Το μυστικό της ζωής, από τον Σλάβομιρ Μρόζεκ

Το μυστικό της ζωής, από τον Σλάβομιρ Μρόζεκ

Ένας συνάδελφος ήρθε στο σπίτι μου -κι όμως γίνεται στη ζωή, καθίσαμε μαζί μπροστά σ’ ένα γεμάτο μπουκάλι, που μετά από κάποια ώρα έπαψε να είναι γεμάτο.

“Η ζωή είναι μυστήρια” είπε ο συνάδελφος. “Πάρε για παράδειγμα αυτό το μπουκάλι. Ποιος ξέρει αν είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο”.

“Μήπως και το ένα και το άλλο;” πρότεινα εγώ.

“Σ’ αυτό ακριβώς βασίζεται το μυστικό, όλα είναι σχετικά, γιατί όλα εξαρτώνται από τη θέση. Τίποτα δεν μπορούμε να το κρίνουμε κατηγορηματικά”.

“Τότε να το αδειάσουμε εντελώς, για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία”.

“Μπορούμε να το αδειάσουμε, αλλά η σχετικότητα παραμένει. Τι θα προκύψει, αν το μπουκάλι θα είναι άδειο, ενώ ήταν γεμάτο; Ήταν, αλλά δεν θα είναι· θα είναι, αλλά δεν ήταν. Ο χρόνος είναι κι αυτός μια έννοια σχετική”.

Του πρόσφερα τσιγάρο ελπίζοντας πως θα ξεχάσει το μυστικό της ζωής. Το πήρε, αλλά δεν το άναψε αμέσως, το κράτησε στο χέρι και το κοίταζε χαμένος στις σκέψεις του. “Τι θα προκύψει, αν το ανάψω… Θα καεί, θα αποκαεί και θα τελειώσει”.

Το άναψε όμως, γιατί πάντα καπνίζει μόνο τα δικά μου τσιγάρα. Επίσης πίνει μόνο τη δική μου βότκα. Προφανώς πιστεύει, πως δεν έχει καμία σημασία, το ποιος πληρώνει. Δεν μπορούσα να τον κατηγορήσω γι’ αυτό, αφού από φιλοσοφική άποψη είχε δίκιο.

“Δε σου το είπα εγώ;” είπε, όταν είχε ήδη καπνίσει το τσιγάρο μου. “Τελείωσε. Εξαφανίστηκε, στάχτη. Σκόνη… Όπως και η ζωή. Έχεις άλλο ένα;”

Είχα, και του το έδωσα. Πέρασε το απομεσήμερο. “Όπως η ζωή” θα έλεγε ο συνάδελφος, αν δεν ήταν απασχολημένος να ψάχνει κάτι στην ντουλάπα μου. Εγώ έμεινα να κάθομαι με το μπουκάλι, που ήταν αναμφισβήτητα αδειανό. Θα ήθελα πολύ να καπνίσω, αλλά δεν είχα πια άλλα τσιγάρα.

“Αυτό καλούτσικο είναι” είπε ο συνάδελφος, καθώς στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη φορώντας το παλτό μου. “Με στενεύει όμως λίγο. Μήπως έχεις κανένα άλλο;”

“Είναι το μόνο που έχω”.

“Καλά, δεν πειράζει, τότε θα πάρω αυτό εδώ. Μόνο τα κουμπιά πρέπει ν’ αλλάξεις”.

“Γιατί;”

“Μ’ αρέσουν καλύτερα τα μπεζ”.

“Μα είναι το ίδιο, τι μπεζ, τι διαφορετικό χρώμα….”

“Σωστά! Αν υπήρχαν μόνο τα διαφορετικά χρώματα, τότε δε θα ήθελα τα μπεζ. Επειδή όμως όλα είναι σχετικά, κάνω ό,τι μ’ αρέσει. Δεν πιστεύω πως θέλεις να μου πεις, ότι δεν έχεις μπεζ κουμπιά…”

Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Πήγα ν’ ανοίξω. Στην πόρτα στεκόταν ο καθηγητής Αϊνστάιν, ο εφευρέτης της θεωρίας της σχετικότητας. Στο χέρι κρατούσε ένα περίστροφο.

“Αφήστε με να τον δω” με παρακάλεσε.

Υπάκουσα στην παράκλησή του. Άλλωστε δεν είναι σωστό ν’ αρνούμαστε κάτι σ’ έναν γέρο άνθρωπο.

Το δικαστήριο δε με πίστεψε, πως τον συνάδελφο τον σκότωσε ο Αϊνστάιν κι όχι εγώ. Αλλά ακόμα κι έτσι, κρίθηκα αθώος. Γιατί η πεποίθηση πως -δεδομένου ότι όλα είναι σχετικά- δεν μπορούμε να θεωρήσουμε κανένα άτομο υπεύθυνο για τις πράξεις του, είχε στο μεταξύ γίνει γενικά παραδεκτό.

“Δεν μπορούμε να καταδικάσουμε κατηγορηματικά κάποιον” όπως συνήθιζε να λέει ο μακαρίτης.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Σλάβομιρ Μρόζεκ, “Η ζωή για προχωρημένους”, Εκδόσεις γνώση, Μετάφραση: Αντώνης Μπίκος (σελ. 112-114)

Διαβάστε επίσης

Close