Η εμμονή του έρωτα

Η εμμονή του έρωτα

Οι εμμονές μας και οι δαίμονες μας. Μας κατατρέχουν και μας κρατούν ξύπνιους. Τους βλέπουμε στον ύπνο μας και ξυπνάμε ιδρωμένοι. Άλλοτε χαρούμενοι, άλλοτε τρομαγμένοι.

Όλοι οι άνθρωποι έτσι σκέφτονται, αλλά οι καλλιτέχνες είναι πρωταθλητές στις εμμονές και στους δαίμονες.

Δεν το κάνουν για το καλό της ανθρωπότητας -αν και βοηθάνε περισσότερο απ’ τους πολιτικούς.
Δεν το κάνουν για τα χρήματα -ελάχιστοι βγάζουν τα προς το ζην απ’ την τέχνη τους.
Δεν το κάνουν για τη δόξα -παρότι σίγουρα είναι οι πιο ματαιόδοξοι του ανθρώπινου είδους.

Γιατί το κάνουν; Γιατί ο Τζεφ Μπάκλεϊ τραγουδάει;

Απέξω υπάρχει ένα περιτύλιγμα απόλαυσης και μέθεξης, που σου δίνει η δημιουργία.

Κι ίσως βαθύτερα να υπάρχουν κάποια στρώματα αυτογνωσίας.

Πιο βαθιά ακόμα η αίσθηση της επικοινωνίας με κάτι μυστηριακό κι άγνωστο στους πολλούς. Όσοι έχουν αφεθεί στην τέχνη έχουν αγγίξει τα γένια του θεού πολύ περισσότερο απ’ τους παπάδες και τους δερβίσηδες.

Όμως στον πυρήνα της τέχνης είναι η προσπάθεια του καλλιτέχνη να ξορκίσει τους δαίμονες του. Μπορεί να είναι η μοναξιά, μπορεί να είναι η τρέλα, μπορεί να είναι… ο θάνατος.

Ποια είναι η δική μου εμμονή, ποιος ο δαίμονας μου;
Η ζωή και ναι, σίγουρα, ο θάνατος.

Ο εγκέφαλος μας λατρεύει να δουλεύει με δίπολα. Δεν μπορείς να σκεφτείς το κρύο χωρίς να σου περάσει απ’ το μυαλό κι η ζέστη. Δεν υπάρχει σκοτάδι χωρίς το φως.

~~~

Βρέθηκα τις προάλλες σ’ ένα μικρό νεκροταφείο, στο Πήλιο. Είχε 30 μνήματα, σχεδόν όλα γέρων.

Υπήρχαν πολλοί πάνω από 90 χρονών (όταν πέθαναν). Πρωταθλήτρια ήταν μία που είχε γεννηθεί το 1914, στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, κι είχε πεθάνει το 2014. Μάλλον θα το είχε βάλει στόχο, να τα εκατοστήσει.

Στο μνήμα είχαν μια χαμογελαστή της φωτογραφία. Δεν συνηθίζεται. Σκέφτηκα ότι δεν βρήκαν μια “σοβαρή” φωτογραφία της νεκρής για να βάλουνε.

Όλο γελούσε, γι’ αυτό έφτασε τα 100. Οι γκρινιάρηδες πεθαίνουν νέοι και μόνοι.

~~~

Διακοπή για ετυμολογία: Μόλις τώρα συνειδητοποίησα ότι τα “μνήματα” και το “μνήμα” είναι αρχαίες λέξεις και συνδέονται απόλυτα με τη μνήμη.

“Θα πάμε στα μνήματα”, είπε η Νέλλη.
Δεν είναι τάφοι, είναι μνήμες. Θυμόμαστε.

~~

Το γέλιο μου κόπηκε λίγο παρακάτω. Εκεί ήταν ο μόνος τάφος νέου. Ένα παλικάρι εικοσιτεσσάρων χρονών. Τα υπόλοιπα 29 μνήματα, των γέρων, δεν είχαν το ίδιο βάρος μ’ εκείνο το ένα.

Προχώρησα παρακάτω, τα είδα όλα. Ένας τουρίστας στο νεκροταφείο; Μάλλον διάλεγα θέση, όπως ένας μαθητής του δημοτικού προετοιμάζεται για το λύκειο -ή για να αποφοιτήσει.

~~

Φύγαμε απ’ το νεκροταφείο για να πάμε σ’ ένα μικρό ποτάμι που ήταν εκεί κοντά. Καθώς ανεβαίναμε γύρισα και είδα τη θέα. Το μικροσκοπικό νεκροταφείο στεκόταν στην άκρη του βουνού. Πέρα μακριά η εξαίσια θέα της θάλασσας.

Γαμώτο, γιατί να πεθαίνει κανείς όταν υπάρχει θάλασσα;

Θυμήθηκα τον πίνακα του Πουσέν: Et in Arcadia ego.
Ο θάνατος βρίσκεται παντού, ακόμα και στην ονειρική Αρκαδία ή στο Πήλιο, ακόμα κι εκεί όπου λάμπει η θάλασσα κι ο ήλιος. Ο Θάνατος είναι ο κανόνας.

~~

Προχωρήσαμε το μονοπάτι με τη Νέλλη. Δεν είμαστε θαρραλέοι φυσιοδίφες, πεταγόμασταν κάθε φορά που ακούγαμε σούρσιμο κοντά μας. Κι ούρλιαξα όταν ένα έντομο μπήκε στο αυτί μου. Άνθρωποι της πόλης.

Ο ήλιος έκαιγε, το μονοπάτι ήταν γεμάτο καβαλίνες. Και μετά ακούσαμε το νερό! (Βάζω το ένα θαυμαστικό που αφήνει να βάζουμε ο Φ. Σ. Φιτζέραλντ, γιατί πραγματικά έμοιαζε με θαύμα ο ήχος του.)

Δεν υπάρχει πιο όμορφος ήχος απ’ το νερό που κυλάει. Νομίζω ότι είναι καταχωρημένος στο συλλογικό ασυνείδητο των ανθρώπων -και όχι μόνο.

Το νερό σημαίνει ζωή. Το νερό που κυλάει σημαίνει πόσιμο νερό -σε αντίθεση με τον φλοίσβο, που σημαίνει αλμυρότητα.

Κατεβήκαμε και βρήκαμε την πηγή της ζωής. Ήταν ένα μικρό ποτάμι που μάλλον ρέει στο ίδιο σημείο πολύ πριν γεννηθεί η παλιότερη νεκρή του μικρού νεκροταφείου.

Στο ποτάμι πετούσαν λιβελούλες τιγρέ και κάποια άλλα έντομα, που μοιάζουν με τις λιβελούλες, αλλά διαφέρουν όσο διαφέρουμε εμείς από τα γουρούνια. Δεν είμαι βέβαιος για το όνομα τους, αλλά υπάρχει μια σοβαρή πιθανότητα να τα λένε Σαλτιμπάγκους. Μπορεί και όχι. Έτσι κι αλλιώς εκείνα δεν μιλάνε. Κι αν τα φωνάξεις δεν θα σ’ ακούσουν.

– Έχει ο σκύλος βουδιστική φύση;
– Γαβ.

Έβγαλα τα παπούτσια και πάτησα στο νερό. Ήταν λίγο πιο ζεστό απ’ το σημείο πήξης, σχεδόν πάγος. Ένιωσα να σταματάει το αίμα στα πόδια μου.

Αλλά ήταν όμορφα σαν να βρισκόμουν στην Αρκαδία, εκείνο το μυθικό μέρος όπου ο Πάνας τριγυρνάει παίζοντας τον αυλό του, εκεί όπου οι νύμφες κολυμπούν γυμνές, εκεί όπου ο θάνατος είναι μια λέξη άγνωστη, εκεί όπου ο Τομ Ρόμπινς κάθεται και τρώει σάντουιτς με ντομάτα.

~~

Έκατσα σ’ ένα βράχο και συγκεντρώθηκα στο νερό, στη ζωή. Τότε είδα ότι ο θάνατος ήταν παντού.

Ακριβώς μπροστά μου ήταν το πτώμα μιας νεκρής τιγρέ λιβελούλας, χωρίς μνήματα κι αναμνήσεις και μάρμαρα. Μύγες μπαινόβγαιναν στα σημεία όπου κάποτε ήταν τα μάτια της.

Παραδίπλα, στο νερό, παρατήρησα φτερά από έντομα να επιπλέουν. Φύλλα σάπιζαν. Ένα υδρόβιο έντομο έπιασε έναν γυρίνο. Το ποτάμι ήταν εκεί. Ο θάνατος ήταν εκεί. Στην Αρκαδία.

~~~{}~~~

Και τότε γίνεται ξανά. Αντιλαμβάνομαι ότι η τέχνη συνδέει τα πάντα. Όση ώρα γράφω αυτό το κείμενο ακούω τον Τζεφ Μπάκλεϊ. Ξεκίνησα απ’ το Hallelujah του Λέοναρντ Κοέν που τόσο όμορφα είπε. Μετά άκουσα και τα υπόλοιπα κομμάτια απ’ το Grace, το μόνο άλμπουμ που έβγαλε.

Καθώς τελειώνω το κείμενο θυμάμαι πώς πέθανε ο τροβαδούρος. Μπήκε σ’ ένα ποτάμι να κολυμπήσει, τραγουδώντας “Want to whole lotta love” . Χάθηκε εκεί μέσα, στη ζωή. Το πτώμα του το βρήκαν μετά από μια βδομάδα. Έμοιαζε με τη λιβελούλα που είδα.

Οι εμμονές μου κι οι φόβοι μου, τι ψάχνω να βρω και τι προσπαθώ ν’ αποφύγω. Πίνω ένα χωριάτικο κρασί που θυμίζει το ποτάμι.

Το youtube μου προτείνει μουσική απ’ την Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού. Ο αγαπημένος μου σεναριογράφος, Κάουφμαν, δείχνει πόσο συνδέονται η μνήμη με τον έρωτα.

Ο Beck τραγουδάει:
I need your lovin’
Like the sunshine

Και δεν με νοιάζει αν γράφω το πιο ασυνάρτητο κείμενο στο διαδίκτυο.

I need your lovin’
Like the sunshine

Είναι ο ήλιος, είναι η αγάπη, είναι όλα αυτά που κάνουν τη ζωή ν’ αξίζει. Είναι η τέχνη, η μουσική, ο έρωτας, τα φιλιά, τα τραγούδια, το σινεμά, τα νυχτερινά ποτά και οι πρωινοί καφέδες.

Γαμώτο, γιατί ζούμε; Μόνο για να προλάβουμε ν’ αγαπήσουμε κάποια πράγματα, κάποιους ανθρώπους, κάποιες καταστάσεις.

Γι’ αυτό ζούμε, για ν’ αγαπήσουμε.

Ο χρόνος είναι αδίστακτος, περνάει πριν να το το καταλάβεις. Τα μνήματα είναι αναμνήσεις αγαπημένων.

Ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, ανάμεσα στη ρουτίνα και στη δόξα, ανάμεσα στα κανονικά και στα παράξενα, ανάμεσα σε όλα, υπάρχει μόνο κάτι που είναι πιο μεγάλο απ’ ό,τι μπορείς να φανταστείς: Ο έρωτας.

Γι’ αυτό ζούμε, για ν’ ερωτευτούμε.

~~

Και τι μένει μετά, όταν τελειώνει κι η αγάπη κι ο έρωτας κι η ζωή; Τι μένει μετά; Μόνο η εμμονή της μνήμης, σαν τον πίνακα του Νταλί;
Ίσως να μη μένει τίποτα.

Αυτός είναι ο δαίμονας μου: Ότι δεν μένει τίποτα.

Κοιτάζω την Αφροδίτη που μόλις φάνηκε στον αστικό ουρανό, πίνω το τελευταίο χωριάτικο κρασί και βάζω ν’ ακούσω ξανά τον Beck.

Είμαστε όλοι πνιγμένοι μέσα στο ποτάμι του χρόνου, αλλά κάποιοι κοιτάνε τ’ άστρα και τραγουδάνε:
I need your lovin’
Like the sunshine

Πηγή: sanejoker.info

Διαβάστε επίσης

Close