«Πριν αλέκτωρ λαλήσει...» από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

«Πριν αλέκτωρ λαλήσει…» από τη Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Ενόψει των ημερών που έπονται, θ’ αναφερθώ σε μια επίκαιρη ιστορία, η οποία έχει αγγίξει λίγο – πολύ, μεμονωμένα και κατά περίπτωση, κάποια βαθιά κρυμμένη και ευαίσθητη χορδή όλων.

Εκείνη του Πέτρου, αγαπημένου μαθητή του Ιησού, που δεν έπαυε να δηλώνει περίτρανα και σθεναρά, ότι δε θα πρόδιδε και δεν θα εγκατέλειπε τον αγαπημένο φίλο και μέντορά του ποτέ!

Που, ναι μεν, δεν ήταν αυτός που τον πρόδωσε για τριάντα αργύρια, δίνοντάς του την ίδια στιγμή «το φιλί του Ιούδα» αναίσχυντα και προκλητικά, αλλά που «πριν αλέκτωρ λαλήσει» τον απαρνήθηκε όχι μία, όχι δύο, αλλά τρεις φορές… και μάλιστα, τη στιγμή που ο συνοδοιπόρος και Δάσκαλός του τον είχε ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη. Καθώς, είχε ν’ αντιμετωπίσει το μένος των εναντίων στο λόγο του, που επιθυμούσαν διακαώς να τον σταυρώσουν.

Μια ιστορία που κατά μία έννοια, έχουμε βιώσει πιθανώς όλοι από τη θέση του Ιησού, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας. Νιώθοντας να πέφτει πάνω μας σα γροθιά η απογοήτευση που ακολουθεί μια τέτοιας μορφής στάση, από τον όποιο «Πέτρο» και όποιο «Ιούδα» πέρασε κάποτε από τη ζωή μας.

Και τα ερωτήματα που γεννιούνται εύλογα έπειτα από κάτι τέτοιο είναι συνήθως τα εξής…

Πώς μπορείς να εμπιστευτείς ξανά κάποιον, που δεν έχει το σθένος να σταθεί δίπλα σου όταν τον χρειάζεσαι; Πώς δικαιολογείται μια τέτοιου είδους αδυναμία εκ μέρους κάποιου που μέχρι τη στιγμή εκείνη, θεωρούσες δικό σου άνθρωπο; Πώς γίνεται να μην αισθανθείς μετέωρος και να μη φτάσεις στο κομβικό σημείο να αναρωτηθείς, σχετικά, με το ποιο είναι το νόημα μιας σχέσης, στην οποία δεν υπάρχει πια η εμπιστοσύνη;

Και αν έπειτα απ’ όλα αυτά, η δύναμη της ψυχής σου δεν είναι αρκετή και αδυνατείς να ξεπεράσεις την απογοήτευση που δικαίως σε διακατέχει, γίνεσαι εσύ άραγε ο εγωκεντρικός και ο κακός χαρακτήρας της ιστορίας;

Ακολουθώντας την, κατά τα γνωστά, ανήσυχη σκέψη μου, που, καλώς ή κακώς, με οδηγεί σχεδόν πάντα σε μια επόμενη, συνεχίζω με τις ρητορικές ερωτήσεις και αναρωτιέμαι…

Ανά περίπτωση και κατά βάθος, φταίει άραγε μόνο ο «Πέτρος», που η συνείδησή του στάθηκε αδύναμη στο ύψος των περιστάσεων για τρεις συνεχόμενες φορές; Φταίει όντως μόνο ο «Ιούδας» που ενέδωσε στον πειρασμό των τριάντα αργυρίων που λαμπύριζαν προκλητικά μπροστά στα μάτια του;

Μήπως φταίνε και οι προσδοκίες που τρέφουμε καμιά φορά και που έχουν την τάση να διεγείρουν τη φαντασία και να διευρύνουν το μέγεθος της αξίας στα πράγματα; Μήπως τελικά, μέσα από την ανάγκη μας να πιστέψουμε σε κάτι όμορφο και ιδιαίτερο, πέφτουμε μόνοι μας στην παγίδα του να υπερτιμούμε και να εξιδανικεύσουμε ανθρώπους και καταστάσεις, βλέποντάς τα όπως θα θέλαμε και όχι όπως πραγματικά είναι;

Όμως, το μυστήριο των ανθρωπίνων σχέσεων, ουδείς και ουδέποτε μέχρι και σήμερα κατάφερε να ερμηνεύσει και ίσως να μην υπάρξουν ποτέ σαφείς και ξεκάθαρες απαντήσεις στα όποια ανάλογα ερωτήματα. Κι εμείς οι άνθρωποι, ως κοινωνικά και επικοινωνιακά όντα, θα συνεχίζουμε να συνάπτουμε σχέσεις που θα δομούνται και θα μεταβάλλονται διαρκώς, ανάλογα με τις συνθήκες, την ποιότητα στην επικοινωνία και τα συναισθήματα που αναπτύσσουμε μεταξύ μας μέσα σ’ αυτές.

Συναισθήματα που άλλοτε ριζώνουν και εξελίσσονται και άλλοτε φθίνουν και απομυθοποιούνται. Σχέσεις που κάποιες φορές σταθεροποιούνται σε γερά θεμέλια και μεγαλουργούν και άλλες που παραπαίουν στηριζόμενες σε σαθρές βάσεις και καταρρέουν.

Με τον καθένα από εμάς να παίζει το δικό του σημαντικό ρόλο, σύμφωνα πάντα με την συνείδηση, την ιδιοσυγκρασία και την ταυτότητα που τον χαρακτηρίζει, σαν αναπόσπαστο κομμάτι μιας ιστορίας που διαρκώς και ανά τους αιώνες των αιώνων, επαναλαμβάνεται στο ίδιο μονοπάτι… Των Παθών και της επερχόμενης Σταύρωσης.

Και που μας βρίσκει, κάθε φορά στο ίδιο σημείο, άπαντες ανανεωμένους, ήρωες και μικρόψυχους, αναμάρτητους και παθιασμένους, νικητές και ηττημένους, πλεγμένους και αλληλένδετους μεταξύ μας με δεσμούς άρρηκτους. Με την ελπίδα στα μάτια και τη λαμπάδα στο χέρι, να περιμένουμε να συμβεί στη ζωή μας ένα θαύμα που θα μας λυτρώσει… Αυτό της Ανάστασης!

Γράφει η Μαρία Κουγιουμτζόγλου

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κάπλα

Διαβάστε επίσης

Close