Ο Ζωρζ Ζοζέφ Κριστιάν Σιμενόν ήταν Βέλγος συγγραφέας, γνωστός για τα μυθιστορήματά του με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Μαιγκρέ. Γεννήθηκε στη Λιέγη στις 13 Φλεβάρη του 1903 και πέθανε στις 4 Σεπτεμβρίου του 1989. Αποφάσισε από νωρίς να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Στα δεκαέξι του χρόνια έγινε δημοσιογράφος στη La Gazette de Liege, ενώ το πρώτο μυθιστόρημά του, που το υπέγραψε με το ψευδώνυμο Georges Sim, εκδόθηκε το 1921: “Au pont des Arches, petite histoire liegeoise”. Το 1922 εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του, τη ζωγράφο Ρεζ ιν Ρανσόν, στο Παρίσι, όπου έγραψε ιστορίες και μυθιστορήματα σε σειρές, κάθε λογοτεχνικού είδους. Μεταξύ του 1923 και του 1933 δημοσιεύτηκαν σχεδόν διακόσια μυθιστορήματά του, πάνω από χίλιες ιστορίες και αναρίθμητα άρθρα του. Το 1929 έγραψε το πρώτο βιβλίο του με πρωταγωνιστή τον επιθεωρητή Ζυλ Μαιγκρέ. Το βιβλίο γνώρισε τέτοια επιτυχία, που ο Σιμενόν, έγραψε συνολικά 83 νουβέλες με αυτόν τον πρωταγωνιστή. Το 1966, βραβεύτηκε για το σύνολο του έργου του και την προσφορά του στην αστυνομική λογοτεχνία, με το Βραβείο Grand Master, από την «Εταιρεία Αμερικανών συγγραφέων μυστηρίου».
Μια ματιά στο έργο του Ζώρζ Σιμενόν μέσα από αποσπάσματα διάσημων βιβλίων του …
“Ο Κίτρινος Σκύλος”
“Παρασκευή 7 Νοεμβρίου. Το Κονκαρνώ είναι έρημο. Το φωτεινό ρολόι της παλιάς πόλης που διακρίνεται πάνω από τα τείχη, δείχνει έντεκα παρά πέντε. Στο Καέ ντε λ’Αιγκιγιόν δεν υπάρχει ούτε ένα φως. Τα πάντα είναι κλειστά. Μονάχα τα τρία παράθυρα του καφενείου του ξενοδοχείου Αμιράλ, στη γωνία της πλατείας με την προκυμαία, είναι φωτισμένα. Κανείς δεν ήξερε από πού εμφανίστηκε ο σκύλος, αυτό το τρομακτικό ζώο με το βρόμικο κίτρινο τρίχωμα. Το Κονκαρνώ ζει στη σκιά του φόβου.
Στο καφενείο του Αμιράλ, ο Μαιγκρέ καπνίζει την πίπα του, περιμένει, συλλέγει πληροφορίες στήνει παγίδες. Ζυγίζει με τον δικό του τρόπο τις ψυχές των ισχυρών και των μεγαλοαστών, κι εκείνες των ταπεινών και των αλητών. Ο Μαιγκρέ κοίταξε τον βοηθό του και ξεφύσηξε τον καπνό της πίπας.
– Είστε τυχερός, φίλε μου! Κυρίως όσον αφορά την υπόθεση αυτή, όπου η μέθοδός μου ήταν ακριβώς το να μην έχω μέθοδο… Αν θέλετε μια καλή συμβουλή, αν υπολογίζετε στην προαγωγή σας, μην πάρετε κυρίως εμένα σαν παράδειγμα, μην προσπαθήσετε ν’αντλήσετε θεωρίες απ’αυτά που με βλέπετε να κάνω…
– Όμως …διαπιστώνω ότι τώρα φτάνετε στα τεκμήρια, μετά από…
– Ακριβώς, μετά! Μετά απ’όλα! Με άλλα λόγια ξεκίνησα την έρευνα ανάποδα, πράγμα που δεν θα με εμποδίσει να ξεκινήσω την επομένη από τη σωστή πλευρά… Θέμα ατμόσφαιρας…Θέμα προσώπων… Όταν έφτασα εδώ, έπεσα πάνω σ’ένα πρόσωπο που με γοήτευσε και δεν το άφησα ούτε στιγμή…”
“Το Μπλε Δωμάτιο”
Και το αποκορύφωμα, είχε εισαγάγει σ’ έναν χώρο τόσο επιμελώς προστατευμένο ένα ζώο που γλιστρούσε κατά μήκος των επίπλων, όπως ένα αγρίμι τρίβεται στα κάγκελα του κλουβιού, που κάρφωνε το βλέμμα του επάνω της, και που δεν δεχόταν κανένα χάδι παρά μόνο από τον κύριό του, τον θεό του.”