γιουβανάκη
Kριτική: Μαίρη Πουτιού, Movie Heat

Ακούγοντας καιρό τώρα πάρα πολλά για το “Cake” και την περίφημη ερμηνεία της Jennifer Aniston περίμενα πώς και πώς να κάνω τα σχόλιά μου για αυτήν την ταινία.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Η πάσχουσα από χρόνιους πόνους και απογοητευμένη από τη ζωή της Claire (Jennifer Aniston) αποφασίζει να μάθει περισσότερα για μια νεαρή αυτόχειρα (Anna Kendrick), μέλος της ομάδας ψυχολογικής υποστήριξης στην οποία η ίδια συμμετέχει.”

Ερευνώντας τις φιλμογραφίες των δημιουργών, μου δημιουργήθηκαν θετικές εντυπώσεις τόσο σχετικά με το σεναριογράφο Patrick Tobin, που κάνει τη δεύτερή του προσπάθεια μέτα το 1996 με την ταινία “No Easy Way”, όσο και για το σκηνοθέτη Daniel Barnz, που αν συγκρίνουμε τη δουλειά του στο “Cake” με τη δουλειά του στο “Beastly” τo 2011, η εξέλιξή του είναι εμφανέστατη.

Τη μεγαλύτερη, όμως, εντύπωση κάνει η Jennifer Aniston, που είχε βυθιστεί σε κωμικούς και ρομαντικούς ρόλους (με κάποιες εξαιρέσεις μόνο όπως το “Marley & Me” το 2008). Δε διστάζει να τσαλακώσει την εικόνα της ωραίας γυναίκας και παρουσιάζει με αρκετά μεγάλη επιτυχία τον εαυτό της ως μια μεσήλικη ταλαιπωρημένη και δυστυχισμένη γυναίκα (κάτι ανάλογο της Charlize Theron στο “Monster” το 2003 σε λίγο πιο ήπια μορφή). Η προσωπική της τραγωδία δε γίνεται ξεκάθαρη γρήγορα, αντ’ αυτού ο θεατής συλλέγει κομμάτια του παζλ μέσα από ατάκες και εικόνες τις οποίες καλείται όσο προχωρά η ταινία να ενώσει και να κατανοήσει, ολοκληρώνοντας έτσι την ιστορία χωρίς ασάφειες και αναπάντητα ερωτήματα.

H ταινία δεν ακολουθεί μια κλασική αισιόδοξη γραμμή. Μιλά για το θυμό που διακατέχει μια γυναίκα με χρόνιο πόνο, την τάση να διώχνει από τη ζωή της όσους την αγαπούν και τις σοβαρές σωματικές και ψυχολογικές παρενέργειες που έχει πάνω της ο εθισμός στα παυσίπονα.

Η ταινία, βέβαια, στο σύνολό της δεν αργεί να έρθει σε αμηχανία, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια «κοιλιά» που την οδηγεί σε επαναλήψεις, με αμέτρητες σκηνές της Claire να πονάει και να βασανίζεται. Ίσως οι δημιουργοί προσπαθούν έντονα να μας πείσουν για τη δύσκολη κατάσταση στην οποία ζει η πρωταγωνίστρια, σερβίροντας έτσι μεγάλες ποσότητες σωματικού πόνου, προκειμένου να δικαιολογήσουν τις πράξεις της, ξεχνώντας όμως ότι έτσι κουράζουν και απωθούν το θεατή. Μάλλον στην προσπάθεια να ξεφύγουν από αυτό το μοτίβο, δίνουν μία παραπάνω βάση στη σχέση της Claire με την βοηθό της Silvana, ωστόσο αυτή η σχέση βρίσκεται στα μισά της διαδρομής για να αποκτήσει μια βαθύτατη ουσία χωρίς στην πραγματικότητα να το κάνει ποτέ.

Θα βαθμολογούσα υψηλότερα αυτήν την ταινία.. Αλλά μετά αναρωτήθηκα: Θα ήταν ενδιαφέρον αυτό το φιλμ χωρίς την ερμηνεία της Jennifer Aniston? Πιθανότατα όχι… Ωστόσο, για να έχετε γνώμη, μπορείτε να την προτιμήσετε γι’ αυτήν την εβδομάδα!

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 2.5/5

Για το Movie Heat,
Μαίρη Πουτιού

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close