Lucy, κριτική ταινίας

Lucy, κριτική ταινίας

Σκηνοθεσία: Luc Besson

Ηθοποιοί: Scarlett Johansson, Morgan Freeman, Choi Min-sik, Amr Waked, Julian Rhind-Tutt, Pilou Asbæk, Analeigh Tipton

Κριτική: Χριστίνα Ιωαννίδου, Movie Heat

Το νέο υπαρξιακό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας δια χειρός Luc Besson, με πρωταγωνιστές τους Scarlett Johansson και Morgan Freeman, θα σας ταξιδέψει στα μέχρι τώρα ανεξερεύνητα μονοπάτια της ανθρώπινης εγκεφαλικής λειτουργίας, χρησιμοποιώντας τα εξαιρετικά οπτικά εφέ και την ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά, ως μέσα έκφρασης του λυρισμού, της οπτικής ποίησης και του φιλοσοφικού προβληματισμού που το χαρακτηρίζει από την αρχή ως το τέλος.

Η υπόθεση της ταινίας η εξής: “Η Lucy (Scarlett Johansson) γίνεται άθελά της το βαποράκι σε μια παράδοση ναρκωτικών ουσιών η οποία πάει στραβά, με αποτέλεσμα οι ουσίες να διεισδύσουν στον οργανισμό της σε μεγάλες ποσότητες. Οι ουσίες αυτές αυξάνουν την εγκεφαλική της λειτουργία χαρίζοντάς της απίστευτες «δυνάμεις» και γνώσεις μέχρι να φτάσει σταδιακά το 100%. Ο καθηγητής Norman (Morgan Freeman), ως ειδικός του συγκεκριμένου τομέα, προσπαθεί να τη βοηθήσει, αλλά να καταλάβει και ο ίδιος τι μπορεί να σημαίνει για τον κόσμο η επαλήθευση όλων των θεωριών του”.

Ο Luc Besson, δημιουργός και σκηνοθέτης της ταινίας, γνωστός για εξαιρετικές παραγωγές όπως το “Leon” και το “Fifth Element”, μεταξύ άλλων, σε αυτή την περίπτωση μάλλον ήθελε να φτιάξει ένα οπτικό αντίστοιχο της φιλοσοφικής αναζήτησης περί της δημιουργίας και της φύσης του ανθρώπου. Η φύση καθεαυτή, παίζει κυρίαρχο ρόλο τόσο στο σενάριο όσο και στη σκηνοθεσία.

Σεναριακά, πολλοί διάλογοι αλλά κυρίως οι μονόλογοι των πρωταγωνιστών, συμβάλλουν στον γενικότερο προβληματισμό που θέλει να περάσει ο δημιουργός, ενώ σκηνοθετικά, μια πλειονότητα εμβόλιμων και κοντινών πλάνων, κάνουν πολύ λεπτή τη γραμμή που διαχωρίζει τα εξαιρετικά οπτικά εφέ από την οπτική ποίηση.

Οι ερμηνείες άλλο ένα ατού για την ταινία, με τον ρόλο του Freeman μικρό αλλά αξιομνημόνευτο, και την Scarlett να αλλάζει με εκπληκτική ευκολία από φοβισμένο κοριτσάκι σε ψυχρή εκτελέστρια χωρίς ίχνος φόβου ή συναισθημάτων.

Το κόστος είναι στον αφηγηματικό ρυθμό ο οποίος είναι αρκετά αργός το πρώτο μισάωρο και κάπως αποσπασματικός στη συνέχεια. Τα εμβόλιμα πλάνα της φύσης και οι λυρικοί μονόλογοι παρότι ενισχύουν την φιλοσοφική ατμόσφαιρα, διαταράσσουν την ομαλή ροή της δράσης.

Η ταινία προσφέρει ατελείωτο υλικό για προβληματισμό πάνω στη δημιουργία του σύμπαντος και του ανθρώπου, καταλήγοντας σε μερικά πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα σερβιρισμένα στο θεατή με τη μορφή εικόνων άρτια αφιχθέντων από τα χωράφια της επιστημονικής φαντασίας και διαλόγων που θα ζήλευε ακόμα και ο Νίτσε…

Πρώτον, μην περιμένετε άλλη μια περιπέτεια της Black Widow με superpowers, γιατί θα απογοητευτείτε. Καμία σχέση. Δεύτερον, μάλλον θα βγείτε από το σινεμά χωρίς να ξέρετε τα ακριβή σας συναισθήματα για αυτό που είδατε (το φινάλε είναι πολύ δυνατό), αλλά όσο περνάει η ώρα θα συνειδητοποιείτε ότι ναι, ο Γάλλος δημιουργός είχε κάτι καινούριο να προσφέρει στον κόσμο… Και όπως λέει και η τελική φράση της ταινίας: “Life was given to us a billion years ago. Now you know what you can do with it”… go see Lucy!

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 3.5/5

Για το Movie Heat,

Χριστίνα Ιωαννίδου

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και κινηματογραφικά νέα, επισκεφτείτε τη σελίδα μας στο: facebook.com/movieheat

Kριτική: Παρασκευή Γιουβανάκη, Film Critiques

Eνδιαφέρουσα κιν/κη action sci-fi ιδέα, που προβληματίζεται με το τι θα συνέβαινε αν ο άνθρωπος λειτουργούσε με το 100% του εγκεφάλου του. Σαν πρώτο άκουσμα μας κεντρίζει το ενδιαφέρον..
Ο σκηνοθέτης Luc Besson , επιστρέφει για ακόμη μια φορά με το φαινομενικά αγαπημένο του αφηγηματικό μοτίβο, τη γυναικεία-σέξυ δύναμή. Μια γυναίκα- η Lucy, με το όπλο στο χέρι τα βάζει με τους πάντες και τα πάντα, αλλά έχει λόγο…
Η θεματική αυτή μας θυμίζει κάτι από τις προηγούμενες κινηματογραφικές του δουλειές όπως “Columbiana” και “Λησταρχίνες”. Αυτή τη φορά όμως ο Besson φαίνεται πιο αφελής από ποτέ.
Στη θέση της νεαρής Lucy, θα μπορούσε να ήταν οποιαδήποτε άλλη κοπέλα καθώς είναι μια απλή φοιτήτρια. Έχει όμως και μια αγαθότητα έως χαζομάρα στο χαρακτήρα, αφού έχει επιλέξει ένα ρεμάλι για ερωτικό σύντροφο, ο οποίος και τη βάζει σε θανάσιμους μπελάδες (για του λόγου το αληθές αν είχε διαφορετικό σύντροφο δεν θα έμπλεκε τόσο άσχημα!). Και κάπου εδώ ξεκινάει η ιστορία…
H Lucy πιάνεται ξαφνικά αιχμάλωτη και συνειδητοποιεί πως μέσα στο στομάχι της έχει τοποθετηθεί μια ουσία αγνώστου ταυτότητας. Αυτό που έχει μέσα της, όμως, της δίνει υπερφυσικές δυνάμεις και είναι έτοιμη να πάρει εκδίκηση και να μάθει όλη την αλήθεια. Τη νεαρή Lucy, υποδύεται η σέξυ Johansson. Η επιλογή αυτή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι χωρίς υπερβολή, η πιο αξιόλογη πλευρά του φιλμ. Η Johansson προσθέτει θηλυκότητα και ταμπεραμέντο στο χαρακτήρα δίνοντας μια έξυπνη ερμηνεία. Γρήγορη, αισθησιακή με σαγηνευτικό βλέμμα, αποτελεί τεράστιο αβαντάζ για το σύνολο της ταινίας.
Στις φιλοσοφικές αναζητήσεις της Lucy συμπάσχει και ο βιολόγος Morgan Freeman (ποιος άλλος? πανταχού παρόν πλέον αυτός ο ηθοποιός) με
σοφιστικέ όπως πάντα , ερμηνεία. Μαζί οδεύουν προς μια λογική ίσως κατάληξη για το τι θα συνέβαινε αν ο άνθρωπος λειτουργούσε με το 100% του εγκεφάλου του, αλλά αντί για αυτό καταφέρνουν να μπερδέψουν τον θεατή ακόμη περισσότερο. Πάντως ανάμεσα στις υπαρξιακοεπιστημονικές θεωρίες που ακούγονται- ακαταλαβίστικες για αρκετούς και ανόητες για άλλους, αποτυπώνονται και μερικές λογικής βάσεως απόψεις, όπως “Η αμάθεια προκαλεί το χάος”, που πολύ σωστά ξεστομίζει η Lucy.
Όσον αφορά τη σκηνοθετική και τη σεναριακή προσέγγιση, φαντάζουν αφελείς στο σύνολό τους, τόσο που προκαλείται η εντύπωση πως επίτηδες ακολουθούν αυτόν τον χαρακτήρα. Η σκηνοθεσία αδύναμη έως αδιάφορη, και πολλές φορές γελοία-το πλάνο με τη Lucy να χαροπαλεύει και να χτυπιέται στους τοίχους, για παράδειγμα. Το σενάριο από την άλλη έχει παιδαριώδη χαρακτήρα και εκτός από αυτό, δεν λείπουν ούτε οι σεναριακές ευκολίες-αρκετές αναμενόμενες κινήσεις παρατηρούμε κατά την εξέλιξη της πλοκής. Παράλληλα φαίνεται να χάνει από αυτογνωσία και ταυτότητα, καθώς τη μία χάνεται στα άδυτα των κοσμοθεωριών, ενώ την άλλη σε αυτά της ξέφρενης περιπέτειας. Το κερασάκι στην τούρτα έρχεται με την ολοκλήρωση της τρίτης πράξης. Το τέλος είναι έτσι δομημένο ώστε δεν μπορούμε να καταλάβουμε αν όντως θέλει κάτι να μας πει ή αν απλά κάνει επίδειξη ωραιοποιημένων πλάνων.
Νιώθουμε πως ο σκηνοθέτης-σεναριογράφος προσπαθεί να μας πείσει να το πάρουμε το όλο θέμα στα σοβαρά. Mάλλον προσπαθεί με τον λανθασμένο τρόπο ή μάλλον τρέφει αυταπάτες.
Το σίγουρο είναι πως το “Lucy” είναι ταινία για το μεγάλο μέγεθος ποπ-κορν..
Παρασκευή Γιουβανάκη
Βαθμολογία 2.5/5

http://film-c.blogspot.gr/

Thessaloniki Arts and Culture, http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Διαβάστε επίσης

Close