Η ζωή στη Θεσσαλονίκη του 1907

Η ζωή στη Θεσσαλονίκη του 1907

Εκεί που η Ευρώπη αγκαλιάζει την Ανατολή.

 

Η Θεσσαλονίκη έχει τις αντιθέσεις της.

 

Κοντά στην προκυμαία, όπου βρίσκονται τα μεγάλα ξενοδοχεία και βουλεβάρτα, πίνουν ηδύποτα και κυκλοφορούν ιππήλατα τραμ, υπάρχει μια αίσθηση Ευρώπης.

 

Στο εσωτερικό της πόλης οι δρόμοι στενεύουν και είναι σκεπαστοί. Τα παζάρια είναι σκοτεινά, ανατολίτικα και δύσοσμα, όσο πιο ανατολίτικα τόσο πιο δύσοσμα. Αυτό είναι το άρωμα της Ανατολής. Σε ένα τμήμα της Θεσσαλονίκης μπορείς να απολαύσεις ένα ωραίο γαλλικό γεύμα.

 

Αν πηδήξεις σε ένα τραμ, μέσα σε πέντε λεπτά βρίσκεσαι σε άλλη χώρα, όπου δεν υπάρχουν καρέκλες και τραπέζια, ούτε τίποτε άλλο, παρά μόνον ψάθες, τουρκικό φαγητό και ο βαρύς αποχαυνωτικός καπνός των μουσουλμάνων με τα τουρμπάνια, που καπνίζουν ναργιλέδες.

 

Ο πληθυσμός είναι ανάμεικτος. Όταν ξεπεράσεις τις πτωχότερες τάξεις, η περιβολή από μόνη της δεν σε βοηθά να καταλάβεις την εθνικότητα. Όλοι μιλούν ελληνικά και οι περισσότεροι γνωρίζουν τουρκικά.

 

Πρέπει όμως να προσέξεις τα χαρακτηριστικά, το μάτι, το περπάτημα, τους τρόπους εν γένει, για να ξεχωρίσεις κατά πόσον ο άνθρωπος που κοιτάζεις είναι Τούρκος, Έλληνας, Αρμένιος, Βούλγαρος ή Εβραίος.

 

Το πονηρό μάτι προδίδει τον Αρμένιο, το κόρδωμα ή το ταπεινό ύφος δείχνει τον Έλληνα, η ήρεμη εγρήγορση αποκαλύπτει τον Εβραίο. Είναι όλοι Τούρκοι υπήκοοι και όλοι υποχρεωμένοι να φορούν το φέσι.

 

Υπάρχουν όμως άντρες που ξεχωρίζουν, ψηλοί, μελαχρινοί με υπερήφανο παράστημα. Είναι….

….. Αλβανοί, με άσπρη φουστανέλα, μαύρο σκούφο, πανωφόρι στολισμένο με ασημένια κλωστή και με ένα ζεύγος ρεβόλβερ περασμένα στο ζωνάρι. Είναι ο τρόμος των Τούρκων. Ανήκουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά δεν αναγνωρίζουν την οθωμανική εξουσία. Κάνουν ό,τι τους αρέσει.

 

Πληρώνουν τους φόρους που διαλέγουν εκείνοι. Αν Αλβανός σκοτώσει Τούρκο, ο Τούρκος τον προκάλεσε. Οι τουρκικές αρχές θα κάνουν το παν για να κατευνάσουν τους Αλβανούς.

 

Οι όμορφες γυναίκες είναι Ελληνίδες. Είναι ψηλές, περπατούν με χάρη όταν είναι νέες, ντύνονται άψογα σύμφωνα με την παριζιάνικη μόδα και είναι γοητευτικές και διασκεδαστικές την ώρα του δειλινού, όταν μαζεύονται όλοι στους μικρούς παραθαλάσσιους κήπους για να ακούσουν αδιάφορη μουσική και να πιούνε άνοστη μπύρα.

 

Οι γεροδεμένες γυναίκες με τα μεγάλα κόκαλα, τα αδρά χαρακτηριστικά και τα κόκκινα πουκάμισα είναι Βουλγάρες.

 

Αλλά τα πιο εντυπωσιακά κοστούμια είναι εκείνα που φορούν οι μεσήλικες και ηλικιωμένες Εβραίες και όχι οι νεαρές που –ακολουθώντας τις Ελληνίδες αδελφές τους– προτιμούν την τελευταία παριζιάνικη μόδα.

 

Η ενδυμασία που φορούν οι Εβραίες είναι χαρακτηριστική της Θεσσαλονίκης. Πριν από τρεις ή τέσσερις αιώνες μεγάλα πλήθη Εβραίων διώχθηκαν από την Ισπανία. Πολλοί ήρθαν στη Θεσσαλονίκη.

 

Τώρα, ενώ η μόδα των ενδυμάτων έχει αλλάξει σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι Εβραίες της Θεσσαλονίκης –όταν περνούν την ηλικία που ο συρμός προσελκύει– φορούν ακριβώς το ίδιο φόρεμα που φοριόταν στην Ισπανία πριν από την εκδίωξη.

 

Από μητέρα σε κόρη, μέσω πολλών γενεών, έχει μεταβιβαστεί το ύφος αυτής της γραφικής ενδυμασίας, σύμβολο και αναμνηστικό για το πώς οι Εβραίοι κυνηγήθηκαν από τους χριστιανούς, πριν βρουν καταφύγιο σε μουσουλμανική χώρα […].

 

Μια άλλη τάξη γυναικών που διαφέρουν όχι μόνο ως προς την ενδυμασία, αλλά και την κάστα και συνιστούν ιδιοτυπία της Θεσσαλονίκης είναι οι γυναίκες των ντονμέδων […]. Έχουν πρόσωπο ωχρό και στοχαστικό, λεπτό σαν αλάβαστρο. Τα μάτια τους είναι μεγάλα, σκοτεινά και ονειροπόλα. Είναι ψηλές, όμορφες και νωθρές.

 

Ο τρόπος με τον όποιον συμβιβάζουν την ενδυματολογική αυστηρότητα, στην οποία είναι υποχρεωμένες ως μουσουλμάνες, με τη χαρακτηριστική αγάπη των Εβραίων γυναικών για το περίτεχνο είναι επινοητικός.

 

Πάντοτε φορούν μαύρα και το κάλυμμα της κεφαλής τους είναι ένα λεπτό σάλι. Αλλά η γραμμή και ο στολισμός των ενδυμάτων είναι εξαίσιος. το κάλυμμα της κεφαλής τακτοποιημένο με καλαισθησία. τα μπράτσα γυμνά.

 

Μαύρες βεντάλιες αναδύονται και κρατιούνται ψηλά –όχι τόσο σχολαστικά όταν η κυρία είναι όμορφη και το γνωρίζει, όπως συμβαίνει κατά κανόνα– έτσι ώστε το πρόσωπο να κρύβεται από τα μάτια των ανδρών. Στα φουστάνια των ντονμέδων υπάρχει μόνο μαύρο χρώμα, αλλά η χάρη και η εφευρετικότητά τους τα κάνουν να ξεχωρίζουν.

 

Έπειτα υπάρχουν οι τουρκο-μουσουλμάνες κυρίες, οι οποίες ποτέ δεν εμφανίζονται στον δρόμο, εκτός αν είναι τυλιγμένες σε απλές μαύρες ή γαλάζιες ρόμπες κι έχουν τα πρόσωπά τους καλυμμένα. Ποτέ δεν περπατούν με τους συζύγους τους, ποτέ δεν κάθονται στους κήπους να ακούσουν κάποια ορχήστρα.

 

Μένουν στο χαρέμι και δεν έχουν κανέναν άντρα να μιλήσουν εκτός από τον σύζυγό τους. Μου είπαν ότι οι μουσουλμάνες κυρίες ζηλεύουν λυσσαλέα τις χριστιανές και τις Εβραίες αδελφές τους, οι οποίες μπορούν να γευματίζουν με φίλους του άλλου φύλου, πηγαίνουν βόλτα με την άμαξα και επισκέπτονται τα café chantant το βράδυ. Βλέπουν ότι ο άπιστος μεταχειρίζεται τη γυναίκα του με ευαισθησία.

 

«Α», μου είπε ένας Θεσσαλονικιός, «ο Τούρκος δε θα σπάσει ποτέ το φράγμα που τον χωρίζει από τον χριστιανό στο ζήτημα της ελευθερίας των γυναικών. Η Τουρκάλα θα θυσίαζε θεληματικά την εθνικότητά της, να αποκτήσει την ελευθερία που βλέπει να απολαμβάνουν οι χριστιανές».

 

Υπάρχουν τρεις Κυριακές την εβδομάδα στη Θεσσαλονίκη. Η Παρασκευή για τους μουσουλμάνους, το Σάββατο για τους Εβραίους και η Κυριακή για τους χριστιανούς. Η μάλλον δεν υπάρχει καθόλου Κυριακή, διότι ουδέποτε υφίσταται μέρα που να σταματούν εντελώς οι δουλειές. Πολλές δουλειές κλείνονται στα καφενεία.

 

Αν θέλεις να βρεις κάποιον, πηγαίνεις στο καφενείο που συχνάζει, όχι στον τόπο της εργασίας του. Μερικά καφενεία είναι γεμάτα το πρωί, άλλα γεμάτα το απόγευμα και όλα γεμάτα τα βράδια. Οι Θεσσαλονικείς αγαπούν τη σκιά. Κάποια στιγμή το καφενείο είναι γεμάτο.

 

Ο ήλιος έρπει κατά μήκος του πεζοδρομίου, πάνω από το πλήθος των μικρών τραπεζιών. Σταδιακά οι πελάτες πηγαίνουν στα τραπέζια από την άλλη πλευρά του δρόμου και εγκαταλείπουν την πλευρά που χτυπά ο ήλιος.

 

Το γεύμα στο σπίτι δεν προτιμάται. Στους Έλληνες αρέσει να δειπνούν κάτω από τα δέντρα και να τους σερβίρουν από το διπλανό εστιατόριο. Είναι διασκεδαστικοί, εύθυμοι και εγκάρδιοι. Θα τους είχα συμπαθήσει πάρα πολύ, αν δεν είχα την ατυχία να δω τόσους πολλούς να τρώνε.

 

Οι τρόποι τους στο τραπέζι είναι βάρβαροι. Κάνουν θορύβους πάνω από τη σούπα τους, ανακατώνουν το φαγητό τους, γυρίζουν τα δάκτυλα και τα πιρούνια τους προς τα πάνω και καταβροχθίζουν λαχανικά με τα μαχαίρια τους.

 

[…] Αν και οι Τούρκοι αποτελούν μειονότητα στον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης, είναι η κυρίαρχη τάξη. Είναι θαύμα ότι η προκυμαία έχει τόσο μεγάλο μήκος και είναι τόσο γερή. Πρέπει να κτίσθηκε από ξένους. Πριν από λίγο καιρό αποφασίσθηκε η διαπλάτυνσή της.

 

Το μόνο που έκαναν ήταν να στείλουν έναν άντρα στις παρυφές της πόλης, να φορτώσει ένα τροχήλατο καρότσι με μπάζα και έπειτα, να το σπρώξει μέχρι την προκυμαία και να το ρίξει στη θάλασσα. Ένας φίλος μου υπολόγισε ότι, με αυτόν τον ρυθμό θα χρειάζονταν τετρακόσια χρόνια για να μεταφερθεί η αναγκαία ποσότητα υλικών.

 

Αν υπάρχει ένας δρόμος προς επισκευή, θα γίνει μόνο ένα μέρος του έργου. Μετά όλοι θα κουραστούν και δεν θα υπάρξει πρόοδος για ένα με δυο χρόνια.

 

Ο Τούρκος, όταν συζητήσεις μαζί του, θα συμφωνήσει ότι είναι κακό πράγμα να παραμένει ο δρόμος ανεπισκεύαστος. Αλλά για την επισκευή του δρόμου θα απασχοληθούν μόνο λίγοι άνθρωποι. Αν η κατάσταση επιδεινωθεί, θα χρειαστούν πολλοί.

 

Γι’ αυτό, οι ανώτεροι αξιωματούχοι προτιμούν να βρίσκεται ο δρόμος σε κατάσταση επισκευής, διότι θα απαιτηθούν πολλά χρήματα για την κατασκευή νέου δρόμου και οι επικεφαλής των τμημάτων θα πάρουν τη «μίζα» τους» […].

 

Πρωταρχική Πηγή:
Fraser: Pictures from the Balkans, 183-191.

 

Δευτερεύουσα Πηγή:
Αλέξανδρος Γρηγοριάδης: Η Θεσσαλονίκη των περιηγητών(1430-1930),200-203

 

Φωτογραφία εξώφυλλου: Από τη συλλογή της ομάδας “Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης

 

Εμείς το διαβάσαμε στο akritas-history-of-makedonia.blogspot.gr

 

 

Thessaloniki Arts and Culture 

 

 

Διαβάστε επίσης

Close