Απιστία: το κύκνειο άσμα μιας σχέσης ή αφορμή επανεκκίνησης;

Απιστία: το κύκνειο άσμα μιας σχέσης ή αφορμή επανεκκίνησης;

Η απιστία υπάρχει από τότε που υπάρχουν άνθρωποι και ερωτικές σχέσεις.

Ποια είναι, όμως, τα όρια εκείνα, στις σύγχρονες κοινωνίες του σήμερα, πέραν των οποίων μπορεί να θεωρηθεί πως έχει διαπραχθεί απιστία; Τι μπορεί να πληγώνει περισσότερο; Μπορεί να θεωρηθεί το σεξ δίχως συναισθήματα ως απιστία ή οι ρομαντικές σκέψεις και φαντασιώσεις για κάποιο άλλο άτομο είναι κάτι χειρότερο;

Αποτελούν απιστία οι ερωτικές συνομιλίες, μέσω chat, με άλλο άτομο, παρόλο που δεν έχει υπάρξει φυσική επαφή; Αποτελεί απιστία η παρακολούθηση πορνογραφικών ταινιών ή άλλου ανάλογου υλικού; Διαφορετικοί άνθρωποι, λοιπόν, μπορεί να έχουν διαφορετική άποψη του τι είναι απιστία και όμως, παρόλ΄αυτά, τα περισσότερα ζευγάρια δεν συζητούν από την αρχή της σχέσης τους το τι θεωρεί ο καθένας τους ως απιστία ώστε να γνωρίζουν τα όρια μέσα στα οποία οφείλουν να κινούνται, αν θέλουν να συνυπάρχουν.

Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, οι μακρόχρονες σχέσεις έχουν αλλάξει δραματικά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο γάμος ήταν, πριν από έναν αιώνα, μια εμπορευματική, κατά κύριο λόγο, συναλλαγή και αποσκοπούσε στην οικονομική ασφάλεια, στην οικογενειακή ζωή, στην απόκτηση απογόνων και στην κοινωνική καταξίωση. Η μονογαμία, στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της, δεν είχε να κάνει με αγάπη. Αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της πατριαρχικής κοινωνίας που περιόριζε τη γυναίκα στο ρόλο της μητέρας που θα τροφοδοτεί την οικογένεια με μελλοντικούς κληρονόμους της περιουσίας του συζύγου της.

Ποιες είναι οι αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν στην απιστία;
Η οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, σε συνδυασμό με τους κοινωνικούς αγώνες και τη στροφή από τον κολεκτιβισμό στον ατομικισμό, ο γάμος μετατράπηκε σταδιακά σε μια δέσμευση που άρχισε να βασίζεται ολοένα και περισσότερο στην ελεύθερη βούληση, στην επιθυμία και στην αγάπη, η οποία, όμως, πολύ δύσκολα μπορεί να κρατηθεί ζωντανή μέσα στην αδυσώπητη ρουτίνα της καθημερινότητας.

Ταυτόχρονα, πολλοί είναι αυτοί που μεταθέτουν τις σημαντικότερες προσωπικές τους προσδοκίες στη σχέση αυτή, θεωρώντας πως ο/η σύντροφος θα καλύψει μία σειρά από, συχνά, αντιφατικές μεταξύ τους ψυχοσυναισθηματικές τους ανάγκες, είτε ως ο καλύτερος φίλος είτε ως καλός εραστής είτε ως το άτομο που θα εκπλήσσει και, ταυτόχρονα, θα αποτελεί το σταθερό παράγοντα ασφάλειας που θέλουν να υπάρχει στη ζωή τους είτε ως ο καλός γονιός που θα ήθελαν για τα παιδιά τους.

Αναζητούν, δηλαδή, τη ρομαντική αγάπη μέσω μίας «αδελφής ψυχής» που να λειτουργεί ως ένα είδος θρησκείας που θα δώσει νόημα ζωής, έκσταση και ολοκλήρωση. Όταν, λοιπόν, κάποιος προσδοκά τόσα πολλά και σημαντικά από έναν άλλον, σε συνδυασμό με την αίσθηση πως επιλέχθηκε από τον άλλον ως κάτι το ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό, δεν είναι καθόλου παράξενο που μια απιστία του ατόμου αυτού βιώνεται, συνήθως, ως ένας τυφώνας που ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά του, μαζί και την αίσθηση προσωπικής ταυτότητας.

Είναι πολύ σημαντικό, όμως, να κατανοήσουμε πως τα στοιχεία που θρέφουν την αγάπη, όπως είναι η σταθερότητα, το ενδιαφέρον και η ευθύνη, δεν ευνοούν κι ούτε συντηρούν απαραίτητα την ερωτική επιθυμία και το ερωτικό ενδιαφέρον. Αυτό που κάνει την ερωτική επιθυμία να ανθίζει είναι, συχνά, τα στοιχεία εκείνα απέναντι στα οποία η οικογενειακή ζωή αμύνεται, από τη στιγμή που αυτά απειλούν την ίδια της την υπόσταση. Μια ήρεμη και λειτουργική οικογενειακή ζωή απαιτεί επανάληψη, σταθερές ρουτίνες και συνέπεια, ενώ ο ερωτισμός (όχι απαραίτητα το σεξ), ως έκφραση ζωντάνιας και δυναμικής της ζωής, πυροδοτείται και τρέφεται από το μυστήριο, το απρόβλεπτο και την έκπληξη.

Ίσως φανεί παράξενο ή παράδοξο αλλά είναι πιθανό ένας από τους λόγους της απιστίας, σε κοινωνίες όπου έχει επιτευχθεί, σε μεγάλο βαθμό, μια σχέση ισοτιμίας ανάμεσα στα δύο φύλα, αυτή ακριβώς η σχέση ισοτιμίας, ενώ δίνει τη δυνατότητα για τη δημιουργία πολύ καλών και σταθερών γάμων/συμβιώσεων, από την άλλη, μειώνει τις προϋποθέσεις ύπαρξης ενός έντονου ερωτισμού σε βάθος χρόνου. Αυτά που λειτουργούν άψογα στην κουζίνα και στο καθιστικό, δεν λειτουργούν απαραίτητα το ίδιο καλά και στην κρεβατοκάμαρα.

Η σύνθεση ερωτισμού και καθημερινότητας δεν αποτελεί πρόβλημα που μπορεί να επιλυθεί με διάφορα «τεχνάσματα» και πρακτικές, αλλά ένα παράδοξο που κάθε ζευγάρι θα πρέπει οπωσδήποτε να διαχειριστεί με τον τρόπο που του ταιριάζει. Ο ερωτισμός είναι ένα πολύ βασικό υπαρξιακό ζήτημα του οποίου η λύση δεν εξαντλείται με την αγορά καινούργιων εσωρούχων ή ερωτικών βοηθημάτων. Ο ερωτισμός είναι ένας κοινός τόπος συνάντησης και συνδιαλλαγής με έναν άλλον, είναι περιέργεια, παιχνιδιάρικη διάθεση, φαντασία και συνδημιουργία.

Ενώ, λοιπόν, έχουμε μία σειρά από σοβαρές προσδοκίες από το/τη σύντροφό μας, σπάνια λειτουργούμε οι ίδιοι με έναν αντίστοιχο τρόπο. Πολλοί έχουν την τάση ή προτιμούν να διοχετεύουν αυτή τους την ενέργεια πολύ περισσότερο στα παιδιά παρά στο σύντροφό τους. Η περιέργεια για τον άλλον, η παιχνιδιάρικη διάθεση, οι σφιχτές αγκαλιές και τα φιλιά διαρκείας έχουν, συνηθέστατα, αποδέκτη τα παιδιά τους, ενώ ο/η σύντροφος θα πρέπει να αρκείται σε κάποια πεταχτά, συνήθως, φιλιά ή/και τυποποιημένες φιλοφρονήσεις.

Επίσης, πολλοί είναι οι ενήλικες που έχουν πιο ενδιαφέρουσες και διαρκείας συζητήσεις με τους φίλους και τα εφηβικής ηλικίας παιδιά τους παρά με τους/τις συντρόφους τους. Όταν συμβαίνει αυτό, τα παιδιά μετατρέπονται σε επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους και αποδέκτες του μεγαλύτερου μέρους της ενέργειάς τους, ακόμη και αυτής που θα έπρεπε να κατευθύνεται προς τη συντροφική τους σχέση ώστε αυτή να μπορεί να έχει και να διατηρεί την απαραίτητη ένταση, το χρώμα και το ενδιαφέρον που την κάνουν ελκυστική κι ερωτική.

Όταν, λοιπόν, έχουμε προσδοκίες από το/τη σύντροφό μας, την ίδια στιγμή που εμείς οι ίδιοι του/της αφιερώνουμε τα περισσεύματα του εαυτού μας, τότε θα πρέπει να έχουμε υπόψη πως οι ανάγκες μας να είμαστε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος του άλλου, αποδέκτες του πόθου του/της και, γενικώς, κάτι το πολύ σημαντικό για αυτόν/αυτήν -στοιχεία που, όταν λείπουν από μια σχέση, αποτελούν τον κοινό παρονομαστή μιας απιστίας- σπάνια, αν όχι ποτέ, θα βρουν ανταπόκριση. Εάν επιστρέφουμε από τη δουλειά, φοράμε μια φόρμα και, μετά από κάποια ώρα, μας παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, μπροστά από την τηλεόραση, με το κινητό μας στο χέρι, κάτι που συχνά συμβαίνει στις μακρόχρονες σχέσεις, αυτό είναι ταυτόσημο με την υπονόμευση των θεμελίων της σχέσης αυτής.

Στις ερωτικές σχέσεις, και ιδιαίτερα τα όσα συμβαίνουν στο υπνοδωμάτιο ενός ζευγαριού, ενεργοποιούνται οι βαθύτερες και παλαιότερες παραδόσεις κάθε κοινωνίας αλλά, ταυτόχρονα, και το εύρος της ατομικής ελευθερίας και της εξέλιξης του καθενός. Εκεί, μπορεί κάποιος να παρατηρήσει το ρόλο της γυναίκας, την όποια ισοτιμία που υπάρχει στη σχέση ανάμεσα στα δύο φύλα, καθώς και την εξουσία που έχει και ασκεί ο καθένας βάσει του φύλου του.

Διάφορες έρευνες δείχνουν πως οι συνηθέστεροι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν στην απιστία είναι το μέγεθος της αγάπης στη σχέση, η συχνότητα και η ποιότητα του σεξ, ο βαθμός ικανοποίησης που αντλεί, γενικώς, κάποιος από τη σχέση του, η απουσία συναισθηματικής στήριξης και η κακή επικοινωνία. Κάποιες έρευνες συνδέουν τη συχνότητα της απιστίας με τη συχνή και μεγάλη σε ποσότητα χρήση αλκοόλ, την κατάθλιψη, το ναρκισσισμό και το κατά πόσο κάποιος θεωρεί πως μπορεί να τα καταφέρει μόνος του, χωρίς τη συγκεκριμένη σχέση.

Η λέξη-κλειδί είναι «επικοινωνία»
Η απιστία υποδηλοί, συνήθως, την ύπαρξη κάποιου προβλήματος στη σχέση και την αναζήτηση μίας γρήγορης και «εύκολης» λύσης εκτός αυτής. Μπορεί, όμως, να συμβεί και σε σχέσεις που, κατά τα άλλα, λειτουργούν ικανοποιητικά. Οι αιτίες ποικίλουν. Μπορεί ο ένας από τους δύο έχει άμεση ανάγκη επιβεβαίωσης, εγγύτητας, προσοχής, μιας αίσθησης πως είναι επιθυμητός, να έχει ανάγκη από περισσότερες και εντονότερες εκδηλώσεις της αγάπης του άλλου, μια ανάγκη για αλλαγή ή μιας διεξόδου διαφυγής.

Για κάποιους, η απιστία μπορεί να είναι η αναζήτηση έντασης και νέων εμπειριών στη σεξουαλική ζωή που, όμως, φοβάται να συζητήσει με το/τη σύντροφο. Και εδώ, λοιπόν, η λέξη κλειδί είναι «επικοινωνία», ακόμα και όταν αυτή αφορά στη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού. Υπάρχουν πολλά ζευγάρια που, αν και έχουν πάψει να έχουν ερωτική ζωή για πολλά χρόνια, δεν έχουν τολμήσει να ανταλλάξουν κουβέντα μεταξύ τους γιατί να τους συμβαίνει αυτό. Όταν, όμως, κάποια στιγμή, έρθει στο φως μια απιστία, μπορεί να μιλούν για βδομάδες ή για μήνες, μέρα και νύχτα, για το πώς ένιωθαν, τι τους έλειπε, τι θα ήθελαν κ.ά. Φέρνουν, λοιπόν, στην επιφάνεια πράγματα για τα οποία θα έπρεπε να είχαν συζητήσει πριν από πολλά χρόνια.

Τέλος, ορισμένες φορές και για ανθρώπους που δυσκολεύονται να τελειώσουν μία σχέση, η απιστία μπορεί να είναι μία επιλογή διαχείρισης αυτής τους της δυσκολίας.

Επίλογος
Βάσει του ρομαντικού μοντέλου, αρκεί κάποιος να βρει κάποια στιγμή το «σωστό» πρόσωπο ή αλλιώς «Να δέσει το γάιδαρό του». Στη συνέχεια, η σχέση θα πηγαίνει με τον αυτόματο πιλότο και θα μπορεί να συντηρείται από μόνη της, σαν κάκτος στην έρημο. Στην πορεία της ζωής, όμως, όλοι μας αναπόφευκτα αλλάζουμε, και μαζί με εμάς και η δυναμική των σημαντικών σχέσεων που έχουμε.

Αν στις αλλαγές αυτές δεν προσαρμοσθούν και οι δύο σύντροφοι και αν δεν συζητηθούν τα νέα «θέλω» και «δεν θέλω» τους ώστε να ξανασυναντηθούν σε ένα άλλο επίπεδο, τότε η σχέση επιβαρύνεται επικίνδυνα. Ποτέ ένα και μόνο άτομο δεν μπορεί να καλύψει όλες τις προσδοκίες και ανάγκες μας για μια ζωή όπως θα την επιθυμούσαμε. Η ύπαρξη προσωπικών ενδιαφερόντων, προσωπικών ενασχολήσεων και προσωπικού κοινωνικού δικτύου αποτελούν ασφαλιστική δικλείδα που μειώνει σίγουρα ο ενδεχόμενο αναζήτησης περισσότερο πράσινου γρασιδιού από του δικού μας.

Το μεγάλο ζητούμενο για μια σχέση, μετά από μία απιστία, είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης απέναντι στο/στη σύντροφο, όποιο και αν ήταν το είδος της απιστίας αυτής. Για πολλούς, το συναισθηματικό μέρος της απιστίας βιώνεται πολύ βαρύτερα απ΄ότι η σεξουαλική πράξη αυτή καθαυτή. Τα ψέματα που έχουν ειπωθεί βιώνονται ως μέγιστη προδοσία που καθιστά πολύ δύσκολη, αν όχι ανέφικτη κάποιες φορές, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του/της συντρόφου. Η αναζήτηση βοήθειας από κάποιον ειδικό, με εμπειρία σε περιπτώσεις συντροφικής απιστίας, είναι συχνά απαραίτητη και απαιτεί χρόνο για να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Η προσπάθεια αποκατάστασης της εμπιστοσύνης απέναντι στο/στη σύντροφο διαμέσου συστηματικού ελέγχου των κινήσεών του/της όχι μόνο δεν πρόκειται να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλά θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Σε περίπτωση που η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μοιάζει ανέφικτη, παρόλες τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί, τότε θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο η σχέση να έχει τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα…

Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής

Πηγή: i-psyxologos.gr

Διαβάστε επίσης

Close