Στα πλοκάμια της ζήλειας

Στα πλοκάμια της ζήλειας

Έχετε νιώσει το τσίμπημα της ζήλειας στην καρδιά; Σας έχει τριβελίσει το μυαλό αυτή η αμφιβολία του “αν” και “μήπως” για κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο; Αν ναι, δεν είστε οι μόνοι. Η ζήλεια μπορεί να φωλιάσει στην ψυχή ακόμα και του πιο καλοπροαίρετου ανθρώπου. Εδώ θα πρέπει να προσέξουμε μια σημαντική εννοιολογική διαφορά, ανάμεσα στη ζήλεια και το φθόνο. Η ζήλεια δεν είναι συνώνυμο του φθόνου, γιατί το καθένα από τα δύο αυτά συναισθήματα έχει διαφορετικό αντικείμενο. Έτσι, η ζήλεια έχει ως αντικείμενο κάτι που ήδη έχουμε και δε θέλουμε να χάσουμε, ενώ ο φθόνος έχει ως αντικείμενο κάτι που δεν έχουμε και θέλουμε να αποκτήσουμε.

Ζήλεια και Έρωτας
Ο Latmer, ηθικολόγος των αρχών του 20ου αιώνα αποκάλεσε τη ζήλεια “το έγκλημα της σκληρότητας που ακολουθεί τον έρωτα”, ενώ ο φημισμένος ψυχοθεραπευτής Albert Ellis χαρακτηρίζει τη ζήλεια ως “αυτοπροκαλούμενη μιζέρια”, με την έννοια ότι το άτομο θέλει και ζηλεύει. Αλλά είναι έτσι απλά και ξεκάθαρα τα πράγματα;

Ο ζηλιάρης άνθρωπος λειτουργεί ψυχολογικά σε ένα κενό. Δηλαδή, δεν λαμβάνει απαραιτήτως υπόψιν του όλες τις παραμέτρους και τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του. Έτσι, ενώ μπορεί να μην υπάρχει κανένας φανερός λόγος για να ζηλεύει, πχ τη γυναίκα του, αυτός παρόλα αυτά το κάνει. Αυτός που ζηλεύει σε μια σχέση δεν κάνει ωραίες ή ευχάριστες ενέργειες. Οι πράξεις του είναι αρνητικές, ανάλογες των συναισθημάτων του, με αποτέλεσμα η παρουσία του ζηλιάρη ανθρώπου στη ζωή κάποιου άλλου να γίνεται από δυσάρεστη έως ανυπόφορη.

Από την άλλη μεριά, σε στιγμές “ψυχολογικής διαύγειας”, ο ζηλιάρης άνθρωπος παραδέχεται ότι αυτά που κάνει δεν αρέσουν ούτε στον αποδέκτη του συναισθήματος της ζήλειας ούτε και στον ίδιο. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά του και εξακολουθεί να κάνει τα ίδια λάθη για τα οποία τον κατηγορεί ο σύντροφός του και που ο ίδιος αναγνωρίζει στον εαυτό του.

Γιατί είναι δύσκολο να αλλάξει η συμπεριφορά του ζηλιάρη ανθρώπου;
Καταρχήν, πρέπει να τονίσουμε ότι η συμπεριφορά του ζηλιάρη ανθρώπου καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τους προσωπικούς φόβους και ανασφάλειες που έχει το ίδιο το άτομο, πηγάζει δηλαδή από τον εαυτό και όχι από τον άλλο. Το άτομο που αισθάνεται ζήλεια για το σύντροφό του κατά κύριο λόγο φοβάται ότι θα τον/την χάσει, ότι ο σύντροφός του θα βρει ένα καινούργιο και καλύτερο από αυτόν ταίρι και θα φύγει. Αυτή ακριβώς η σύγκριση με τον “καλύτερο άλλο” είναι που προξενεί αισθήματα κατωτερότητας και μειονεξίας στο άτομο που ζηλεύει και που νιώθει ότι θα μειωθεί και θα απορριφθεί από τη σύγκριση.

Οι αρνητικές σκέψεις που συνοδεύουν αυτά τα αρχέγονα και βαθιά ριζωμένα συναισθήματα συντελούν στη διατήρησή τους. Έτσι, η συμπεριφορά του ζηλιάρη ανθρώπου καθορίζεται και από τον τρόπο σκέψης του και το τι γίνεται μέσα στο κεφάλι του εκείνη τη στιγμή και όχι απαραίτητα από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα την προκλητική συμπεριφορά του συντρόφου του.

Ο φόβος της ζήλειας στους άντρες και τις γυναίκες
Το συγκεκριμένο αντικείμενο της ζήλειάς τους είναι διαφορετικό. Οι περισσότερες γυναίκες εξομολογούνται ότι θα δεχόταν μια σεξουαλική απιστία του συζύγου/συντρόφου τους αρκεί να μη συνοδευόταν από αισθήματα. Δηλαδή, οι γυναίκες έχουν την τάση να ενοχλούνται και να ζηλεύουν λιγότερο τη σεξουαλική πράξη απιστίας αυτή καθαυτή του συντρόφου τους, αλλά η ζήλεια τους φουντώνει όταν μάθουν ότι ο σύντροφός τους ερωτεύτηκε την άλλη γυναίκα.ζευγάρι καυγάς.

Οι άντρες εμφανίζουν ακριβώς το αντίθετο μοτίβο. Μπορούν να συγχωρήσουν ευκολότερα και να δεχτούν μια πλατωνική έλξη της γυναίκας του προς κάποιο άλλο αρσενικό, αλλά αν μάθουν ότι υπήρξε και σεξουαλική ένωση, τότε η ζήλεια τους φτάνει στο κατακόρυφο.

Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται και σε κοινωνικούς λόγους αλλά και στον διαφορετικό ψυχισμό των δύο φύλων. Ο άντρας με επίκεντρο την κατάκτηση και ιδιοκτησία θέλει τη δική του γυναίκα άσπιλη και αμόλυντη από ξένο άγγιγμα, ώστε να την έχει στην κατοχή του, ενώ η γυναίκα με επίκεντρο τον συναισθηματσμό και την διαπροσωπικές σχέσεις ερμηνεύει την ανάγκη της σεξουαλικής απιστίας ως καθαρά βιολογική πράξη και φροντίζει να διαφυλάξει το δεσμό της και τη σχέση που έχει σε όλα τα άλλα επίπεδα με τον σύντροφό της.

Τα είδη της ζήλειας
Σύμφωνα με τον Φρόυντ, υπάρχουν τρία είδη ζήλειας: η φυσιολογική, η νευρωτική και η παθολογική. Η φυσιολογική ζήλεια είναι το συναίσθημα που αισθάνονται όλοι οι άνθρωποι σε κάποια φάση της ζωής τους όταν κάποιος τρίτος την προκαλέσει με τη συμπεριφορά του.

Η νευρωτική ζήλεια είναι συναίσθημα που εμφανίζεται σε υπερευαίσθητα άτομα και συνήθως δεν έχει ορατές αιτίες. Βασίζεται σε βαθιά ριζωμένα συναισθήματα ενοχής και στον μηχανισμό άμυνας που ονομάζεται προβολή (η πράξη του να “προβάλλουμε” τα δικά μας αρνητικά ή κοινωνικώς απαράδεκτα συναισθήματα σε κάποιον άλλον.

Η παθολογική ή αρρωστημένη ζήλεια είναι αυτή που ξεπερνάει τα όρια του κοινωνικά αποδεκτού και σχετίζεται με την έμμονη ιδέα της απιστίας. Όποιος έχει αυτό το βασανιστικό συναίσθημα νιώθει μειονεκτικά απέναντι στο σύντροφό του και τον παρεξηγεί. Και οι δυο σύντροφοι υποφέρουν με τέτοια συμπεριφορά. Το πιο κλασσικό παράδειγμα αυτής της ζήλειας αποτελεί το Σαιξπηρικό ζευγάρι του Οθέλλου και της Δεισδαιμόνας. Η άκριτη και αλόγιστη ζήλεια του Οθέλλου για τη Δεισδαιμόνα τον ώθησε στο να τη σκοτώσει, επειδή φοβόταν ότι τον απατούσε.

Μπορεί να λυθεί το πρόβλημα της ζήλειας;
Η γρήγορη απάντηση είναι ότι «ναι», αλλά η ολοκληρωμένη απάντηση απαιτεί να τονίσουμε ότι η λύση αυτή χρειάζεται προσπάθεια για να κατακτηθεί. Η ζήλεια αποτελεί τον καθρέφτη των φόβων και της ανασφάλειας που νιώθει (είτε το παραδέχεται είτε όχι) το άτομο που ζηλεύει. Μια ειλικρινής συζήτηση των μελών του ζευγαριού για να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα και κοινώς αποδεκτές συμπεριφορές μπορεί να βοηθήσει. Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι για το άτομο που ζηλεύει να εξετάσει από που πηγάζει αυτό το συναίσθημα, τους βαθύτερους φόβους και επιθυμίες του και πως όλα αυτά επιδρούν στις σχέσεις και τη ζωή του.

Η ζήλεια συχνά κρύβεται πίσω από πολλές τοξικές συμπεριφορές. Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα για το πώς να διαχειριστείτε αποτελεσματικά τέτοιες συμπεριφορές, μπορείτε να διαβάσετε και το βιβλίο της «Συναισθηματικά Βαμπίρ».

Δρ. Λίζα Βάρβογλη, Ψυχολόγος-Συγγραφέας

Πηγή: varvogli.gr

Διαβάστε επίσης

Close