The D.U.F.F., κριτική ταινίας

The D.U.F.F., κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Ari Sandel

Ηθοποιοί: Mae Whitman, Robbie Amell, Bella Thorne, Bianca A. Santos, Nick Eversman, Allison Janney, Skyler Samuels, Chris Wylde, Mahaley Manning, Romany Malco, Ken Jeong

Κριτική: Χριστίνα Ιωαννίδου, Movie Heat

Μια εφηβική rom-com (βασισμένη στο YA μυθιστόρημα της Kody Keplinger) που σίγουρα δεν θα κερδίσει κανένα βραβείο πρωτοτυπίας, αλλά θα κερδίσει πολλές καρδιές λόγω της απαράμιλλης γοητείας των δύο πρωταγωνιστών και τις πολύ επίκαιρες αναφορές της στον εθισμό των εφήβων στα social media και το cyber bullying.

Η υπόθεση της ταινίας είναι η εξής: “Ο κόσμος της Bianca (Mae Whitman) καταρρέει όταν μαθαίνει ότι όλοι στο σχολείο της την χαρακτηρίζουν Φ.Λ.Ο.Μ.Π.Α (Φίλη Λόγω Όγκου Μάζας Περιφέρειας και Ασχήμιας) σε σχέση με τις πολύ σέξι κολλητές της. Με τη βοήθεια του γείτονά της Wesley (Robbie Amell), αποφασίζει να το αλλάξει αυτό προκειμένου να κερδίσει την καρδιά του crush της Toby (Nick Eversman). Όμως η «κακιά βασίλισσα» του σχολείου και πρώην του Wesley, Madison (Bella Thorne), έχει άλλα σχέδια.”

Τη λέξη που ξεκινάει από «κ» και τελειώνει σε «έ» δε θα την πω γιατί δεν μ’ αρέσει, αλλά θα παραδεχτώ ότι η ταινία βρίθει από τις τυπικές συμβάσεις του είδους που όπως έχω ξαναπεί, βοηθάνε να οριστεί και το είδος. Οπότε μην περιμένετε κάτι πρωτότυπο. Θα δείτε την ιστορία μιας κοπέλας που είναι πολύ έξυπνη αλλά της χρειάζεται ένα extreme makeover για να αρέσει στο αγόρι που έχει βάλει στο μάτι, αλλά δεν καταφέρνει ποτέ να αρθρώσει πάνω από 2 λέξεις και διαλέγει τον ωραίο, γυναικά του σχολείου ως «σενσέι» για να της μάθει τα κόλπα της πιάτσας. Το πώς καταλήγει όλο αυτό δε θα σας το πω, αλλά αν έχετε δει αρκετές τέτοιες ταινίες το φαντάζεστε ήδη.

Παρ’ όλες όμως τις συμβάσεις του ρομάντζου, η ταινία ξεχωρίζει ρίχνοντας μια φρέσκια, κωμική και ειλικρινή ματιά στο θέμα του εθισμού στα social media και του cyber bullying, με την βοήθεια των ερμηνειών του ζεύγους Whitman – Amell, που ήταν διασκεδαστικότατοι και απολαυστικότατοι στους ρόλους τους, με πάρα πολύ καλή χημεία μεταξύ τους. Οι κωμικές στιγμές διασκεδαστικές (αν και σε μια δυο περιπτώσεις μου φάνηκαν λιγάκι too much) και ο επίλογος με το ηθικό δίδαγμα «να είσαι ο εαυτός σου και να νιώθεις καλά γι’ αυτό ό,τι και να λένε οι άλλοι», είναι ό,τι πρέπει για να κλείσει μια ταινία που απευθύνεται κυρίως σε ηλικίες που βομβαρδίζονται από bullies και κλίκες.

Τελικά, το “The D.U.F.F.” («Η Φ.Λ.Ο.Μ.Π.Α.» σε ελεύθερη μετάφραση) είναι μια πολύ ευχάριστη ρομαντική κωμωδία, με γοητευτικούς νέους και ανερχόμενους πρωταγωνιστές, που περνάει πολύ έξυπνα και συγκαλυμμένα μέσω του χιούμορ και ένα δύο μηνύματα. Το σημαντικότερo??? “DUFF and Proud!!!” Καλή σας διασκέδαση!

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3/5

Για το Movie Heat,
Χριστίνα Ιωαννίδου

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Κριτική: Παναγιώτης Μήτσικας, Βαθμολογία 3/5

To Λύκειο. Εκεί που τα παιδιά αρχίζουν να «σκληραίνουν» επικίνδυνα χωρίς να αντιλαμβάνονται τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν τα λόγια τους ή ακόμα και οι πράξεις τους. Ένα πλαίσιο στο οποίο η ανάγκη για δημοφιλία σημαίνει τα πάντα για κάποιους και η στιγματοποίηση κάποιων άλλων γίνεται καθημερινότητα που μετατρέπει τη ζωή σου σε «γολγοθά». Όταν δε, μιλάμε για το λυκειακό περιβάλλον των Ηνωμένων Πολιτειών, όλα τα παραπάνω μεγενθύνονται σε τεράστιο βαθμό. Θέμα με μυριάδες κινηματογραφικές μεταφορές, το Λυκείο είναι και το μέσο της πρώτης ταινίας του Ari Sandel, “The Duff”, το σενάριο της οποίας βασίζεται στο Young Adult ομώνυμο μυθιστόρημα της νεαρής Kody Keplinger.
Η Bianca είναι μία τυπική μαθήτρια λυκείου, που δε δίνει καθόλου σημασία στην εμφάνιση της και περνά τα βράδια της βλέποντας cult ταινίες τρόμου. Όλοι φαίνονται να αγνοούν την ύπαρξη της, ειδικά όταν κυκλοφορεί μαζί με τις δύο καλύτερες της φίλες που ειναι πιο εντυπωσιακές και δημοφιλείς. Σε ένα πάρτι, θα μάθει πως είναι γνωστή στο σχολείο ως Φ.Λ.Ο.Μ.Π.Α (σ.σ. ας όψεται ο ελληνικός τίτλος), ένας ιδιαίτερα ωμός όρος που όπως υποδηλώνουν και τα αρχικά «Φίλη Λόγω Όγκου Μάζας Περιφέρειας και Ασχήμιας», αναφέρεται σε αυτές –και αυτούς- που δεν εντάσσονται στα καθιερωμένα στάνταρντς ομορφιάς και εμπλέκονται σε παρέες πολύ πιο δημοφιλών ατόμων ώστε να ενεργούν ως παρατρεχάμενοι τους –και να τους κάνουν να δείχνουν πιο εντυπωσιακοί. Ο κόσμος της Bianca θα κλονιστεί συθέμελα από αυτή την αποκάλυψη και η ίδια θα επιχειρήσει να αλλάξει άρδην την εικόνα της, με τη βοήθεια του σταρ αθλητή του σχολείου, Wesley.
Το όλο εγχείρημα, φυσικά έχει την αποστολή να μας περάσει το κεντρικό μήνυμα του «δε χρειάζεται να πιστεύουμε σε κοινωνικές ταμπέλες, πρέπει να είμαστε απλά ο εαυτός μας», και είναι ένα μήνυμα του οποίου η ορθότητα δεν αμφισβητείται. Πόσο καλά καταφέρνει να το περάσει όμως η ταινία; Υπάρχουν σημεία που το σενάριο του Josh A. Cagan, παρουσιάζει γλαφυρά την ωμότητα του λυκειακού περιβάλλοντος και την επίδραση του στην εύθραυστη ψυχολογία ενός εφήβου. Ολόγυρα αυτών των σημείων όμως, τα κλισέ είναι πολλά και –υπερβολικά- εμφανή. Η αταίριαστη κοπέλα – «ασχημόπαπο», η εντυπωσιακή bitch του σχολείου, ο άμυαλος γυμνασμένος αθλητής, όλοι ξέρουμε και βλέπουμε που θα καταλήξει αυτό. Από την άλλη μεριά, τα στερεότυπα αυτά, είναι και μια κοινή σταθερά σε πάνω-κάτω όλα τα σχολεία. Η ειδοποιός διαφορά του «The Duff» σε σχέση με τις κλασικές λυκειακές κωμωδίες του σωρού, είναι πως εξετάζει το θέμα του με σεβασμό και χωρίς να το «τραβάει απο τα μαλλιά», όπως συμβαίνει συνήθως στο είδος.
Ακόμη κι έτσι όμως, το φιλμ θα μπορούσε να αποτελέσει άλλο ένα αδιάφορο, μέτριο αποτέλεσμα στο high-school comedy, αν δεν υπήρχε το συγκεκριμένο cast. Απόλυτα προσηλωμένο στις σκηνοθετικές οδηγίες και –επιτέλους!- χωρίς το κακής αισθητικής επιτηδευμένο goofness που μαστίζει το είδος. Η Mae Whitman δείχνει κωμική φλέβα, ο Robbie Arnell έχει ένα πολύ ενδιαφέρον πρόσωπο (θα είχε ενδιαφέρον η μετέπειτα πορεία του με τους κατάλληλους ρόλους) και η Bella Thorne μοιάζει φυσιογνωμικά με μία trashy Jessica Chastain. Η ερμηνευτική τους ωριμότητα ήταν μία ευχάριστη έκπληξη.
Όλα αυτά, με high-tech περιτύλιγμα και φωτογραφία, με ειρωνική κατάχρηση των social media όρων που κυριαρχούν στη σημερινή εποχή. Το soundtrack δένει αρμονικά, όντας μπιτάτο και νεανικό, χωρίς κραυγαλέες επιλογές τύπου «Gangnam Style».
Δεν είναι το Mean Girls, αλλά είναι ίσως η πιο αξιόλογη προσπάθεια στο είδος τα τελευταία χρόνια.
Παναγιώτης Μήτσικας

Thessaloniki Arts and Culture,

Διαβάστε επίσης

Close