Η ψυχολογία του Αριστοτέλη

Η ψυχολογία του Αριστοτέλη

Ο Αριστοτέλης είναι θεμελιωτής όχι μόνο της Λογικής, αλλά και της Ψυχολογίας. Έχει γράψει την ειδική πραγματεία «Περί ψυχής», ένα από τα πιο ξακουστά έργα του. Σ’ αυτό εξετάζεται η φύση της ψυχής, εξηγούνται τα φαινόμενα της κατ’ αίσθηση αντίληψης και της μνήμης.

Ο Αριστοτέλης βλέπει την ψυχή σαν την ύψιστη δραστηριότητα του ανθρώπινου σώματος. Είναι η πραγματικότητα του, η «εντελέχεια» του, η πραγμάτωση του. Γι’ αυτό ανάμεσα στην ψυχή και το σώμα υπάρχει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, στενή σχέση. Ωστόσο η σχέση αυτή δεν επεκτείνεται σε όλες τις ψυχικές λειτουργίες.

Στην ψυχή του άνθρωπου υπάρχει ένα μέρος πού προσιδιάζει σε μια ορισμένη βαθμίδα της ανθρώπινης ανάπτυξης, αλλά που δεν υπόκειται σε γένεση και φθορά. Το μέρος αυτό είναι, ο «νους». Τον νου δεν μπορούμε να τον βλέπουμε πια σαν οργανική λειτουργία. Είναι κάτι που σε μια ορισμένη στιγμή της ανάπτυξης φαίνεται σαν άμεσα δοσμένο στον άνθρωπο.

Σαν τέτοιος, ο νους δεν είναι έμφυτος στο σώμα, αλλά έρχεται απέξω. Γι’ αυτό ακριβώς, σε αντίθεση με το σώμα, είναι άφθαρτος και η ύπαρξη του δεν περιορίζεται από τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής. Με εξαίρεση τον νου, όλα τα άλλα μέρη της ανθρώπινης ψυχής υπόκεινται σε φθορά, όπως και το σώμα.

Ωστόσο ο Αριστοτέλης δεν αποτόλμησε μια άμεση και ανοιχτή ρήξη με την πατροπαράδοτη πίστη στην αθανασία της ψυχής. Στις κρίσεις του για τη φύση της ψυχής έχουν μείνει ασάφειες. Γι’ αυτό αργότερα, στη σχολαστική φιλοσοφία, ανέκυψαν διαφωνίες σχετικά με το πώς πρέπει να εννοείται η διδασκαλία του Αριστοτέλη για την αθανασία του νου και της ψυχής.

Πολλές φορές έχει αναπαραχθεί κατοπινά και η διδασκαλία του Αριστοτέλη για την κατ’ αίσθηση αντίληψη. Σύμφωνα με την άποψη του, η αντίληψη μπορεί να προκύψει μόνο όταν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην ιδιότητα του αντικειμένου της αίσθησης και το όργανο που αντιλαμβάνεται αυτό το αντικείμενο. Αν, λογουχάρη, και το αντικείμενο και το όργανο είναι το ίδιο θερμά, δεν μπορεί να δημιουργηθεί αντίληψη.

Με καταπληκτική σαφήνεια εκφράζει ο Αριστοτέλης την ιδέα της ανεξαρτησίας του αντικειμένου από την αντίληψη. Τα σχετικά χωρία της πραγματείας «Περί ψυχής» είναι από τις πιο λαμπρές εκφράσεις της υλιστικής τάσης του Αριστοτέλη.

Υποστηρίζοντας την αντικειμενικότητα και την ανεξαρτησία του αντικειμένου της αντίληψης, ο Αριστοτέλης αρνιέται τον παθητικό χαρακτήρα της ύπαρξης του. Το αντικείμενο που αντιλαμβανόμαστε είναι σαν να κινείται προς συνάντηση της αίσθησης μας.

Το αντικείμενο που βρίσκεται στην πιο κοντινή απόσταση το αισθανόμαστε μέσω της όσφρησης. Για να αντιληφθούμε πιο απομακρυσμένα αντικείμενα, χρειάζεται η ιδιότητα που αντιλαμβανόμαστε να διαπεράσει τον χώρο που χωρίζει τον άνθρωπο από το αντικείμενο της αίσθησης. Έτσι, λογουχάρη, ο ήχος διαπερνά αυτόν τον χώρο ώσπου να φτάσει στο όργανο της ακοής πού τον αντιλαμβάνεται. Γι’ αυτό ακριβώς ό ήχος που παράγεται από ένα απομακρυσμένο αντικείμενο δεν ακούγεται ταυτόχρονα, αλλά μετά το χτύπημα πού γέννησε τον ήχο.

Την ίδια εξήγηση δίνει ο Αριστοτέλης στο ερώτημα, γιατί με την αύξηση της απόστασης οι ήχοι που παράγονται από απομακρυνόμενα ή απομακρυσμένα αντικείμενα ακούγονται όλο και λιγότερο: αυτό γίνεται, επειδή οι ήχοι αυτοί χρειάζεται να διαπεράσουν ένα χώρο πολύ μεγαλύτερου μήκους και έτσι, καθώς τον διαπερνούν, ανακατεύονται και το ανθρώπινο αυτί δεν είναι πια σε θέση να τούς συλλάβει διαφορισμένους.

Ως προς τη φύση της η κατ’ αίσθηση αντίληψη δεν είναι σώμα, αλλά κίνηση ή προβολή του σώματος μέσω του περιβάλλοντος που χρειάζεται να διαπεράσει για να φτάσει στο αισθητήριο όργανο. Μια ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στις αντιλήψεις έχουν οι οπτικές αντιλήψεις. Το φως, που με τη βοήθεια του μεταδίδονται αυτές οι αντιλήψεις, δεν είναι κίνηση. Το φως είναι ιδιόμορφο ον. Προκαλώντας αλλαγές στο αισθητήριο όργανο, δεν απαιτεί χρόνο και πραγματώνεται στο αντικείμενο στιγμιαία.

Ειδική έρευνα αφιέρωσε ο Αριστοτέλης στην εξήγηση των φαινομένων της μνήμης. Η ανάμνηση, σύμφωνα με τη θεωρία του, είναι αναπαραγωγή παραστάσεων που υπήρχαν προηγούμενα. Προϋπόθεση της ανάμνησης είναι οι σχέσεις, χάρη στις οποίες η εμφάνιση ενός αντικειμένου συνεπιφέρει την παράσταση για κάποιο άλλο. Αυτές οι σχέσεις, που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα ή το γένος της ανάμνησης, μπορούν να είναι σχέσεις διαδοχής, ομοιότητας, αντίθεσης και συγγένειας.

Β. Φ. Άσμους, Αριστοτέλης, Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, 1978 (σ. 163- 165)

Διαβάστε επίσης

Close