Μελίνα Μερκούρη: Η γυναίκα που μοίραζε παντού τη μαγεία της... από την Αγγελική Θανασά

Μελίνα Μερκούρη: Η γυναίκα που μοίραζε παντού τη μαγεία της… από την Αγγελική Θανασά

Το να θαυμάζεις τη Μελίνα Μερκούρη είναι ίσως κάτι που μπορεί να συμβαίνει ή να έχει συμβεί σε πολλούς.

Το να ταυτίζεσαι όμως μαζί της, το να σε ψάχνεις και να σε βρίσκεις μέσα από τις εικόνες της, τις σκέψεις της, τις αντιλήψεις της, τις αφηγήσεις της, στο βλέμμα της ή στις κινήσεις της, ακόμα και στα εμφανή ή αφανή της συναισθήματα αν δεν είναι ματαιοδοξία σίγουρα είναι κάτι που σε απασχολεί.

Οι ειδικοί λένε ότι συνήθως εστιάζουμε σε κάποια πρόσωπα γιατί ή έχουμε κοινά στοιχεία με αυτούς ή θέλουμε να έχουμε κάποια από τα χαρακτηριστικά τους. Όμως, τι κοινό μπορεί να είχα εγώ, ως παιδί, με μια γυναίκα που ελάχιστα είχα δει στην τηλεόραση και που σε κάθε περίπτωση έδειχνε τόσο μακριά από τη δική μου οικογενειακή και προσωπική οντότητα;

Κι όμως κάθε φορά που την έβλεπα με μαγνήτιζε. Όταν την άκουγα ήταν σαν να την γνώριζα από χρόνια. Την κατανοούσα σε βάθος από τα πρώτα της λόγια. Στην κηδεία της έκλαιγα λες και είχα χάσει κάποιον δικό μου άνθρωπο….

Μελέτησα, λοιπόν, αρκετά την προσωπικότητα της Μελίνας Μερκούρη τις τελευταίες μέρες, στα πλαίσια κυρίως μιας ατομικής προσπάθειας για αυτογνωσία και αυτοβελτίωση. Διάβασα αρκετά βιβλία, άρθρα εφημερίδων, είδα πολλές συνεντεύξεις της, πολλές συνεντεύξεις άλλων γι αυτήν, ταινίες, αποσπάσματα θεατρικών έργων ή τραγούδια που ακούστηκαν με την φωνή της και βρήκα τόσα πολλά δικά της που έγιναν δικά μου, που είναι και δικά μου.

Ευφυής. Το βασικό χαρακτηριστικό που ήθελε να της αναγνωρίζουν. «Δεν ήξερα, λέει, ότι ή αν ήμουν όμορφη. Ήθελα πάντα να είμαι έξυπνη».
Αποφασιστική, αδέσμευτη, ατίθαση, απελευθερωμένη, με εξαιρετικό γούστο και έντονη προσωπικότητα. Λαμπερή και ταυτόχρονα ευαίσθητη, τρυφερή, ειλικρινής. Μια γυναίκα σε διαρκή επανάσταση. Γεμάτη ΠΑΘΟΣ και γενναιοδωρία. Η προσωποποίηση της δοτικότητας προς όλους. Και κυρίως μια γυναίκα γεμάτη ΤΟΛΜΗ!

Δεν είχε συμβατικότητα και ΠΡΕΠΕΙ, αλλά πολλά ΘΕΛΩ. Ήθελε να «φάει» τον κόσμο. Τρόποι, βολές, συμβιβασμοί απλούστατα ήταν λέξεις άγνωστες για αυτήν. Δεν ήταν «καθώς πρέπει». Ήταν εκεί ολόκληρη μπροστά σου ή δεν ήταν καθόλου.

Συνήθως ήταν ξυπόλητη, δίπλωνε τα πόδια της και καθόταν πάνω τους ή τεντωνόταν σε όλο το μάκρος της. Δεν καθόταν όπως όλος ο κόσμος. Την καταλαβαίνω απόλυτα. Η επαφή με τη γη, με το ξύλο, το πάτωμα σε απελευθερώνει. Η στάση του σώματός της υποδήλωνε σαφώς τη διαρκή ανάγκη της να είναι ελεύθερη. Να νιώθει άνετα. Να μην μπαίνει στα καλούπια άλλων.

«Είχε μια μαγκιά, που ξεκινούσε από τα μάτια της και έδειχνε την εσωτερικότητά της». Τα μάτια της σου μιλούσαν. Στα έδειχναν όλα. Αρκεί να μπορούσες να τα διαβάσεις. Δεν ήταν για τον καθένα. Όταν χαιρόταν το γέλιο στα μάτια της ήταν απέραντα τρυφερό. Η Μελίνα Μερκούρη ήταν ολόκληρη δυο μεγάλα μάτια.

Πολλοί θεωρούσαν ότι δεν είχε γνώσεις και ότι δεν ήταν οργανωτική. Αντιθέτως και γνώσεις είχε και όρεξη για μάθηση, ενώ ταυτόχρονα διέθετε και μια ακαταμάχητη διαίσθηση, ένα ισχυρό ένστικτο, που την οδηγούσε κοντά στις ορθές επιλογές της και την προστάτευε από τα κακώς κείμενα. Ήταν επίσης αρκετά οργανωτική μέσα στο δικό της χαοτικό πλαίσιο.

Πεισματάρα, επίμονη, με υπομονή και ταυτόχρονα ευέξαπτη με ένα θυμικό που έχει παρομοιαστεί με τους καλοκαιρινούς ανέμους στο Αιγαίο. Ένα μελτέμι, που ξεσηκωνόταν ξαφνικά, ξεσπούσε και έπειτα πάλι γαλήνευε και ημέρευε.

Θορυβώδης, εκρηκτική, φλογερή και αχόρταγη για αγάπη. Κάποτε την ρώτησαν τι φοβάται: «Νόμιζα ότι φοβόμουν το θάνατο, απάντησε. Αλλά τελικά φοβάμαι να μην με αγαπάνε και να μην αγαπώ». Τόσο καθοριστικό ρόλο έπαιζε η αγάπη για εκείνη και γι αυτό λεγόταν από κοντινό της πρόσωπο ότι «Η Μελίνα μπορούσε να έχει πολλών ειδών αγάπες ταυτόχρονα. Δεν έδιωχνε ποτέ κανέναν. Τους αγαπούσε όλους με τον έναν ή τον άλλον τρόπο». Και ίσως η αγάπη να ήταν και ο μόνος τρόπος να «τιθασεύσει» κανείς αυτό το «αναρχικό» και επαναστατικό πλάσμα. Αυτό το αγρίμι.

«Της άρεσε να μιλάει πολύ για τα ερωτικά. Ήταν σοφή. Έδινε συμβουλές. Αλλά και μόνο το ενδιαφέρον της για τον άλλον ήταν εντυπωσιακό και ήταν βαθύ και ειλικρινές. Επίσης, ο μαγνητισμός της. Είχε έναν ασυνήθιστο και δυσερμήνευτο μαγνητισμό-ένα χάρισμα που ή το έχει κανείς ή δεν το έχει. Πιστεύω όμως ότι η βάση αυτού του μαγνητισμού ήταν το ενδιαφέρον της για τον άλλον άνθρωπο.
Υποστήριζε τις καλές πράξεις, τα καλά πράγματα. Είχε ενθουσιασμό τέτοιον που σε έκανε να θέλεις να τη βοηθήσεις. Και άκουγε. Άκουγε βαθειά τον άλλον».

Ο ενθουσιασμός της ήταν εντελώς νεανικός, που την έκανε σε όλη τη διάρκεια της ζωής της να μοιάζει με κοριτσόπουλο. Τον ενθουσιασμό της αυτόν τον ενίσχυε η γοητεία, που έτρεφε για το άγνωστο και την κρυμμένη χαρά. Ο δυναμισμός της και το ρίσκο, που το έπαιρνε αβασάνιστα.

Τα συναισθήματά της πάλι ήταν πιο γρήγορα από το μυαλό της. Γι αυτό πήγαινε πάντα με ορμή, όπου της υπαγόρευε η καρδιά της, κι ας έλεγε η ίδια ότι μετρούσε πολύ τις λογικές συνέπειες των πράξεών της.

Απίστευτα απαιτητική. «Είναι δύσκολο να μείνει κάποιος με τη Μελίνα, είπε κάποτε σε μια συνέντευξή της. Είναι δύσκολος άνθρωπος, απαιτητική, κακομαθημένη. Κάνει πολλά λάθη και έχει πολλές φοβίες».

Είχε όμως και αυτογνωσία μαζί με τις πολλές φοβίες της (κυρίως αρρωστοφοβία) και τις ανασφάλειές της. Έτρεμε τις αρρώστιες. Όμως παρά τις πάμπολλες ανασφάλειές της δεν ήταν μετριόφρων. Μπορούσε και μετουσίωνε τα μειονεκτήματά της σε προτερήματα και πάντα ήξερε ότι ήταν μια πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα. Μια προσωπικότητα τόσο δυνατή, που πέρα των άλλων ήταν γεμάτη ενέργεια και ζωτικότητα, πρόθυμη πάντα και με μεγάλη διάθεση για παρέα και κουβέντα.

Η Ελευθερία και ο Φεμινισμός ήταν επίσης δύο έντονα χαρακτηριστικά της. Και τα δύο πήγαζαν από μέσα της. Δεν είχε ανάγκη να τα φωνάζει ή να τα επιδεικνύει. Ήταν αυτή η ίδια. Η προσωποποίησή τους. Το μέσα της, το έξω της, τα πάντα της. Αυτή η σπάνια και καθολική ελευθερία, που διέθετε είναι η ελευθερία που διαθέτουν μόνο όσοι δεν πιστεύουν πως υπάρχει το κακό. Έτσι δεν κρατούσε κακία σε κανέναν.

Έβλεπε το πραγματικό και το εν δυνάμει καλό σε όλους και σε όλα. Ήταν εξάλλου μαθήματα που είχε πάρει από μικρή ηλικία από τον παππού της, τον Σπύρο Μερκούρη, Δήμαρχο Αθηναίων επί πολλά έτη, και την υπόλοιπη οικογένειά της. Από παιδί είδε τις γυναίκες του σπιτιού της, που υπεραγαπούσε, να έχουν μια ζωή με αποδοχή, χωρίς όμως ελευθερία και θέλησε να είναι διαφορετική. Να ανατρέψει τα στερεότυπα της εποχής της και τα ανέτρεψε. Αυτό δεν της το συγχώρεσαν πολλοί.

Η Μελίνα όμως είχε πάντα την αποδοχή του παππού της και αργότερα του Ντασσέν και του αδερφού της. Στηρίγματα δυνατά, που την καθοδηγούσαν και την προστάτευαν.

Η Μελίνα είχε οράματα, όνειρα και πειθώ για να τα πραγματοποιήσει. Είχε κυρίως όμως πίστη στο ανέφικτο και το ουτοπικό και γι αυτό πέτυχε πολλά.
«Θέλω μαγεία. Αυτό προσπαθώ να κάνω με τους ανθρώπους. Τους παρουσιάζω τα πράγματα διαφορετικά. Όχι όπως είναι. Δεν λέω την αλήθεια, λέω εκείνο που έπρεπε να είναι αλήθεια. Κι αν αυτό είναι αμαρτία δέχομαι να τιμωρηθώ» (Μπλανς, Λεωφορείο ο Πόθος).

Γράφει η Αγγελική Θανασά, Δικηγόρος Πατρών

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κάπλα

Διαβάστε επίσης

Close