Αλέξανδρος Μπλοκ: Ο χαρισματικός κι επαναστατημένος Ρώσος ποιητής

Αλέξανδρος Μπλοκ: Ο χαρισματικός κι επαναστατημένος Ρώσος ποιητής

Ο Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς Μπλοκ γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη, στις 28 Νοεμβρίου του 1880, σε μια αρκετά καλλιεργημένη οικογένεια διανοουμένων. Πολλοί από τους συγγενείς του ήταν άνθρωποι των γραμμάτων. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής νομικής στη Βαρσοβία, ενώ ο παππούς του από την πλευρά της μητέρας του υπήρξε πρύτανης του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. Μετά το διαζύγιο των γονιών του, έμενε κοντά στη Μόσχα σε διάφορους φίλους τους αριστοκρατικής καταγωγής. Εκεί ανακάλυψε και τη φιλοσοφία του Βλαντίμιρ Σολοβιόφ και την ποίηση των Φίοντορ Τιούτσεφ και Αφανάσι Φετ, οι οποίοι έμελλε να επιδράσουν στην ψυχοσύνθεσή του και ν’ αποτελέσουν έμπνευση για τη μεταγενέστερη ποίησή του. Το 1903, παντρεύτηκε τη Λιουμπόφ (Λιούμπα) Ντμίτριεβνα Μεντελέγιεβα, για την οποία έγραψε το έργο “Στίχοι για την Όμορφη Γυναίκα”.

Τα ποιήματά του Μπλοκ εστίαζαν στη σύγκρουση ανάμεσα στην πλατωνική θεώρηση της ιδανικής ομορφιάς και την απογοητευτική πραγματικότητα των βρώμικων και εξαθλιωμένων βιομηχανικών προαστίων των ρωσικών μεγαλουπόλεων, προεκτείνοντας τις αντιθέσεις αυτές στην ίδια τη ρωσική ψυχή. Θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του 20ου αιώνα, οραματίστηκε το ποιητικό έργο του αποτελούμενο από τρεις ενότητες: τη λευκή με τα πρώιμα ποιήματα, η μπλε των ιδανικών του και η κόκκινη της προ-επαναστατικής περιόδου. Γενικότερα, τα χρώματα είναι βασικό συστατικό της ποίησής του, διότι μεταβιβάζουν απόκρυφες, μυστικιστικές νύξεις πάνω και πέρα από την ανθρώπινη εμπειρία.

Μερικά από τα διάσημα έργα του ήταν: η Φάμπρικα, 1903, Η πόλη, 1904-1908, η Μάσκα από χιόνι και Οι Δώδεκα, 1918, θεωρούμενο ως το σημαντικότερο έργο του. Πέθανε σαν σήμερα, 7 Αυγούστου του 1921, στην Αγία Πετρούπολη, από ενδοκαρδίτιδα.

Ακολουθούν 2 ποιήματά του …

 

1.Στη γωνιά του ντιβανιού

Τα δαυλιά μέσα στο τζάκι

Έσβησαν, για δες.

Πόσες έσβησε ο αέρας

Πυρκαγιές.

Πόσα η θάλασσα καράβια

Εκατάπιε, ναι.

Πόσοι γλάροι κλαίν στο κύμα

Αν καημέ!

Εχάθη ο ήλιος από τον κόσμο

Και το ξέρω, ωιμέ.

Είμαι ποιητής καρδιά μου,

Πίστεψε σε με.

Όσα παραμύθια θέλεις

Θα σου πω.

Κι όσες μάσκες μου ζητήσεις

Θα φορώ.

Που σκιές παίζουν τόσες,

όσες μέσα εδώ;

Πού παράξενες εικόνες

Να βρω αλλού μπορώ;

Γονατίζω πάντα κι όπου

είσαι εσύ.

Κι από το χέρι μου άνθος πέφτε

Σαν βροχή.

 

2.Δώδεκα (απόσπασμα)

Δυναμώνει ο χιονιάς
Δυσκολεύουν τα πατήματα!
Από το χιόνι δε θωράς
Μες στα δυο βήματα!Απάνω το χιόνι σηκώνεται,
Ο χιονοστρόβιλος ορθώνεται…-Πω τι θύελλα ΄ναι αυτή, σώσον μας, Χριστέ!
-Βρε, Πετρή! Τα΄χεις χάσει!
Τάχα πότε σε έχει σώσει, βρε αδερφέ,
Το χρυσό εικονοστάσι;Πόσο ανερμάτιστος πες να΄σαι,
Σκέψου κομματάκι λογικά-
Ή τα χέρια σου δε στάζουν αίμα
Για της Κατίνας την αγκαλιά;-Κράτα βήμα επαναστατικό!
Κυνήγα τον άγρυπνο εχθρό!
Εμπρός, εμπρός, ωρέ
Εργαζόμενε λαέ!

…Προχωρούν χωρίς όσια και ιερά
Και οι δώδεκα μπροστά.
Έτοιμοι για όλα τα στραβά,
Δίχως λύπηση καμιά…Τα σιδερένια τους τουφέκια
Σημαδεύουν τον αόρατο εχθρό …
Μες στα σκοτεινά σοκάκια,
Όπου η χιονοθύελλα λυσσομανά
Μες στις στοιβάδες από χιόνια –
Όπου το πόδι πατά στα μαλακά…
Ως σταθερός προσανατολισμός
Η κόκκινη παντιέρα τους καλεί
Ο ρυθμικός τους βηματισμός
Γύρω γύρω αντηχεί
Ο άσπονδος εχθρός
Όπου να΄ναι θα φανεί…Η θύελλα τους τυφλώνει
Τους ρίχνει μες στα μάτια χιόνι
μέρα νύχτα τους παγώνει …Εμπρός, εμπρός ωρέ
Ω εργαζόμενε λαέ!

Επιμέλεια – Κείμενο: Δάφνη Τσάρτσαρου

 

Διαβάστε επίσης

Close