Αύγουστος: 6 ποιήματα για τον αγαπημένο μήνα του καλοκαιριού

Αύγουστος: 6 ποιήματα για τον αγαπημένο μήνα του καλοκαιριού

Το καλοκαίρι αποτελεί πηγή έμπνευσης για κάθε μορφή τέχνης. Ο Αύγουστος, όμως, έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μας και μάλλον αυτός είναι κι ο λόγος που έχουν ειπωθεί δεκάδες παροιμίες και εκατοντάδες τραγούδια γι’ αυτόν. Στο σημερινό αφιέρωμα, θα δούμε 6 ποιήματα που γράφτηκαν ή σχετίζονται με αυτόν. Άρπαξε, λοιπόν, την πετσέτα σου και διάβασε τα αυγουστιάτικα ποιήματα κάτω από τον ήλιο και με θέα το απέραντο γαλάζιο…

 

Μεσημέρι Αυγούστου του Γιάννη Ρίτσου

Πίσω απ’ τις γρίλιες είναι το μεγάλο μεσημέρι.

Τα σκόρπια σπίτια κάτασπρα, κ’ ένα κόκκινο

κάτω απ’ το λόφο. Λίγο πιο πάνω, ξέρουμε,

είναι η μεγάλη ασβεστωμένη μάντρα. Από κει

κατεβαίνει η δροσιά προς τους ευκάλυπτους, κ’ ένα άρωμα

από σάπια ροδάκινα σωριασμένα στο δρόμο.

Άξαφνα τα τζιτζίκια σώπασαν. Δυο ηλιοκαμένα σώματα

στ’ άσπρα σεντόνια. Βγάλε και το δαχτυλίδι σου –

μου πιάνει ένα δικό μου χώρο στο μικρό σου δάχτυλο.

 

Αύγουστος της Δώρας Μοάτσου
Σκορπά το κλήμα γύρω τους χυμούς του
Τρυγούν μέσα στ’ αμπέλι τα σταφύλια.
Κι’ απ’ τη γυρτή του μπαλκονιού μας γρύλλια,
Μέσα σταπομεσήμερο τ’ Αυγούστου,
Η μυρουδιά του πατημένου μούστου
Στην κάμαρά μας μπαίνει την ανήλια,
Κ’ ηδονικά χαϊδεύει μου τα χείλια 
Το κλήμα με τους ώριμους καρπούς του.
Τριγύρω μας απλώνει πονηρά
Τη μέθη με τα φλόγινα φτερά.
Δε φταίμε μεις αν μέσα στις καρδιές μας
Ξυπνούν αμαρτωλές οι επιθυμιές μας…
Ζεστό τ’ απομεσήμερο τ’ Αυγούστου,
Μεθυστικιά κ’ η μυρουδιά του μούστου.
Χανιά 1917          

Ο Αύγουστος του Οδυσσέα Ελύτη

Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά

Κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά

Αύγουστε μήνα και Θεέ σε σέναν ορκιζόμαστε

Πάλι του χρόνου να μας βρεις στο βράχο να φιλιόμαστε

Απ΄την Παρθένο στον Σκορπιό χρυσή κλωστή να ράψουμε

Κι έναν θαλασσινό σταυρό στη χάρη σου ν΄ανάψουμε

Ο Αύγουστος ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά

Κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά.

 

Μάταιος Αύγουστος της Ελένης Παπανδρέου

Ο Αύγουστος ήρθε μ’ ένα πλοίο
και μια γαλάζια καρφίτσα στο στήθος
[…]
Ποτέ δεν θα πεθάνει αυτός ο Αύγουστος.
Λευκός, με μια χούφτα ήλιο
κι ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη,
θα χαιρετά τον αρχάγγελο των γλάρων,
προτού στρίψει τελευταία φορά
πίσω από τον πυρωμένο βράχο του μεσημεριού.

 

Αυγουστιάτικος άνεμος, Νικηφόρος Βρεττάκος

Είναι τόση η γαλήνη, που δεν ξέρω αν υπάρχουν

καρδιές χωριστές – τόσα μάτια, όσα βλέπουν

αυτή τη στιγμή: ζώα, ψάρια, φυτά και πουλιά

κι αδερφοί το στερέωμα, πάμφωτο, διάφανο, ανάμεσα

στην κάτασπρη γύρη του.

Νιώθω μέσα στο στήθος μου

την καρδιά μου νερό που χορεύει και νιώθω

σα να ‘μαι ένας διάττοντας που πέφτοντας στάθηκε

για λίγο μετέωρος και γύρισε πάλι, φωτεινός και

χαρούμενος,

προς τα πάνω. Ψυχή μου! Τι σε θέλω, ψυχή μου; Τι

κάθεσαι και

δε γίνεσαι μέλισσα; Δυο γραμμούλες φωτός,

δυο αστεράκια οι κεραίες σου – πέταξε, πρόλαβε, τρέξε,

ένα γύρο, δυο γύρους, τρεις γύρους, να φέρεις

φωτιά στην κυψέλη σου.

Ψυχή μου, χαρά μου, τι κάθεσαι μέλισσα;

Άνοιξαν όλα τα λουλούδια του σύμπαντος.

 

Παραμονές Δεκαπενταύγουστου, Μάνος  Ελευθερίου

Σαν τη λαίδη Μακμπέθ σε υπνοβασία

πιτσιλισμένη απ’ τον ασβέστη

στα μαλλιά και το φόρεμα.

Και τα δωμάτια μοσχοβολούσαν

παραμονές Δεκαπενταύγουστου.

Οι φωτιές της ροδιάς. Η αυλή με τη βρύση.

Τα μυρμήγκια που τρέχουν για να γλιτώσουν.

Τα σκούπιζες και τα ‘ριχνες στο κηπάκι

για να σωθούν.

Ωρα έξι το απόγευμα και μάζευες

την άγκυρα να ελευθερωθεί το σπίτι.

Μάζευες τα σκοινιά κι άναβες τις μηχανές

να φύγει το σπίτι, να σαλπάρει το σπίτι

και να ταξιδέψει

στο άσπιλε, αμόλυντε, άφθορε, άχραντε

και σ’ εκείνο το θεόνυμφε που υποσχόταν δόξες.

 

Επιμέλεια – Κείμενο: Δάφνη Τσάρτσαρου

Διαβάστε επίσης

Close