Ζαν Πωλ Σαρτρ: ο πιο πολυτάλαντος διανοούμενος του 20ου αιώνα

Ζαν Πωλ Σαρτρ: ο πιο πολυτάλαντος διανοούμενος του 20ου αιώνα

«Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ζει ελεύθερος», υποστήριζε και ίσως, τελικά, ο μόνος «περιορισμός» που είχε ο ίδιος στη ζωή του ήταν η απεγνωσμένη ανάγκη να πράττει και να σκέφτεται χωρίς συμβιβασμούς και όρια.

Ο Σάρτρ γεννήθηκε στο Παρίσι. Ο πρόωρος χαμός του πατέρα του και η αδυναμία της μάνας του να τον μεγαλώσει, τον οδήγησαν στο σπίτι του συντηρητικού παππού του, ο οποίος τον μύησε στο κόσμο του βιβλίου. Σύντομα, ο Σάρτρ μετατρέπεται σε ένα παιδί- βιβλιοφάγο. Αποφοίτησε από το Ecole Normale Superieure του Παρισιού και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Fribourg, στην Ελβετία, καθώς και στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Βερολίνου.

Με την ενηλικίωσή του ο Σάρτρ εξελίσσεται σε ένα γοητευτικό νεαρό, με φιλοσοφικούς στοχασμούς και «εμβρυακές» πολιτικές ανησυχίες. Σύντομα θα γνωρίσει τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, την γυναίκα που θα τον συντροφέψει σε όλη του τη ζωή. Η σχέση τους προσδιορίστηκε μέσα από τις ελευθεριακές αντιλήψεις του Σάρτρ, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν πλήθος παράλληλων ερωτικών σχέσεων και να προκαλέσουν την συντηρητική κοινωνία της εποχής τους.

Η φρίκη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, με εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και συμμετοχή στον Γαλλικό αντιστασιακό αγώνα, μετατρέπουν τον φιλόλογο Σάρτρ , σε οραματιστή φιλόσοφο και βαθιά πολιτικοποιημένο διανοούμενο. Με την απελευθέρωση της Γαλλίας, ο Σάρτρ κερδίζει την εθνική αναγνώριση καταγράφοντας τα γεγονότα σε πρωτοσέλιδο της αντιστασιακής εφημερίδας «Combat».

Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ γίνεται ο βασικός εκπρόσωπος του υπαρξισμού του 20ου αιώνα, ιδρύει, μαζί με τον Μορίς Mερλό Ποντί, το λογοτεχνικό περιοδικό «Μοντέρνοι Καιροί», από όπου δημοσιοποιεί τις αριστερές πολιτικές του θέσεις και τις φιλοσοφικές του αναλύσεις. Στο έργο του, ο άνθρωπος εμφανίζεται ως απελευθερωμένος από την επιρροή κάποιας ανώτερης ηθικής τάξης ή δύναμης, που θα μπορούσε να ορίσει τη ζωή του, και ο ίδιος γίνεται κύριος των επιλογών.

ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΟ ΤΩΡΑ είναι ένας όρος που τον θεωρώ προσωρινό και που επιθυμώ να τον αφήσω πίσω. Επιμένω σε μια παιδική αυταπάτη: την αυταπάτη πως ένας άνθρωπος μπορεί να βελτιώσει τον εαυτό του.

Ο Σαρτρ, ασπάζεται τον Μαρξισμό και καταδικάζει τον Σταλινισμό. Παράλληλα δηλώνει φανατικά άθεος. «Ο υπαρξισμός δεν είναι τόσο αθεϊστικός που να αναλώνεται προσπαθώντας να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός. Αντιθέτως, δηλώνει ότι, ακόμη και αν υπήρχε Θεός, το γεγονός αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα», δήλωνε.
Καιρό αργότερα, ο Σάρτρ θα κάνει στροφή στην πολιτική του σκέψη και θα ενταχθεί στο Κομουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, μία απόφαση που θα τον φέρει σε αντίθεση με το παρελθόν του αλλά και με τον άλλοτε σύντροφό του Αλμπέρ Καμύ. Μάλιστα θα προεδρεύσει και της Γαλλοσοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο, η σοβιετική στρατιωτική επέμβαση στην Ουγγαρία το 1956, που οδήγησε στον θάνατο περίπου 2.500 εξεγερμένους Ούγγρους, προκάλεσε την «οργισμένη» αντίδραση του Σάρτρ, ο οποίος θα αποχωρήσει από το ΚΚΓ, γράφοντας το άρθρο «Το φάντασμα του Στάλιν».

Ο Σαρτρ είναι επίσης γνωστός για την ανοικτή σχέση που διατηρούσε με τη διάσημη θεωρητικό του φεμινισμού και φιλόσοφο-μυθιστοριογράφο, Σιμόν ντε Μποβουάρ. Αχώριστοι πάνω από μισό αιώνα και οι δύο μαζί αμφισβήτησαν τις κοινωνικές και πολιτισμικές συμβάσεις του περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσαν, το οποίο θεωρούσαν μεγαλοαστικό και ρηχό (μπουρζουά) ως προς τον τρόπο ζωής και σκέψης.

Η σύγκρουση μεταξύ της καταδυναστευτικής, και πνευματικά καταστροφικής συμμόρφωσης με το κατεστημένο, και η αναζήτηση του αυθεντικού τρόπου του υπάρχειν αποτέλεσε την κύρια θεματολογία της πρώιμης περιόδου του Σαρτρ, το οποίο και αποτύπωσε στο κύριο φιλοσοφικό του έργο με τίτλο Το είναι και το μηδέν (L’Être et le Néant) το οποίο εκδόθηκε το 1943, ενώ άλλα σημαντικά φιλοσοφικά έργα του αποτελούν το Ο υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός (L’existentialisme est un humanisme) του 1946, και η Κριτική της διαλεκτικής λογικής (La Critique de la raison dialectique) του 1960.[30]

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ το έργον ανθρώπων που βλέπουν ξεκάθαρα και που παίρνουν υπόψη τους το σύνολο της ανθρωπότητας.
Η λογοτεχνία θα πρέπει να παραδεχτεί ότι υπάρχει σ’ ένα κόσμο όπου παιδιά πεθαίνουν της πείνας. Η λογοτεχνία θα πρέπει να καταλάβει ότι είναι μέσα στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, σαν συγγραφέων και ανθρώπων, να κάνουμε κάτι για τους άλλους και οι άλλοι μπορούν να κάνουν κάτι για μας.

Το 1964, ο Σάρτρ στρέφει τα βλέμματα της δημοσιότητας πάνω του, καθώς αρνείται το βραβείο Νόμπελ, λέγοντας χαρακτηριστικά: ”Δεν νομίζω πως μία ακαδημία ή ένα βραβείο μπορεί να έχει καμιά σχέση μαζί μου. Εκείνο που θεωρώ για μεγαλύτερη τιμή είναι να με διαβάζουν”.

Το ανήσυχο πνεύμα του, τον οδηγεί σε μία σειρά από παρεμβάσεις στη κοινωνικοπολιτική ζωή της Γαλλίας αλλά και διεθνώς. Μαζί με τον Μπέρτραντ Ράσελ, προεδρεύει στο «δικαστήριο Ράσσελ», ένα φανταστικό δικαστήριο που αποτελούνταν από ανθρώπους της διανόησης, καταδικάζοντας τον Αμερικανικών ιμπεριαλισμό στο Βιετνάμ. Το Μάη του ’68, παίρνει συνέντευξη από τον Ντάνιελ Κον Μπενίτ, ηγετική φυσιογνωμία του φοιτητικού κινήματος, με στόχο να αναδείξει την ιδεολογική βάση της εξέγερσης.

Ταξιδεύει στη Γερμανία για να συναντήσει τον Αντρέας Μπάαντερ, ηγέτη της R.A.F, στη Πορτογαλλία για να ζήσει από κοντά την επανάσταση των Γαρίφαλων, συμμετέχει στο κίνημα για την απελευθέρωση Σοβιετικών αντιφρονούντων και τάσσεται ανοιχτά υπέρ της Ισλαμικής επανάστασης και τον Αγιατολάχ Χομεϊνί.

Ο ευφυής και αντιδραστικός, Ζαν Πωλ Σάρτρ, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 15 Απριλίου του 1980. Την 19η Απριλίου, περίπου 50.000 άνθρωποι θα πουν το στερνό αντίο, στον άνθρωπο που σημάδεψε με τις θέσεις του την φιλοσοφία του 20ου αιώνα.

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κάπλα

Διαβάστε επίσης

Close