Καβάφης: "Τα πλοία",  ανάλυση ποιήματος

Καβάφης: “Τα πλοία”, ανάλυση ποιήματος

Το ποίημα: ΤΑ ΠΛΟΙΑ

“Aπό την Φαντασίαν έως εις το Xαρτί. Eίναι δύσκολον πέρασμα, είναι επικίνδυνος θάλασσα. H απόστασις φαίνεται μικρά κατά πρώτην όψιν, και εν τοσούτω πόσον μακρόν ταξίδι είναι, και πόσον επιζήμιον ενίοτε δια τα πλοία τα οποία το επιχειρούν.

H πρώτη ζημία προέρχεται εκ της λίαν ευθραύστου φύσεως των εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρουν τα πλοία. Eις τας αγοράς της Φαντασίας, τα πλείστα και τα καλύτερα πράγματα είναι κατασκευασμένα από λεπτάς υάλους και κεράμους διαφανείς, και με όλην την προσοχήν του κόσμου πολλά σπάνουν εις τον δρόμον, και πολλά σπάνουν όταν τα αποβιβάζουν εις την ξηράν. Πάσα δε τοιαύτη ζημία είναι ανεπανόρθωτος, διότι είναι έξω λόγου να γυρίση οπίσω το πλοίον και να παραλάβη πράγματα ομοιόμορφα. Δεν υπάρχει πιθανότης να ευρεθή το ίδιον κατάστημα το οποίον τα επώλει.

Aι αγοραί της Φαντασίας έχουν καταστήματα μεγάλα και πολυτελή, αλλ’ όχι μακροχρονίου διαρκείας. Aι συναλλαγαί των είναι βραχείαι, εκποιούν τα εμπορεύματά των ταχέως, και διαλύουν αμέσως. Eίναι πολύ σπάνιον εν πλοίον επανερχόμενον να εύρη τους αυτούς εξαγωγείς με τα αυτά είδη.

Μία άλλη ζημία προέρχεται εκ της χωρητικότητος των πλοίων. Aναχωρούν από τους λιμένας των ευμαρών ηπείρων καταφορτωμένα, και έπειτα όταν ευρεθούν εις την ανοικτήν θάλασσαν αναγκάζονται να ρίψουν εν μέρος εκ του φορτίου δια να σώσουν το όλον. Oύτως ώστε ουδέν σχεδόν πλοίον κατορθώνει να φέρη ακεραίους τους θησαυρούς όσους παρέλαβε. Tα απορριπτόμενα είναι βεβαίως τα ολιγοτέρας αξίας είδη, αλλά κάποτε συμβαίνει οι ναύται, εν τη μεγάλη των βία, να κάμνουν λάθη και να ρίπτουν εις την θάλασσαν πολύτιμα αντικείμενα.

Άμα δε τη αφίξει εις τον λευκόν χάρτινον λιμένα απαιτούνται νέαι θυσίαι πάλιν. Έρχονται οι αξιωματούχοι του τελωνείου και εξετάζουν εν είδος και σκέπτονται εάν πρέπη να επιτρέψουν την εκφόρτωσιν· αρνούνται να αφήσουν εν άλλο είδος να αποβιβασθή· και εκ τινων πραγματειών μόνον μικράν ποσότητα παραδέχονται. Έχει ο τόπος τους νόμους του. Όλα τα εμπορεύματα δεν έχουν ελευθέραν είσοδον και αυστηρώς απαγορεύεται το λαθρεμπόριον.

H εισαγωγή των οίνων εμποδίζεται, διότι αι ήπειροι από τας οποίας έρχονται τα πλοία κάμνουν οίνους και οινοπνεύματα από σταφύλια τα οποία αναπτύσσει και ωριμάζει γενναιοτέρα θερμοκρασία. Δεν τα θέλουν διόλου αυτά τα ποτά οι αξιωματούχοι του τελωνείου. Eίναι πάρα πολύ μεθυστικά. Δεν είναι κατάλληλα δι’ όλας τα κεφαλάς. Eξ άλλου υπάρχει μία εταιρεία εις τον τόπον, η οποία έχει το μονοπώλιον των οίνων. Kατασκευάζει υγρά έχοντα το χρώμα του κρασιού και την γεύσιν του νερού, και ημπορείς να πίνης όλην την ημέραν από αυτά χωρίς να ζαλισθής διόλου. Eίναι εταιρεία παλαιά. Xαίρει μεγάλην υπόληψιν, και αι μετοχαί της είναι πάντοτε υπερτιμημέναι.

Aλλά πάλιν ας είμεθα ευχαριστημένοι όταν τα πλοία εμβαίνουν εις τον λιμένα, ας είναι και με όλας αυτάς τας θυσίας. Διότι τέλος πάντων με αγρυπνίαν και πολλήν φροντίδα περιορίζεται ο αριθμός των θραυομένων ή ριπτομένων σκευών κατά την διάρκειαν του ταξιδίου. Eπίσης οι νόμοι του τόπου και οι τελωνειακοί κανονισμοί είναι μεν τυραννικοί κατά πολλά αλλ’ όχι και όλως αποτρεπτικοί, και μέγα μέρος του φορτίου αποβιβάζεται. Oι δε αξιωματούχοι του τελωνείου δεν είναι αλάνθαστοι, και διάφορα από τα εμποδισμένα είδη περνούν εντός απατηλών κιβωτίων που γράφουν άλλο από επάνω και περιέχουν άλλο, και εισάγονται μερικοί καλοί οίνοι δια τα εκλεκτά συμπόσια.

Θλιβερόν, θλιβερόν είναι άλλο πράγμα. Eίναι όταν περνούν κάτι πελώρια πλοία, με κοράλλινα κοσμήματα και ιστούς εξ εβένου, με αναπεπταμένας μεγάλας σημαίας λευκάς και ερυθράς, γεμάτα με θησαυρούς, τα οποία ούτε πλησιάζουν καν εις τον λιμένα είτε διότι όλα τα είδη τα οποία φέρουν είναι απηγορευμένα, είτε διότι δεν έχει ο λιμήν αρκετόν βάθος δια να τα δεχθή. Kαι εξακολουθούν τον δρόμον των. Oύριος άνεμος πνέει επί των μεταξωτών των ιστίων, ο ήλιος υαλίζει την δόξαν της χρυσής των πρώρας, και απομακρύνονται ηρέμως και μεγαλοπρεπώς, απομακρύνονται δια παντός από ημάς και από τον στενόχωρον λιμένα μας.

Eυτυχώς είναι πολύ σπάνια αυτά τα πλοία. Mόλις δύο, τρία βλέπομεν καθ’ όλον μας τον βίον. Tα λησμονώμεν δε ογρήγορα. Όσω λαμπρά ήτο η οπτασία, τόσω ταχεία είναι η λήθη της. Kαι αφού περάσουν μερικά έτη, εάν καμίαν ημέραν – ενώ καθήμεθα αδρανώς βλέποντες το φως ή ακούοντες την σιωπήν – τυχαίως επανέλθουν εις την νοεράν μας ακοήν στροφαί τινες ενθουσιώδεις, δεν τας αναγνωρίζομεν κατ’ αρχάς και τυραννώμεν την μνήμην μας δια να ενθυμηθώμεν πού ηκούσαμεν αυτάς πριν.

Mετά πολλού κόπου εξυπνάται η παλαιά ανάμνησις και ενθυμώμεθα ότι αι στροφαί αύται είναι από το άσμα το οποίον έψαλλον οι ναύται, ωραίοι ως ήρωες της Iλιάδος, όταν επερνούσαν τα μεγάλα, τα θεσπέσια πλοία και επροχώρουν πηγαίνοντα – τις ηξεύρει πού.”

Ανάλυση ποιήματος:

Πρόκειται για ένα συμβολικό πεζό ποίημα γραμμένο ανάμεσα στα 1894-1896. Πραγματεύεται το ταξίδι που έχει ως αφετηρία τη φαντασία και προορισμό το χαρτί, περιγράφει το πως αποκρυσταλλώνεται η σύλληψη μιας ιδέας και ενός ποιήματος.

Τα πλοία συμβολίζουν τους ποιητές και τα δημιουργήματά τους. Αυτά τα πλοία, φέρουν και κάποια εμπορεύματα μαζί τους: υψηλές ιδέες και λεπτές έννοιες. Από αυτές άλλες γίνονται ποίηση και άλλες δεν παίρνουν ποτέ μορφή. Ο δρόμος τα οδηγεί σε επικίνδυνες θάλασσες, δηλαδή στη διαδικασία κατά την οποία η σύλληψη μιας ιδέας γίνεται ολοκληρωμένο έργο. Μια διαδικασία που, όπως μας πληροφορεί ο ποιητής, είναι δύσκολη και απαιτεί πολλές θυσίες.

Πρώτη στάση οι αγορές της φαντασίας όπου εκεί τα εμπορεύματα, οι ιδέες, υπάρχουν σε αφθονία, δεν έχουν όμως διάρκεια. Το μυαλό παράγει σπουδαίες, λαμπρές σκέψεις, μα πολλές εξαφανίζονται τόσο σύντομα! Να μπορούσε να τις ανακτήσει… είναι όμως μοναδικές και έτσι επιστρέφουν πίσω, στην ανεξάντλητη δεξαμενή από την οποία προήλθαν, μέσα από μια διαδικασία που γίνεται ασυνείδητα.

Το πρόβλημα με τις ιδέες όμως δεν είναι μόνο αυτό. Παρόλο που κάποιες είναι πολύ καλές, πρέπει να μείνουν έξω από το δημιούργημα χάριν οικονομίας. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει συχνά, καθώς συνήθως ό,τι μένει έξω έχει τις περισσότερες φορές και τη μικρότερη αξία, όμως κάποτε γίνονται και σημαντικές παραλείψεις, λάθη που απορρέουν από βιασύνη για την άμεση ολοκλήρωση του έργου.

Αφού οι ιδέες μπουν σε μία τάξη, γίνεται η επεξεργασία τους στον “λευκόν χάρτινον λιμένα” όπου οι αξιωματούχοι του τελωνείου, δηλαδή οι αναγνώστες και οι κριτές που κουβαλούν δικές τους αντιλήψεις και διαφορετική νοοτροπία (υποκειμενική πρόσληψη) στέλνουν άλλα έργα στην κορυφή και άλλα τα αφήνουν στην αφάνεια λόγω κοινωνικών κριτηρίων και λογοκρισίας. Έτσι, λοιπόν, τα τολμηρά και “λαθραία” έργα μένουν πίσω. Εμποδίζονται, επίσης, από τα τελωνεία οι οίνοι, δηλαδή οι ερωτικές επιθυμίες, γιατί δεν μπορούν να είναι κατανοητές από όλους. Οι οίνοι που τελικά περνούν δεν είναι καθόλου μεθυστικοί, αλλά ξεγελούν με το χρώμα τους και είναι σαν νερό. Ο ποιητής δεν επιλέγει αυτήν την ποίηση, είναι ποίηση εύκολη και απλή που δεν προσφέρει καμία ηδονή.

Μαζί με τους οίνους υπάρχουν και κάποια κιβώτια τα οποία εξαπατούν τους τελωνειακούς. Στην ουσία πρόκειται για έργα που εξαπατούν και το κοινό γιατί εισάγουν την αμφισημία στις λέξεις. Εκτός όμως από τα παραπάνω πλοία, υπάρχουν και άλλα που διασχίζουν τη θάλασσα του μυαλού πολύ σπάνια και δεν πλησιάζουν καν τον χάρτινο λιμένα διότι τα νοήματα που φέρνουν έχουν τρομακτικό βάθος, είναι τόσο υψηλά και ταυτοχρόνως απαγορευμένα, δεν είναι προορισμένα για στενόμυαλες κοινωνίες και έτσι χάνονται στη σιωπή και τη λήθη.

Αν, όμως, τύχει και έρθουν ξανά στη μνήμη σε κάποια στιγμή αναλαμπής, τότε αιφνιδιάζουν τον δημιουργό και μένει με μια γλυκιά νοσταλγία που κάτι του θυμίζει… Αυτές οι στροφές δεν του είναι ξένες αλλά δεν μπορεί να προσδιορίσει την πηγή τους και τελικά τις αποδίδει σε κληρονομημένα αριστουργήματα.

Οι χώροι στους οποίους κινείται ο ποιητής είναι ο εαυτός του, η φαντασία, η ανοικτή θάλασσα, χώροι που οδηγούν στο άπειρο. Πρόκειται για ένα πολύ αλληγορικό και μαγευτικό ταξίδι που έχει και καλές και κακές φάσεις στην πορεία του.

Σοφία Τατίδου – Φιλόλογος

Διαβάστε επίσης

Close