Καρδιά από πέτρα, θάλασσα, γη ουρανό... από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Καρδιά από πέτρα, θάλασσα, γη ουρανό… από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

M’ έναν παλιό κρητικό συρτό, αφήνομαι κι ακολουθώ έντεκα μετρημένα βήματα, που ξεμακραίνουν κι ανταμώνουν, σ΄ έναν οικείο και γνώριμο πια ρυθμό, ανάμεσα σε ανθρώπους, που μεγάλωσαν έπαιξαν, τραγούδησαν και χόρεψαν, κάτω από σκιές δέντρων που έχουν ρίζες βαθιές.

Δέντρα παλιά, αιωνόβια, βαθιά ριζωμένα στη γη, που λειτουργούν σαν πόλος έλξης προς μια παράδοση, δασκαλεμένη απ’ όλες εκείνες τις γραφικές και στολισμένες με παραδοσιακές στολές του τόπου μορφές, που μέσα από ασπρόμαυρες, παλιές φωτογραφίες ατενίζουν περήφανα, με βλέμμα καθάριο κι αυθεντικό, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους.

Ανθρώπων που τρύγισαν τ’ αμπέλια και μάζεψαν με χέρια ποτισμένα με χώμα, τα πορτοκάλια και τις ελιές τους. Που μοιράστηκαν τους καρπούς της γης, κάτω απ’ τον καυτό ήλιο, κουβεντιάζοντας, γελώντας ή δακρύζοντας, απαγγέλοντας στίχους, τραγουδώντας και χορεύοντας τις χαρές, τις πίκρες και τις ευχές τους.

Που ντύθηκαν θάλασσα κι αλμύρα στα μάτια, στο κορμί και στις πληγές τους, πατώντας με πόδια γυμνά πάνω στο βρεγμένο χώμα κάποιο ξημέρωμα, μετά από μια ξαφνική καλοκαιρινή μπόρα.

Σ’ έναν άγριο, πρωτόγονο και περήφανο τόπο, όπου ο Νίκος Καζαντζάκης εμπνεύστηκε κι εξύμνησε την ελευθερία του πνεύματος και της ψυχής, ψυχογραφώντας και συστήνοντας στον κόσμο τον μοναδικά αντισυμβατικό «Ζορμπά» του.

Που γέννησε κι ανάθρεψε τον παθιασμένο αυτό λογοτέχνη, που κατάφερε ν’ αφυπνήσει βαθιά νυχτωμένα πνεύματα και συνειδήσεις, λέγοντας απλά: «…Ότι επιθυμείς, να το φωνάζεις δυνατά, αγρίμι να γίνεσαι. Δεν ταιριάζει η μετριότητα με τη λαχτάρα…».

Σ’ έναν τόπο όπου ο Βιντσέντζος Κορνάρος εμπνεύστηκε έναν ύμνο για την αγάπη, βλέποντας στο πρόσωπο του «Ερωτόκριτου», τον άντρα που βρίσκει το θάρρος να επιθυμήσει και να πλησιάσει το ανέφικτο.

Τον άντρα που τολμά κι αφήνεται να παρασυρθεί απ’ το συναίσθημά του, υποφέροντας, γράφοντας ποιήματα, παίζοντας λύρα και τραγουδώντας για έναν έρωτα και μία γνήσια κι αληθινή αγάπη…

Που βρίσκει τη δύναμη και τη γενναιότητα ενός πολεμιστή για ν’ αγωνιστεί, να διεκδικήσει και εντέλει να κερδίζει την «Αρετούσα» του, εμπνέοντας ψυχικά, πνευματικά και καλλιτεχνικά γενιές και γενιές, παραμένοντας απαράμιλλα και διαχρονικά, ένας σύχρονος, βαθιά ερωτευμένος και δοξασμένος ήρωας.

Κι όλα αυτά, συνυφασμένα μ’ έναν τόπο που όλα φαντάζουν πιο έντονα…

Γιατί η εναρμόνηση της ψυχής και του πνεύματος με τη φύση και την πρωτόγονη ομορφιά της, σε φέρνει πιο κοντά στο Θεό, στο φως, στην αλήθεια, στο ένστικτο και το αυθεντικό συναίσθημα, δυναμώνοντας τους κτύπους της καρδιάς, οδηγώντας σε σα μεθυσμένο από χρώματα, αρώματα, αφηγήσεις και μουσικές, σ΄ έναν βαθύ και παθιασμένο έρωτα για τον τόπο αυτό, την παράδοση και την ιστορία του.

Μια παράδοση που θωρεί κι αντανακλά τον εαυτό της, μέσα απ’ τη λάμψη των ματιών των ανθρώπων που την αγάπησαν, τη γνώρισαν, την ύφαναν, την κέντησαν, την απήγγειλαν, την τραγούδησαν και τη χόρεψαν.

Σ’ έναν κόσμο λοιπόν, που παραπαίει ζαλισμένος, ψάχνοντας ρίζες και ταυτότητα,μετρώντας τι παίρνει και τι δίνει στις συναλλαγές του με το ζύγι, λες και υπάρχει μονάδα μέτρησης για την καρδιά, το θάρρος, τον πόνο και το συναίσθημα, υπάρχει πάντα μια διέξοδος, που είναι η εναρμόνηση της ψυχής και του νου με τη φύση, την τέχνη και την παράδοση.

Υπάρχει ο έρωτας που γεννιέται και μεγαλώνει μέσα από μάτια που δε χορταίνουν να κοιτούν εκστατικάτον έναστρο ουρανό, μια νύχτα μαγική με φεγγάρι, μέσα σε κάποιο φαράγγι.

Η αρμονία που γεννιέται μέσα απ’ την κατάνυξη που αισθάνεσαι, ανάβοντας το καντήλι και ψυθιρίζοντας προσευχές, σκυμμένος μπροστά σ’ ένα παλιό εικόνισμα, σ’ ένα ξεχασμένο απ’ το Θεό ξωκλήσι, περικυκλωμένο από αιγοπρόβατα.

Το αρχέγονο πάθος που φουντώνει μέσα σου, όταν κρυμμένος μέσα σε μια θαλάσσια σπηλιά, παίζεις με βότσαλα, ψηλαφείς βράχους και μαζεύεις πέτρες και κοχύλια, με μόνη διέξοδο τη θάλασσα, το βυθό και τον ορίζοντα που απλώνεται μπροστά στα μάτια σου.

Υπάρχει η δίψα, για ν’ ακούσεις και να μάθεις την ιστορία που έχει να πει ο τόπος που γεννά μέσα σου τα συναισθήματα αυτά,που λειτουργούν σαν φάρος και λιμάνι για την κουρασμένη απ’ την καθημερινότητα ψυχή σου.

Υπάρχει η αγάπη που γεννά την επιθυμία, να κερδίσεις την καρδιά του τόπου αυτού, που είναι πλασμένη από πέτρα, θάλασσα, γη και ουρανό και είναι οι ρίζες και οι παλμοί της ζωής του.

Μια καρδιά περήφανη κι ακλόνητη… σα βράχος μέσ’ στη θάλασσα, που ακόμα κι αν σκάει το κύμα πάνω του, ανάλογα με τις εποχές που εναλλάσονται, εκείνος απλά σμιλεύεται, παραμένοντας αγέρωχα και σταθερά στη θέση του.

 

Γράφει η Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Διαβάστε επίσης

Close